Κομματικές μεταλλάξεις, γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

Την τελευταία περίοδο ξαφνιάζει το ενδιαφέρον των πολιτών για την πολιτική και ειδικότερα για τις εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ και τον κεντρώο – αριστερό πολιτικό χώρο, που άρχισε να εκδηλώνεται με τον αδόκητο θάνατο της Φ. Γεννηματά και τις διαδικασίες εκλογής νέου αρχηγού σ’ αυτό το αναιμικής απήχησης κόμμα. Ενδιαφέρον για τα πρόσωπα που διεκδίκησαν την αρχηγία, ποιός θα πρωτεύσει, αν αλλάξει και ποιό θα είναι το νέο όνομα του κόμματος, ποιά πολιτική θα ακολουθήσει στο μέλλον, ποιές οι επιπτώσεις στα άλλα κόμματα κλπ. κλπ. Για μέρες οι αναλύσεις ειδικών πολιτικών επιστημόνων, αναλυτών, αρθρογράφων κλπ. έπαιρναν και εξακολουθούν να παίρνουν και να δίνουν και μάλιστα μέσα στο χαμό της Όμικρον μετάλλαξης της Covid 19. Χαρακτηριστικότερο όλων το γεγονός ότι τα συμβαίνοντα στο ΚΙΝΑΛ αποτέλεσαν αντικείμενο στις καθημερινές συζητήσεις των πολιτών που επί μήνες τα ενδιαφέροντά τους μονοπωλούσαν η πανδημία και οι γνωστές άγονες κομματικές αντιπαραθέσεις.

Ξαφνικά λοιπόν στις συζητήσεις προστέθηκε και το ενδιαφέρον για τη μελλοντική πορεία του χλομού δημοσκοπικά ΚΙΝΑΛ: πόσο ικανός και επικοινωνιακός πρέπει να είναι ο νέος αρχηγός του, ποιοί θα συγκροτήσουν το επιτελείο του, προς τα πού θα κλίνει, με ποιούς θα τα βρει, τί πρέπει να κάνει και τί να αποφύγει κλπ. κλπ. και μάλιστα χωρίς τις συνηθισμένες οξύτητες, που, όπως φαίνεται, συνέβαλλε κι αυτό στην αναπάντεχη διόγκωση του ρεύματος των ψηφοφόρων που συνέρρευσαν στις κάλπες και ανέδειξαν τον νέο αρχηγό. Oι συζητήσεις αυτές συνεχίζονται και μετά την εκλογή αρχηγού, επικεντρωμένες κυρίως στο κατά πόσο το κόμμα αυτό θα ασκήσει πολιτική ικανή, όχι μόνο να επαναπατρήσει ένα μέρος των ψήφων, από τo εκλογικό πλιάτσικο που υπέστη το μητρικό κόμμα κατά τα δίσεκτα χρόνια της περασμένης δεκαετίας, αλλά και να συγκινήσει ευρύτερα το μεσαίο κοινωνικό χώρο.

Τελικά, όπως και να το δει κανείς, οι λόγοι, για το ενδιαφέρον αυτό, θα ήταν λάθος να αναζητηθούν μόνο ή κυρίως σε ρομαντικές αναπολήσεις των πασοκικών χρόνων και σε ιδιοτελείς βλέψεις επανάληψης των ευκαιριών της πολιτικής διαπλοκής εκείνης της περιόδου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάτι βαθύτερο συντελείται πολιτικά στο κοινωνικό σώμα με επιπτώσεις κυρίως στα κόμματα που γειτνιάζουν άμεσα με τον κεντρώο χώρο και η πολιτική τους κινείται στα θεσμικά όρια που ορίζονται από την ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ. Μόνο έτσι εξηγείται η πολιτική «μόχλευση» που προκλήθηκε και συντηρείται στο κομματικό σύστημα.
Είναι βέβαιο ότι υπάρχει σοβαρός προβληματισμός και κυοφορούνται αλλαγές στην πολιτική συμπεριφορά σημαντικού τμήματος των πολιτών που οφείλονται στην απογοήτευσή τους από την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να ανταποκριθεί με επάρκεια στις προκλήσεις που αντιμετώπισε η χώρα τη τελευταία εικοσαετία. Αναμενόμενο αν ληφθεί υπόψη η ωριμότητα που έπρεπε να διακρίνει τα κόμματα μετά την 25ετή μεταχουντική περίοδο 1974 -1999, την ένταξη της χώρας στο Ευρώ και την επιτυχημένη, κατά γενική παραδοχή, διαχείριση της Ολυμπιάδας του 2004. Γεγονότα που θα έπρεπε – και οι πολίτες προσδοκούσαν – να εμφυσήσουν αυτοπεποίθηση και δυναμισμό στο πολιτικό σύστημα.

Κατά γενική παραδοχή, όμως, συνέβη το εντελώς αντίθετο. Την τελευταία 20ετία η απουσία πολιτικού οράματος, σχεδιασμού και ετοιμότητας, η ανεπάρκεια, η ατολμία, η απραξία και η σύγχυση σε συνδυασμό με την ιδιοτελή μικροκομματική επικοινωνιακή διαχείριση της πολιτικής, υπήρξαν τα βασικά χαρακτηριστικά που καθόρισαν και εξακολουθούν να καθορίζουν τη γενική συμπεριφορά και λειτουργία των κομμάτων.

Αυτό προκύπτει από το πώς αντιμετώπισαν τις γνωστές χρόνιες δυσλειτουργίες της Δημόσιας Διοίκησης, τις διάφορες συλλογικές απειλές και κινδύνους, τις έκνομες και ασύμμετρες συμπεριφορές κοινωνικών ομάδων κλπ. κλπ. Φτάνει να θυμηθούμε: τις ανθρώπινες απώλειες και υλικές ζημίες από φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς, χιονοθύελλες), τις βίαιες κατά καιρούς αντιδράσεις και ταραχές στα μεγάλα αστικά κέντρα που εκτός από τη διακοπή της κοινωνικής λειτουργίας και τις τεράστιες υλικές ζημιές στο αστικό περιβάλλον, είχαν και ανθρώπινα θύματα (2008, 2010), την οικονομική κρίση – κατάρρευση στη κυριολεξία – που σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία βρισκόταν επί θύραις και κανείς δεν ανησυχούσε (2008), την χωρίς εθνικό μπούσουλα και γι’ αυτό καταστροφική (αρχικά αγωνιστικά αντιμνημονιακή, στη συνέχεια δουλικά μνημονιακή) διαχείρισή της, και βέβαια την πανδημία που, σε συνδυασμό με την τραγική ανεπάρκεια του υγειονομικού συστήματος, που άφησαν πίσω τους τα κόμματα που κυβέρνησαν στο παρελθόν, εξακολουθεί να μας απειλεί υγειονομικά, οικονομικά, ψυχικά κλπ. Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και τη χρόνια μεταρρυθμιστική στασιμότητα, τις αρνητικές συνέπειές της στη λειτουργία της κοινωνίας, την οικονομία της χώρας και την όξυνση της κοινωνικής ανισότητας, το παρατηρούμενο ενδιαφέρον σημαντικού τμήματος του κοινωνικού σώματος για την πολιτική εξηγείται και βέβαια συνιστά θετική εξέλιξη.
Φυσικά δεν είναι εύκολο να προβλέψει κανείς προς τα πού θα κατευθυνθούν οι εκλογικές προτιμήσεις των πολιτών. Όμως είναι φανερή η θετική στάση της κοινωνικής πλειοψηφίας στις κατά καιρούς πολιτικές προτάσεις και πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην ακύρωση πρακτικών και αγκυλώσεων του παρελθόντος. Όπως εύγλωττη είναι και η αποστροφή της σε κομματικές πρακτικές που ευθύνονται για τη χαμένη – στη κυριολεξία – 20ετία που πέρασε. Ουσιαστικά φωτίζονται και υποδεικνύονται στα κόμματα οι πολιτικές παρεμβάσεις που είναι αναγκαίες και εφικτές, στο πλαίσιο πάντοτε των υφισταμένων δυνατοτήτων και προϋποθέσεων της τοπικής – περιφερειακής και παγκόσμιος συγκυρίας, ανεξάρτητα από το πρόσημο που τα χαρακτηρίζει και τα διαφοροποιεί ιδεολογικά.
Με άλλα λόγια, οι πολίτες θεωρούν ότι είναι εφικτή, παρά τις δυσκολίες, η βελτίωση βασικών όρων διαβίωσης του λαού και σ’ αυτή τη φάση διερευνούν τις προθέσεις των κομμάτων. Είναι προφανές πως δεν περιμένουν ανατρεπτικές πρωτοβουλίες και θεαματικά άλματα αλλά νοικοκυρεμένη – παραγωγική διαχείριση, δίκαιη και αναλογική, κατά το δυνατό, κατανομή του όποιου αποτελέσματος, αξιόπιστες και αποτελεσματικές δημόσιες υπηρεσίες (Παιδεία, Πρόνοια, Πολιτική Προστασία, κλπ). Δεν πείθονται πλέον εύκολα από κυβερνητικές αστήρικτες ωραιοποιήσεις και δεν τρέφουν προσδοκίες από αντιπολιτευτικά αυθαίρετα επικοινωνιακά ΘΑ… Θέλουν συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα, δεσμευτικό λόγο και δείγματα γραφής…

Η εικοσαετία που πέρασε με κορυφαίες στιγμές κομματικής ανευθυνότητας και λαϊκισμού όπως η καλλιέργεια εξωπραγματικών προσδοκιών από τη διενέργεια της Ολυμπιάδας (2004), η επικοινωνιακή αξιοποίηση της πλασματικής (δανειακής) ευμάρειας που ακολούθησε, και η «διαγραφή» των χρεών με το «επαναστατικό» σκίσιμο των μνημονίων, «τα δεν πληρώνω» κλπ. κλπ., φαίνεται να συμβάλλουν στη ζύμωση ώριμων σκέψεων. Και αυτό είναι που λειτουργεί ως καταλύτης μεταλλάξεων στα κόμματα. Κατά πόσο βέβαια οι όποιες μεταλλάξεις θα κυοφορήσουν και τις αναγκαίες αλλαγές στη πολιτική τους, μένει να το δούμε…

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή