«Η φωτιά είναι μακριά;» Αποτυπώσεις της καταστροφής στον ψυχισμό μας

Γράφει η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΓΓΑΝΑ, Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια – katmangana@gmail.com

Την πρώτη μέρα ξυπνήσαμε κατά τις 4.00 τα ξημερώματα από έντονη μυρωδιά καμένου. Οι φωτιές ήταν στον διπλανό νομό, αρκετά κοντά όμως για να σπρώχνει με δύναμη ο αέρας τα σύννεφα και τη μυρωδιά της κάπνας προς τη μεριά μας. Εκείνο το πρωινό το τοπίο γύρω μας σχεδόν χάθηκε μέσα στην ομίχλη της πυρκαγιάς. Επικράτησε μεγάλη αναστάτωση. Το σκηνικό είχε κάτι διεγερτικό και απολύτως τρομακτικό ταυτόχρονα για μικρούς και μεγάλους. Λίγες μέρες νωρίτερα είχαν ξεσπάσει οι πυρκαγιές της Αττικής. Είχαμε ακούσει τους πνευμονολόγους, ψάχναμε διπλές μάσκες, να βγούμε έξω; Να κάνουμε ή να μην κάνουμε μπάνιο;

Ο αέρας άλλαξε, συνεχίσαμε τις διακοπές μας. Διαβάζοντας τα νέα στα κινητά, σε εφημερίδες, ακούγοντας ραδιόφωνο. Η τηλεόραση έκλεισε μετά τη συνειδητοποίηση του επερχόμενου καταστροφικού σεναρίου. Οι εικόνες άφηναν ακόμα πιο σκληρό αποτύπωμα στο μυαλό και στοίχειωναν τις σκέψεις διώχνοντας, μάλλον ανεπιστρεπτί, την ξεγνοιασιά που περιμέναμε πλάι στη θάλασσα. Πηγαίναμε για μπάνιο, χαζεύαμε το τοπίο στις διαδρομές, σιωπηλά συνομιλούσαμε με το φόβο: ότι μπορεί και τα δικά μας πράσινα να καούν, μπορεί κι εμείς που δεν είμαστε «κοντά» να κινδυνεύσουμε. Τα πιτσιρίκια ρωτούσαν πού και πού: «Τι γίνεται με τη φωτιά, είναι μακριά;» ή «Τι παίζει; Καήκανε όλα;», με εκείνη τη σκληρότητα που σκεπάζει ανεπεξέργαστους φόβους, νοηματοδοτήσεις σε εκκρεμότητα και απειλές που αναζητούν καταφύγια ασφάλειας. «Καήκανε πολλά ζωάκια;» ρώτησε ένα βραδάκι προς το τέλος των διακοπών η 9χρονη φτιάχνοντας το παζλ της. «Πολλά δυστυχώς». «Σκληρό» ατακάρει δίχως να σηκώσει τα μάτια από τα κομμάτια που προσπαθούσε να ενώσει.
Μαζί με τα υπαρξιακά άγχη θανάτου που προκάλεσε και προκαλεί με σφοδρότητα ακόμα η τρέχουσα πανδημία, ήρθαμε αντιμέτωποι και με τις βάναυσες πυρκαγιές. Εκείνα τα πρώτα βράδια των πυρκαγιών στις κουβέντες μας, ο νεαρός έφηβος της παρέας, που πρόσφατα είχε διαβάσει Ιούλιο Βερν και του άρεσε πολύ, μας πρότεινε ένα τέτοιο καταφύγιο ασφαλείας. Θα έφτιαχνε, λέει, ένα υποβρύχιο, το Nemo. Θα πηγαίναμε όλοι να ζήσουμε εκεί και θα ήμασταν ok. Για πάντα! Θα τα είχε όλα μέσα, από γήπεδα τένις κι ποδοσφαίρου, θέατρα μέχρι shopping malls, διότι στις κοινωνίες μας μεγαλώνουμε καταναλωτές, μην ξεχνιόμαστε…
Έφτιαχνε έτσι φαντασιωσικά μια παντοδύναμη και αδιαπέραστη μητρική αγκαλιά, παλινδρομώντας στην εμβρυακή ζωή και στη συγχώνευση των αρχών της ύπαρξης.
Σε εκείνη την παραδεισένια συνθήκη την οποία δημιουργεί κυρίως στη φαντασία μας η μητρική περίεξη και φροντίδα, δεδομένου ότι ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει έτσι αληθινά. Μητέρα και έμβρυο, μητέρα και βρέφος υπόκεινται στους κινδύνους και στις απειλές του εκάστοτε περιβάλλοντος που ζουν. Δεν έχουμε βρει αδιαπέραστα υποβρύχια ώστε να ζούμε σε αέναη νιρβάνα την ανθρώπινη κατάσταση.
Όμως, έχει βαρύνουσα σημασία να πιστέψει το παιδί ότι αυτό υπάρχει και πως με κάποιο τρόπο θα μπορεί να το εφευρίσκει εντός του ως δημιουργία και δυνατότητα ξανά και ξανά στην ενήλικη ζωή, για να μπορεί να αντέχει τις καταστροφές που αναπόφευκτα θα συναντήσει. Επεξεργαζόμενο παράλληλα ψυχικώς και τις ανα-γεννήσεις της. Στις δικές μας γενιές φαίνεται πως κληρώθηκαν σημαντικές αλλαγές καταστροφικού περιεχομένου, με κυρίαρχη προφανώς την κλιματική αλλαγή απέναντι στην οποία στεκόμαστε άφωνοι, συντετριμμένοι και αθώοι από τη μια, και, από την άλλη, μοιραίοι και συνένοχοι. Συνενοχή που διατρέχει πολλές γενιές.
Μέσα στο φόβο και το πένθος που προξένησαν οι ανείπωτες καταστροφές του πιο ζοφερού Αυγούστου των τελευταίων ετών, ο ανθρώπινος ψυχισμός προσπαθεί και πάλι να βρει καταφύγιο επιστρέφοντας σε τόπους και χρόνους που τον έχουν κάνει να νοιώσει ασφαλής, εκεί όπου έχει καταφέρει να επιβιώσει. «Βάλε με και μένα μέσα», είπα στον κατασκευαστή του σωτήριου υποβρυχίου μας, συνοδεύοντας τον και με τη δική μου παλινδρόμηση, επιθυμώντας να πονά λιγότερο το καμένο τώρα. Για να οργανωθούμε ξανά, να συνεχίσουμε τη ζωή, να φτιάξουμε ελπίδα από την απελπισία. Χρειαζόμαστε το «μαζί» στην καταστροφή. Το κλάμα του βρέφος είναι το πρώτο ανθρώπινο αίτημα για βοήθεια. Κι αν τότε η μητέρα, το περιβάλλον του δεν μπορέσουν επαναληπτικά να ανταποκριθούν ικανοποιητικά η φωτιά θα καίει διαρκώς μέσα, εγκλωβίζοντας τις ορμές της ζωής.
Οι πυρκαγιές του περασμένου Αυγούστου μας άγγιξαν όλους, όσο μακριά κι αν βρισκόμασταν από το μαρτύριο. Ακόμα κι αν δεν το αντιληφθήκαμε συνειδητά άφησαν σημάδια στις μέρες και τις ψυχές μας. Επιπλέον, αν συναντήθηκαν με δικές μας εσωτερικές πυρκαγιές, που προσπαθούμε ματαίως να σβήσουμε με σωματοποιήσεις, καταχρήσεις, αποτυχίες και σκληρές επιτυχίες, βαραίνουν ακόμα πιο πολύ. Έχουμε συνεχείς εσωτερικές αναζωπυρώσεις. Οι εικόνες που είδαμε από μακριά, οι εικόνες του καμένου, καταμαυρισμένου δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, εικόνες που θα βλέπουμε για καιρό, δημιούργησαν νοητικές, ψυχικές και συναισθηματικές εγγραφές που ζητούν την ανάγνωση και την κατανόησή τους. Που θέτουν ερωτηματικά, πέραν του κοινωνικοπολιτικού και στο προσωπικό πεδίο.
Τι θα κάνουμε με τις φωτιές μας; Τι θα κάνουμε για τα καμένα; Πόσο θα κρυβόμαστε στο Nemo των φαντασιωσικών μας συγχωνεύσεων, της άνυδρης παντοδυναμίας; Πώς θα επουλώσουμε τα εγκαύματά μας για να μην καίνε τόσο, να μη στάζουν αίμα; «Σκληρό»; Μπορεί. Κάποιες απαντήσεις χρειάζεται να δώσουμε πάντως για να ανοίγουμε δρόμους πυρασφάλειας πιο ασφαλείς, πιο γόνιμους.
Για να μπορεί να προχωρά η ζωή σε πείσμα της καταστροφικότητας.

– Η Κατερίνα Μαγγανά κυκλοφόρησε πρόσφατα το νέο βιβλίο της με τίτλο «Ένα φύλλο που πέφτει: μια ιστορία για τον πόνο και το πείσμα της ζωής» από τις εκδόσεις Αρμός.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή