«Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε τόση ανάγκη για βιβλία & μουσική όσο σήμερα», Δημήτρης Αλιμπέρτης, Συνθέτης – Συγγραφέας

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε τόση ανάγκη για βιβλία & μουσική όσο σήμερα», Δημήτρης Αλιμπέρτης, Συνθέτης – Συγγραφέας

Ο Δημήτρης Αλιμπέρτης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Μαθηματικά στην Κρήτη και Σύνθεση Μουσικής στο Λονδίνο. Γράφει μουσική, ασχολείται συστηματικά με το δοκιμιακό λόγο αλλά και με διηγήματα. Ζει και εργάζεται στη Σίφνο.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΛΙΜΠΕΡΤΗΣ: Μεγάλωσα στα Πατήσια, σε ένα ωραίο σπίτι επί της οδού Καυταντζόγλου, που έχτισε ο παππούς μου στο τέλος του εμφυλίου. Η μητέρα μου από καλή αστική οικογένεια στο Κουκάκι. Ο πατέρας μου Σιφνιός αλλά με μεγάλη αγάπη στη κλασική μουσική. Αυτό συνέβη χάρη σε έναν φωτισμένο δάσκαλό του, στο ιδιωτικό δημοτικό που πήγαινε μετά τον πόλεμο, κάπου στη Γαλατσίου. Η γιαγιά μου noble dame. Στο σπίτι μου δεν ακούστηκε ποτέ δεύτερη μουσική.

«Π»: Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
Δ.Α.: Πέρασαν με πολλή αγάπη από τους γονείς και τον αδελφό μου. Ανέλπιστα καλοκαίρια στη Σίφνο και χειμώνες στο σχολείο, σε ένα μαγικό αρχοντικό της οδού Σαρανταπόρου. «Ζαΐρα», «Λεύκες» αλλά και μπάλα ανάμεσα στο αμάξια. Παιδικά χρόνια που ενηλικιώθηκαν απότομα όταν αρρώστησε ο πατέρας μου από σκλήρυνση κατά πλάκας.

«Π»: Τι σας ώθησε στη συγγραφή;
Δ.Α.: Έπρεπε να βρω έναν συντεταγμένο τρόπο να πω τη γνώμη μου. Ό,τι και να διαβάσουμε και ν’ ακούσουμε, έρχεται η στιγμή που αισθανόμαστε μια απροσδόκητη ευθύνη να δώσουμε απαντήσεις: Γιατί ψάχνουμε το νόημα στο τέλος ενός κύκλου; Γιατί πάντα το πιο κοντινό να βρίσκεται όλο και πιο μακριά;

«Π»: Τι πρωτογράψατε;
Δ.Α.: Όπως οι περισσότεροι, μικρά ποιήματα στο δημοτικό! Αργότερα αρθρογραφούσα στη μηνιαία εφημερίδα του γυμνασίου μου.

«Π»: Πώς συνδυάζετε τη μουσική σύνθεση και τη συγγραφή; Τι αγαπάτε περισσότερο να κάνετε;
Δ.Α.: Το ζητούμενο για όποιον θέλει να εκφράσει κάτι, θα είναι πάντα η αφαίρεση. Τα μαθηματικά βοηθάνε στη στερεότητα κάθε οικοδομής οπότε αποτελούν μια αδιαπραγμάτευτη βάση. Η μουσική φαίνεται να τα έχει καταφέρει καλύτερα ως αμεσότερη και αμετάφραστη τέχνη. Η γραφή όμως διατηρεί κάτι από τη θερμότητα του διαλόγου, ακόμη κι όταν ο άλλος παύει να είναι παρόν. Κι αυτό δεν είναι λίγο.

«Π»: Γιατί δοκίμια και διηγήματα;
Δ.Α.: Γιατί πρόκειται για δοκιμασμένες φόρμες που επιβάλλουν την πυκνότητα του λόγου άρα και του χρόνου. Όπως στη μουσική σιγοσβήσανε οι συμφωνίες εδώ και δεκαετίες, φοβάμαι ότι και στη λογοτεχνία οι μεγάλες ιστορίες εξέλιπαν. Αυτό γιατί προϋποθέτουν κοινότητες, και οι άνθρωποι πλέον δύσκολα ανέχονται συνοδοιπόρους.

«Π»: Ποιους συγγραφείς θαυμάζετε;
Δ.Α.: Εκείνοι που κατά καιρούς με παρηγόρησαν μεταφυσικά, ήταν ο δοκιμιογράφος Χρήστος Μαλεβίτσης και ο ποιητής Νίκος Καρούζος.

«Π»: Ποια τα μουσικά σας έργα;
Δ.Α.: Ως επί το πλείστον μουσική δωματίου, επηρεασμένη από τις τάσεις μετά το 1970, στην Ευρώπη και την Αμερική.

«Π»: Τι πραγματεύεται το βιβλίο σας με τίτλο «Οι αποικίες της υγρασίας, οδός Πανός»; Έχει παρουσιαστεί;
Δ.Α.: Κάθε άνθρωπος είναι εφοδιασμένος με μία μόνο ιδιότητα, βάση της οποίας καλείται να καταλάβει τον κόσμο. Η δικιά μου είναι η σχέση μου με τη μουσική. Θέματα όπως ο έρωτας, ο θάνατος, η παράδοση και η ζωή στην επαρχία, μέσα στο βιβλίο μου περνάνε από το φίλτρο της Μεγάλης Μουσικής. Εκεί, με εύλογο τρόπο, όλα έρχονται στο ξέφωτο. Η παρουσίαση του βιβλίου προγραμματίζεται με το καλό για τον Σεπτέμβρη.

«Π»: Πώς είναι η ζωή στη Σίφνο; Δίνονται ευκαιρίες;
Δ.Α.: Η ζωή στο νησί είναι ευλογία. Κάποιος, με λίγη τύχη, έχει το χρόνο της παλιάς αστικής τάξης σε ένα περιβάλλον που σου επιβάλει να είσαι λίγο ποιητής. Συναυλίες και εκθέσεις στο διαδίκτυο από τη μια, ανυπόκριτοι και εργατικοί άνθρωποι από την άλλη. Εδώ, η ζωή καθαυτή, είναι μια σπάνια ευκαιρία να συναντήσει κάποιος τον εαυτό του.

«Π»: Πώς φτιάχνετε και πώς θέλετε τους ήρωές σας;
Δ.Α.: Όλοι μου οι ήρωες επιθυμώ να είναι τραγικοί. Από τον Κάφκα και εντεύθεν ως τραγικοί ορίζονται όλοι οι άνθρωποι που έχουν συνείδηση της αναίτιας διάρριψης και θανάσιμης εμπλοκής τους στον κόσμο.

«Π»: Έχετε κάποιο αγαπημένο βιβλίο;
Δ.Α.: Κάπου στη δεκαετία του ‘90 νομίζω, οι εκδόσεις Καστανιώτη εξέδωσαν σε μια σειρά (εξαντλημένη πια) το σύνολο σχεδόν των κειμένων και συνεντεύξεων του Γιάννη Τσαρούχη. Στα βιβλία αυτά καταφεύγω ακόμα με αγάπη.

«Π»: Η επικοινωνία σας με το αναγνωστικό κοινό πώς γίνεται;
Δ.Α.: Αν και είναι πολύ πρόσφατη η έκδοση του βιβλίου μου, βλέπω με μεγάλη χαρά αρκετές κριτικές στο διαδίκτυο. Αυτό σε συνδυασμό με συζητήσεις που κάνω με αναγνώστες μου (γραπτά αλλά και τηλεφωνικά), με κάνει να αισιοδοξώ πραγματικά.

«Π»: Ποια στοιχεία χρειάζονται για την συγγραφή ενός βιβλίου;
Δ.Α.: Ένα και μόνο: Να καίγεσαι να πεις την αλήθεια. Με έναν τρόπο όμως συνεπή προς τη μυθολογία που θα ήθελες να έχεις ζήσει και ειλικρινή προς τις τεχνικές σου δυνατότητες.

«Π»: Πώς βιώνετε την πανδημία του κορωνοϊού και πώς βλέπετε τη μετά εποχή του;
Δ.Α.: Φοβήθηκα πολύ για τους αγαπημένους μου που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Επίσης διανύσαμε μια μακρά περίοδο κατά την οποία οι άσκοπες μετακινήσεις απαγορεύτηκαν. Όμως μόνο οι άσκοπες μετακινήσεις, ιδίως οι επιτόπιες, συνοψίζουν κάποιες πιθανότητες να έχουν μια πνευματική απόληξη. Νιώθω πως οι Έλληνες, όπως συνηθίζουμε μετά από κάθε δυσκολία, θα θελήσουμε να εκτονωθούμε. Ας ευχηθούμε αυτή η εκτόνωση να έχει και μια πνευματική πλευρά με μονιμότερη διάρκεια.

«Π»: Ταξιδεύει ένα βιβλίο από στόμα σε στόμα, είναι αυτό αρκετό;
Δ.Α.: Αν όντως ταξιδεύει από στόμα σε στόμα είναι υπέρ το δέον αρκετό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία και υγεία για το διάλογο μιας κοινωνίας με ένα έργο τέχνης από αυτό που λέτε!

«Π»: Κάνετε έρευνα πριν ξεκινήσετε να γράφετε; Ποιες συνήθως οι πηγές σας;
Δ.Α.: Σπάνια ξεκινάω από την έρευνα. Τα ιστορικά στοιχεία που προκύπτουν τα βρίσκω στο διαδίκτυο. Τεράστια βοήθεια επίσης, αποτελούν οι πλατφόρμες με το σύνολο των μουσικών ηχογραφήσεων.

«Π»: Οι νέοι αγαπούν το βιβλίο;
Δ.Α.: Όχι μόνο το αγαπούν αλλά είναι και η κατεξοχήν ηλικιακή ομάδα που τολμάει περισσότερο στις επιλογές της. Οι συνθήκες, ας το παραδεχτούμε, είναι δυσμενέστερες από ποτέ για το νέους. Ποτέ άλλοτε δεν επικράτησε τέτοια διάσπαση προσοχής. Ποτέ όμως δεν είχαμε τόση ανάγκη για βιβλία και μουσική όσο σήμερα.

«Π»: Τι αγαπάτε, τι σας θυμώνει;
Δ.Α.: Αγαπάω τους ευγενείς και ταπεινούς ανθρώπους που σταυρώνονται καθημερινά στα δωμάτια και τα εργαστήριά τους για να σωθούμε εμείς μέσα από το έργο τους. Αυτό που με θυμώνει πιο πολύ είναι η οριστική μετατροπή της Ελλάδας από τόπος, σε τόπο διακοπών.

«Π»: Μελλοντικά σχέδια;
Δ.Α.: Για το καλοκαίρι έχω δύο στόχους: Πολλά μπάνια με τη σύζυγό μου και τον 21ος μηνών γιο μας, και αποταμίευση ποιητικής ύλης για τα γραπτά και τις μουσικές μου! Σας ευχαριστώ ειλικρινά κα Λαρεντζάκη για τη φιλοξενία που μου προσφέρατε στην όμορφη εφημερίδα του Γαλατσίου.

Πήγαινε στην κορυφή