«Το μόνο παραμύθι που μ’ έχει επηρεάσει είναι αυτό της ζωής», Αθηνά Κιλιμάντζου – Ζωγράφος

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Το μόνο παραμύθι που μ’ έχει επηρεάσει είναι αυτό της ζωής», Αθηνά Κιλιμάντζου – Ζωγράφος

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Σπούδασε στη Νοµική αλλά ανακάλυπτε τον εαυτό της µέσα στα χρώµατα και τα σχέδια. Η ζωγραφική ήταν συνεχώς µια ζωτική της δραστηριότητα. Πλησίαζε την αγάπη της για το σχέδιο και το χρώµα αργά µε τη σπουδή των δυνατοτήτων της έκφρασης σε µια σειρά από διαφορετικά µεταξύ τους υλικά. Τα τελευταία χρόνια αφιερώνει το πάθος της σε εκείνο που ένιωθε µέρος του εαυτού της, τη ζωγραφική. Έχοντας δημιουργήσει ένα καθαρά προσωπικό και πλήρως αναγνωρίσιμο μοτίβο, μας καλεί μέσα από τα έργα της να χαρούμε και να παρασυρθούμε από τη μαγεία των χρωμάτων.
Παρόλο που οι χρωματικές της επιλογές έχουν επιρροές από το φωβισμό οι γραμμές της είναι πιο αδρές και οι γυναικείες φιγούρες της Αθηνάς μοιάζουν να ξεπηδούν μέσα από παλιές φωτογραφίες, ρομαντικές λιθογραφίες και λαϊκές φυλλάδες του 19ου αιώνα με ιστορίες για μεγάλους έρωτες και νεράιδες.
Έχει πραγµατοποιήσει αρκετές ατοµικές εκθέσεις και έχει συµµετάσχει σε πολλές οµαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον γεννηθήκατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στη Ζάκυνθο;
ΑΘΗΝΑ ΚΙΛΙΜΑΝΤΖΟΥ: Γεννήθηκα στο όμορφο νησί της Ζακύνθου. Η εποχή και το περιβάλλον μου ήταν μικροαστικό. Ταυτόχρονα ήταν και μεταπολεμικό, μετεμφυλιακό, μετασεισμικό. Στην οικογένειά μου μα και στους εγγυτέρους μου, η Τέχνη (παρά το παράδοξο, μιας και η Ζάκυνθος είναι ένας τόπος που η Τέχνη μεγαλούργησε κάποτε) ήταν κάτι «μη αναγνωρίσιμο»… Τα επαγγέλματα που είχε την δυνατότητα να ακολουθήσει κάποιος της εποχής μου, ήταν πολύ συγκεκριμένα. Δάσκαλος, δικηγόρος, μηχανικός… Η έννοια του καλλιτέχνη ή του ζωγράφου δημιουργούσε σε κάθε συνομιλητή της οικογένειάς μου γέλιο ειρωνείας. Μεγάλωνα λοιπόν σαν ένα παιδί που μέσα του ένιωθε πως καταλαβαίνει κάτι άλλο, κάτι μη προσδιορισμένο, κάτι που έπαιρνε «σάρκα και οστά» όταν ονειρευόταν ή όταν κοίταζε τη θάλασσα ή όταν «μουτζούρωνε» χιλιάδες μικρά χαρτάκια με σκίτσα που συνήθως «του χαμογελούσαν και του έλεγαν κάτι διαφορετικό» απ’ ό,τι οι δίπλα του.
Τα παιδικά μου χρόνια ήταν σχετικά ξέγνοιαστα, όπως σε κάθε παιδί της δεκαετίας του ’60, μα τα εφηβικά μου χρόνια όχι, δεν ήταν έτσι. Αν τα παιδικά μου χρόνια είχαν μια σχετική χαρά και ελευθερία, τα εφηβικά μου φυλακίστηκαν σε ιδέες και εντολές που για μένα ήταν ακατανόητες και που έπρεπε με ευλάβεια να υπηρετώ, αλλιώς θα έπρεπε να υποστώ τις συνέπειες της διαφορετικής μου γνώμης (εκείνη την εποχή «Το ξύλο βγήκε απ τον Παράδεισο» ήταν σλόγκαν ηθικού δικαίου).
Τότε το μόνο που μπορούσα να αφήνω ελεύθερα να εκφραστεί ήταν η φαντασία μου και με τα σκίτσα που την ακολουθούσαν ονειρευόμουν ένα άλλο κόσμο, πολύχρωμο, διαφορετικό, χαμογελαστό…

«Π»: Σπουδάσατε στη Νομική αλλά τελικά σας κέρδισε η ζωγραφική.
Α.Κ.: Ναι, είναι προφανές ότι μου απαγορεύτηκε να ακολουθήσω το επάγγελμα της καρδιάς μου, οπότε το μόνο διαβατήριο για να ταξιδέψω στην απέναντι όχθη, ήταν οι εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, πράγμα που έπραξα, μιας και είχα το πείσμα να είμαι «καλή μαθήτρια = εισιτήριο για τη φυγή μου». Η ζωγραφική δεν χρειαζόταν να με κερδίσει, με είχε ήδη κατακτήσει από τότε που κατάλαβα τον εαυτό μου. Το επάγγελμά μου όμως διαμορφώθηκε από το «πτυχίο» μου. Τμήμα Οικονομικών Επιστημών της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, βαρύγδουπο και μακροσκελές, σαν το βάρος που κουβαλούσα κάθε μέρα στην επαγγελματική μου ζωή. Ας όψεται όμως η ανάγκη της επιβίωσης!

«Π»: Ζωγραφίζατε από παιδί με μεράκι;
Α.Κ.: Νομίζω πως πρώτα ζωγράφισα και μετά περπάτησα ή τουλάχιστον μ’ αρέσει να το λέω σαν μύθο στη ζωή μου. Πέρασε όμως κάποια στιγμή, ένα μεγάλο διάστημα ζωής, που με τιμώρησα και που αρνήθηκα τη ζωγραφική, όπως γίνεται σε κάθε μάταιο έρωτα, που λες φτάνει πια, δεν μπορώ να το παλέψω άλλο, ας γίνω ένας καλός δημόσιος υπάλληλος όπως αρμόζει στην ταυτότητά μου. Πόνεσα πολύ εκείνη την εποχή, αντικατέστησα τη ζωγραφική με ό,τι καλλιτεχνικό πέρναγε απ’το μυαλό μου: κόσμημα, μουσική και στιχάκια που μιλούσαν για ανεκπλήρωτους κόσμους… έτσι για να μπορέσω ν’αντέξω την καθημερινότητά μου.

«Π»: Θυμάστε το πρώτο σας έργο;
Α.Κ.: Δεν ήταν το πρώτο μου έργο, μα είναι αυτό που έρχεται πρώτο στη μνήμη μου. Ήμουν μαθήτρια, ίσως στην 1η Γυμνασίου, είχα δει την ταινία «Βιολιστής στην στέγη» είχα εντυπωσιαστεί. Γύρισα και ζωγράφισα τον δικό μου βιολιστή, χωρίς χρώμα μόνο με μολύβι (τα χρώματα ήταν δυσεύρετα εκείνη την εποχή). Αυτό το πρώτο μου έργο, απ’ό,τι θυμάμαι το χάρισα, δεν το έχω…

«Π»: Ποιές τεχνικές χρησιμοποιείτε; Πώς βρίσκει ο ζωγράφος το προσωπικό του στυλ;
Α.Κ.: Συνήθως ζωγράφιζα όπως και με ό,τι μπορούσα… αν υποθέσουμε πως τέλειωναν κάποια στιγμή όλα τα χρώματα της γης, νομίζω θα ζωγράφιζα με το αίμα μου. Δεν σπούδασα καθόλου τη ζωγραφική, δεν ξέρω από τεχνικές, δεν ξέρω από χρώματα, δεν ξέρω από σκιές. Ζωγράφιζα συνήθως όπως ζωγραφίζει ο κάθε αυτοδίδακτος που έχει την ανάγκη να βάλει χρώμα στον καμβά του ή στο χαρτί του, με μορφές και σχήματα που κάπου είχα δει ή που κάτι μου έλεγαν.
Στη διάρκεια της υπαλληλικής μου ζωής, πάντα είχα μια «νευρωτική ανάγκη» να μουτζουρώνω ημερολόγια της δουλειάς και περισσεύματα χαρτιών… κάπου εκεί είδα ότι οι γραμμές έχουν μια τεράστια δύναμη και μπορούν να δώσουν κίνηση και βάθος και αν μπορέσεις να τις αναδείξεις σε κυρίαρχο στοιχείο του πίνακά σου, έχεις ένα εικαστικό αποτέλεσμα. Έτσι λοιπόν ξεκίνησα να πειραματίζομαι με τις γραμμούλες μου.

«Π»: Θαυμάζουμε στο internet τα έργα σας, ξεχωρίζουν στις καθαρές γραμμές και την τεχνική. Πώς καταλήξατε σ’αυτή;
Α.Κ.: Όπως προανέφερα, ήξερα πως δεν είμαι καλός τεχνίτης, δεν είχα τη γνώση που διδάσκεται στις Σχολές Καλών Τεχνών, ταυτόχρονα έβλεπα άλλους ζωγράφους πολύ πιο καλούς σ’αυτό από μένα! Αυτό μπορεί να με πλήγωνε μα ταυτόχρονα με πείσμωνε για να μπορέσω να βρω κι εγώ ένα τρόπο που να απεικονίζει καλαίσθητα τις ιδέες μου και τη φαντασία μου… Τον βρήκα ψάχνοντας τις γραμμές και τονίζοντάς τες. Πρώτα βάζω το χρώμα στους πίνακες μου και μετά, με υπομονή, τονίζω τα σχήματά του.

«Π»: Ποιούς ζωγράφους θαυμάζετε;
Α.Κ.: Σίγουρα τους …ταλαιπωρημένους! Μοντιλιάνι, Φρίντα, Βαν Γκογκ… κι άλλους αυτής της παρέας.

«Π»: Έχετε επιρροές από τον φωβισμό, όπως λέτε. Μιλήστε μας γι’αυτό, περί τίνος πρόκειται;
Α.Κ.: Χρειάστηκε κι εγώ να τ’ ακούσω από το στόμα ενός κριτικού Τέχνης, που αναφερόμενος στα έργα μου τα χαρακτήρισε έτσι. Έψαξα και βρήκα ότι ο Φωβισμός αποτελεί καλλιτεχνικό ρεύμα της μοντέρνας Τέχνης στη ζωγραφική κατά την περίοδο 1905-1908. Δεν πρέπει να συγχέεται με την ελληνική λέξη φόβος. Αντιπροσωπεύει τη ζωηρή και χαρούμενη έκρηξη μιας τέχνης συνώνυμης με τη νεότητα. Χρώματα, χρώματα και πάλι χρώματα μέσα σε χρώματα, έτσι που η μορφή πια να μην είναι το ζητούμενο, αλλά τούτη η χρωματική φόρμα, σαν πανδαισία. Ο Ματίς αναφέρεται συχνά σαν ο ηγέτης του φωβισμού.

«Π»: Αγαπάτε τα παραμύθια; Σας έχουν επηρεάσει;
Α.Κ.: Αγαπώ τα παραμύθια, θα ήθελα η ίδια η ζωή να είναι ένα παραμύθι που τα πάντα να μπορούν να αλλάξουν και να συμβούν… θα ήθελα, ας πούμε, να ξυπνήσω μια μέρα και στα απέναντι βουνά να είναι απλωμένο κόκκινο βελούδο, ο ουρανός να βρέχει γαλάζιο, τα λουλούδια να λάμπουν σαν χρυσός… και άλλα τέτοια πολλά. Το μόνο παραμύθι όμως που μ’έχει επηρεάσει είναι αυτό της ζωής, όπως αυτή είναι, με αρχή, μέση και τέλος.

«Π»: Ποιά ήταν η πιο σημαντική έκθεση στην οποία έχετε λάβει μέρος εδώ ή στο εξωτερικό;
Α.Κ.: Σίγουρα η έκθεση που με σημάδεψε ήταν η ατομική μου έκθεση στον τόπο καταγωγής μου, στη Ζάκυνθο. Ήταν ανάγκη μου που πραγματοποιήθηκε κάτω από ιδιόμορφες συνθήκες αλλά στο τέλος με γέμισε χαρά κι αυτοπεποίθηση. Οι συμπατριώτες μου με υποδέχθηκαν με αγάπη και καθώς έτυχε να είναι και καλοκαίρι οι τουρίστες «ξαφνιάστηκαν ευχάριστα» κι αυτοί με τη ζωγραφική μου έκφραση. Θυμάμαι λέξεις τους όπως «κοίτα να δεις τι διαμάντια βρίσκεις σ’ένα μικρό νησί του πουθενά». Το πρώτο μου έργο εκεί πουλήθηκε σε τουρίστα και «φυγαδεύτηκε» στο εξωτερικό.

«Π»: Πώς βιώνετε την πανδημία του κορωνοϊού; Είστε σε διάθεση δημιουργίας;
Α.Κ.: Έφυγα απ’την Αθήνα πριν πέντε χρόνια και ζω σε ένα περιβάλλον που η λέξη καραντίνα προσομοιάζει πολύ μ’ αυτό που ζω! Οπότε βίωσα και βιώνω την πανδημία σαν κάτι που, ναι μεν θλίβει μα δεν καθορίζει τη ζωή μου. Τη ζωή μου πια τη καθορίζει η γαλήνη και η ηρεμία της ψυχής μου σαν αποτέλεσμα της φύσης και της μέρας μου, έτσι η καλλιτεχνική μου διάθεση είναι πάντα σε άνθιση. Μερικές φορές μέσα στην καραντίνα, μου τέλειωσαν τα υλικά, π.χ. καμβάδες, αλλά πάντα βρίσκω κάτι άλλο εδώ, για παράδειγμα βότσαλα ή κεραμίδια για να εκτονώσω την ανάγκη για ζωγραφική επιφάνεια.

«Π»: Ζείτε από την ζωγραφική;
Α.Κ.: Όχι δεν βιοπορίζομαι από τη ζωγραφική, μόνο «ονειρεύομαι και ζω» απ’ αυτή. Κάποιες φορές επειδή η σύνταξή μου αρκεί μόνο για τα άκρως απαραίτητα μηνιαία έξοδα, χρειάζεται ν’αποχωριστώ κάποιο έργο μου για να μπορέσω να αγοράσω πρώτες ύλες για επόμενα έργα.

«Π»: Έχετε κάποιο αγαπημένο έργο που δεν θα το δίνατε;
Α.Κ.: Όλα τα έργα μου τα θεωρώ αγαπημένα, το καθένα μου κράτησε συντροφιά, ταξιδέψαμε, μιλήσαμε, γελάσαμε μαζί… Ναι όμως, υπάρχουν και έργα μου που δεν θα δώσω ποτέ, έργα μου που με κάποιο τρόπο δεν μπορώ να τ’αποχωριστώ! Ευτυχώς που συνήθως αυτά που δεν μπορώ εγώ ν’αποχωριστώ αρέσουν λιγότερο στο κοινό μου.

«Π»: Πώς μπορούμε να δούμε και να βρούμε τα έργα σας;
Α.Κ.: Τα έργα μου τα παρουσιάζω στο διαδίκτυο και ελπίζω τελειώνοντας η ταλαιπωρία του covid-19, να μπορέσω να τα παρουσιάσω και από κοντά σε ένα καλαίσθητο χώρο.

«Π»: Πόσο σημαντικό είναι το θέμα και η σύνθεση σ’ένα έργο;
Α.Κ.: Το θέμα και η σύνθεση είναι κυρίαρχα σε κάθε έργο τέχνης και όχι μόνο ζωγραφικό. Συνήθως εμπνέομαι από ερεθίσματα αλλά ζωγραφίζω πάντα κάτι πέρα απ’ το ερέθισμα. Για να γίνω κατανοητή, μπορεί να κοιτάζω ένα κύμα να σκάει στο γιαλό και να ζωγραφίσω μια γοργόνα που μόλις ξάπλωσε να ξαποστάσει, έτσι μορφοποιείται εκείνη τη στιγμή το κύμα στο μυαλό μου… Συνήθως ό,τι ζωγραφίζω, ακόμα κι αν δεν έχει ανθρώπινη μορφή έχει ανθρώπινη υπόσταση. Τα δέντρα μου ερωτεύονται, τα λουλούδια μου συνομιλούν, τα σχήματά μου χορεύουν…

«Π»: Τί είναι για εσάς η ζωγραφική;
Α.Κ.: Η ζωγραφική μα και εν γένει η Τέχνη είναι ό,τι μας διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα ζώα του πλανήτη, που πράττουν μόνο το αναγκαίο για την επιβίωσή τους. Η Τέχνη είναι το περιττό που ομορφαίνει την ψυχή και το μυαλό μας, έτσι που να κατακτάμε το δικαίωμα να λεγόμαστε «άνθρωποι».

«Π»: Ποιό είναι το κοινό που σας παρακολουθεί;
Α.Κ.: Νομίζω πως το κοινό που με ακολουθεί είναι άνθρωποι με παιδική ψυχή. Είναι άνθρωποι που, όπως και τα μικρά παιδιά, μπορούν να ερμηνεύσουν κάτι πέρα απ’ αυτό που είναι προφανές στην εικόνα. Ναι, απευθύνομαι στις αγνές ψυχές!

«Π»: Τί είναι η Τέχνη;
Α.Κ.: Η Τέχνη είναι η μόνη απόδειξη πως η ζωή δεν είναι κάτι σύντομο… Οι στιγμές, τα συναισθήματα, οι αναζητήσεις που απεικονίζει η τέχνη δίνουν στη ζωή την αξία που της πρέπει. Έτσι ώστε αν αυτή τελειώσει – για τον κάθε έναν από μας κάποια στιγμή – θα συνεχίζει να προσφέρει στους επόμενους απαντήσεις για τη διαδρομή της…

«Π»: Τι ετοιμάζετε;
Α.Κ.: Κάθε μέρα δημιουργώ κάτι καινούργιο ανάλογα με τα υλικά που διαθέτω, με στόχο να κάμω τούτο τον κόσμο λίγο πιο χαρούμενο και ονειρικό!

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή