«Την εποχή της πανδημίας προτιμώ να δημιουργώ», Κώστας Μήτσιος – Μουσικός

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Την εποχή της πανδημίας προτιμώ να δημιουργώ», Κώστας Μήτσιος – Μουσικός

Ο Κώστας Μήτσιος με καταγωγή από την ορεινή Άρτα, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1975. Σε ηλικία 11 ετών παρακολουθεί μαθήματα στο Σχολείο Παραδοσιακής Μουσικής του Αριστείδη Μόσχου. Τα επόμενα χρόνια εμπλουτίζει όλο και περισσότερο τη μουσική του κατάρτιση μαθητεύοντας δίπλα σε σπουδαίους δασκαλους: Τους Γιάννη Παλαιολόγου και Θέμη Παπαβασιλείου στο μπουζούκι, τον Χρήστο Ζώτο και τον Νίκο Σαραγούδα στο λαούτο και στο ούτι, τον Γιάννη Μαυρέα, Γιώτη Σαμαρά και Κώστα Κουκουλίνη στην κιθάρα και τον Γιώργο Παλαιοκαστρίτη στα ανώτερα θεωρητικά.
Από το 2002 έως το 2012 υπήρξε μόνιμος συνεργάτης ως μουσικός της εκπομπής «Μουσική Παράδοση» στη Ερτ1.
Από το 2009 έως το 2017 υπήρξε μόνιμος συνεργάτης (και για κάποιο διάστημα και μαέστρος)της εκπομπής «Στην υγειά μας, βρε παιδιά», στους τηλεοπτικούς σταθμούς Ερτ και Alpha συνοδεύοντας με το μπουζούκι και το λαούτο του, τους πιο καταξιωμένους Έλληνες καλλιτέχνες.
Το 2002 υπήρξε μέλος της Κ.Ο.Ε.Μ στην παράσταση «Καραγκιόζης Μιούζικαλ» σε σκηνοθεσία Μέμης Σπυράτου.
Το 1997 συμμετέχει ως μουσικός στις εκδηλώσεις για την τελετή λήξης της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης, Θεσσαλονίκης, δίπλα στους Goran Bregovic και Γιώργο Νταλάρα.
Το 2004 είχε λάβει μέρος ως μουσικός στις εκδηλώσεις για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Από το 2014 μέχρι σήμερα είναι μαέστρος στις ορχήστρες του ΠΟΚΕ ΟΤΕ. Έχει συμμετάσχει σε δεκάδες ηχογραφήσεις δίσκων καλλιτεχνών, όπως οι Νικολόπουλος, Μπ.Τσέρτος, Π. Παντελίδη.
Το 2016 κυκλοφορεί την πρώτη του ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Ο δίσκος έχει 13» με 13 τραγούδια δικής του σύνθεσης όπου ερμηνεύουν οι Μαργαρίτης, Σουλτάτου, Μαραγκόζη, Αγάθωνας, Ανδρεάδης, Μέλισσες, Ανδρεάτος, Μπαλτατζή, Παπαδόπουλου, Κοντογιάννης, Μέρμηγκας, Μαριόλα. Έχει ταξιδέψει σε ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, Αφρική, Ευρώπη, συμμετέχοντας ως μουσικός και ως μαέστρος σε εκδηλώσεις της ελληνικής ομογένειας.
Το Μάρτη του 2021, εν μέσω πανδημίας, κυκλοφορεί και το πρώτο του βιβλίο «Τα Ρεμπετάδικα».


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε; Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στην Ορεινή Άρτα;
ΚΩΣΤΑΣ ΜΗΤΣΙΟΣ: Μεγάλωσα σε μια κλασική ελληνική οικογένεια, με δύο εργαζόμενους γονείς, τη γιαγιά μου και την αδελφή μου.
Η καταγωγή μου είναι από την Άρτα απ’ τη πλευρά του πατέρα μου και από την Καρδίτσα από την πλευρά της μητέρας μου, ωστόσο δεν μεγάλωσα στην επαρχία. Γεννήθηκα και έζησα μέχρι 12 ετών σε μια όμορφη αθηναϊκή συνοικία ,την πλατεία Αστεροσκοπείου στο Θησείο.

«Π»: Τί σας ώθησε στη μουσική από τόσο νωρίς;
Κ.Μ.: Στο σπίτι δεν υπήρχε κάποιος μουσικός, ο πατέρας μου απλώς είχε καλή φωνή όπως και η γιαγιά μου, η οποία τραγουδούσε για τον εαυτό της, παλιά δημοτικά τραγούδια. Εγώ προσπαθούσα να τα παίξω γρατζουνώντας μια παλιά κιθάρα που είχαμε στο σπίτι. Ο βασικός λόγος που ασχολήθηκα πιο σοβαρά με τη μουσική ήταν επειδή σε ηλικία 12 ετών μετακομίσαμε από το το Θησείο στο Γαλάτσι και ξαφνικά έχασα όλες τις παρέες μου. Έτσι γράφτηκα στη Σχολή Παραδοσιακής Μουσικής του Αριστείδη Μόσχου και από τότε «παλεύω» με τη μουσική.

«Π»: Παράδοση, παραδοσιακή μουσική, παραδοσιακά μουσικά όργανα. Τί είναι για εσάς;
Κ.Μ.: Παράδοση για μένα είναι η αγάπη και ο σεβασμός σε πράγματα που έχουν ουσιαστική σημασία,σε πράγματα που «μυρίζουν» Ελλάδα και έχουμε χρέος να τα διατηρήσουμε ζωντανά. Τα παραδοσιακά όργανα είναι ο τρόπος για να το πετύχουμε αυτό. Με ατελείωτη μελέτη και κυρίως αγάπη, σπουδάζουμε τα όργανα και προσπαθούμε να αποδώσουμε την Παραδοσιακή Μουσική. Είναι τεράστιο κεφάλαιο και εθνικός θησαυρός, γι’ αυτό απαιτείται απ’όλους πολύ προσεχτική προσέγγιση σε αυτό που λέμε «Παραδοσιακή Μουσική».

«Π»: Πόσο σημαντική είναι η διδασκαλία από σπουδαίους μουσικούς;
Κ.Μ.: Ο σπουδαίος μουσικός όταν αυτό το συνδυάζει και με τον κατάλληλο τρόπο διδασκαλίας, είναι το «όχημα» για να βοηθήσει έναν αρχάριο ή έναν καινούριο μουσικό, να μην εγκαταλείψει το όνειρό του, την ενασχόληση με τη μουσική. Το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων μουσικών, παίρνουν το «σωστό» ή τον «λάθος» δρόμο, εξαιτίας του δασκάλου τους. Είναι ο σημαντικότερος παράγοντας στην αρχή και στην πορεία ανάλογα με την ατομική προσπάθεια του καθενός. Αυτό που έχω κρατήσει εγώ ως μότο, θα έλεγα πως είναι πότε να μην κάνω «οικονομία» στην απόδοση της μουσικής. Ακόμα κι αν «αδειάσω» πρέπει να βρω κι άλλα αποθέματα συναισθημάτων για να δώσω στο κοινό. Και τότε θα τα πάρω πολλαπλάσια πίσω.

«Π.: Μαέστρος στις ορχήστρες ΠΟΕ και ΟΤΕ. Ποιό το ρεπερτόριό σας;
Κ.Μ.: Υπάρχουν δύο πολυπληθείς ορχήστρες. Η ρεμπέτικη – λαϊκή ορχήστρα με τουλάχιστον 10 μπουζούκια, 5 κιθάρες, 3 ακορντεόν, 3 βιολιά, 3 κρουστά και 10 φωνές, όπου παρουσιάζουμε ανάλογο ρεπερτόριο. Έχουμε κάνει αφιερωματικες βραδιές στους Μητσάκη, Καλδάρα, Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Σμυρνιούς συνθέτες, ρεμπέτικα της Κατοχής.
Επίσης υπάρχει η Παραδοσιακή Ορχήστρα επισης πολυπληθής, με κλαρίνα, βιολιά, λαούτα και κρουστά που μελετάμε και προβάρουμε παραδοσιακούς σκοπούς απ’όλη την Ελλάδα. Είμαι ήδη 5 χρόνια σε αυτό το πόστο και είμαι πολύ ευτυχής γιατί βλέπω στους μικρούς και μεγάλους μαθητές μου την πραγματική όρεξη για μάθηση.

«Π»: Έχετε συμμετάσχει σε ηχογραφήσεις δίσκων γνωστών καλλιτεχνών. Τί σας προσδίδει αυτό;
Κ.Μ.: Πάντα η εμπιστοσύνη σπουδαίων καλλιτεχνών για συμμετοχή στις δουλειές τους, αποτελεί τιμή. Εκτός από το οικονομικό κομμάτι που είναι φυσικά μέρος της δουλειάς, είναι φυσικά και μια τεράστια καταξίωση και στον καλλιτεχνικό κόσμο αλλά και στον ίδιο σου τον εαυτό. Αισθάνεσαι σημαντικός.

«Π»: «Ο Δίσκος 13» η πρώτη σας ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά, τί περιλαμβάνει;
Κ.Μ.: Περιλαμβάνει 13 τραγούδια δικής μου σύνθεσης, στα πέντε εκ τον οποίων έχω γράψει και τον στίχο. Θα την χαρακτήριζα πολυσυλλεκτική δουλειά με την έννοια πως περιέχει διαφορα στυλ μουσικής. Οι δυσκολίες ήταν και παραμένουν ανυπέρβλητες από τη στιγμή που δεν υφίστανται στην ουσία δισκογραφικές εταιρείες. Οπότε όλο το «τρέξιμο», ο σχεδιασμός και φυσικά τα έξοδα είναι δικά σου. Αρκει κάποιος να σκεφτεί πως σε αυτό τον δίσκο συμμετέχουν εκτός από τους τραγουδιστές και 34 μουσικοί! Μόνο και μόνο ο συντονισμός όλων αυτών των ανθρώπων δείχνει και τη δυσκολία του εγχειρήματος.

«Π»: Έχετε ταξιδέψει ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, Αφρική, Ευρώπη ως μουσικός και μαέστρος. Περιγράψτε μας για την δίψα και την απήχηση της ομογένειας στις εκδηλώσεις της.
Κ.Μ.: Είναι ένα τεράστιο παράσημο για μένα όλα αυτά τα ταξίδια και η μόνη λέξη που μπορεί να αποδώσει την αλήθεια είναι η συγκίνηση. Σκεφτείτε πως ήμουν τυχερός και μεταξύ άλλων έπαιξα σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, 3 ώρες περίπου από τη Νέα Υόρκη, το Schenectady, όπου πρώτη φορά πήγαινε live ορχήστρα με ελληνική μουσική. Και μια ακόμη μικρότερη πόλη στα βόρεια της Νοτίου Αφρικής, όπου παίξαμε για έναν σύλλογο Ηπειρωτών. Μόνο συγκίνηση!

«Π»: Μάρτιος του 2021, εν μέσω πανδημίας, κυκλοφορεί το βιβλίο σας «Τα Ρεμπέτικα». Τϊ πραγματεύεται;
Κ.Μ.: Τα «Ρεμπετάδικα» είναι παιδί της πανδημίας με την έννοια πως βρέθηκε ο κατάλληλος χρόνος για να υλοποιηθεί μια παλιά μου ιδέα. Περιγράφει στέκια, καλλιτέχνες, θαμώνες και επιχειρηματίες των μικρών αυτών χωρών Πολιτισμού που εμφανίστηκαν στην Αθήνα στις αρχές των ‘80ς και μας μεταφέρει μέσα από διάφορες ιστορίες έστω και νοερά σε αυτή την εποχή.

«Π»: Πώς βιώνετε την πανδημία του κορωνοϊού και πώς βλέπετε την επόμενη μέρα στο χώρο της μουσικής και όχι μόνο;
Κ.Μ.: Η περιπέτεια της πανδημίας νομίζω ότι είναι ένα τέταρτο σχολείο για όλους μας. Δε γνωρίζει σαφώς κανείς τι θα επακολουθήσει, απλά και μόνο λόγω της αισιόδοξης φύσης μου θα πω πως η αλήθεια όπως και η αυθεντικότητα του καθενός, θα μας βοηθήσει να βρούμε την άκρη.

«Π»: Στο δίσκο σας ερμηνεύουν τα τραγούδια σας μεγάλα ονόματα της εγχώριας μουσικής σκηνής. Ξεχωρίζετε κάποια ερμηνεία ή τραγούδι;
Κ.Μ.: Όχι δεν ξεχωρίζω κάποιο, είναι τεράστια τιμή για μένα η συμμετοχή τόσο σπουδαίων καλλιτεχνών. Θα έλεγα πως μόνο λόγω του τρόπου δημιουργίας του και του θέματος που θίγει, το τελευταίο τρατούδι του δίσκου «Ο Ξεριζωμός», έχει μια διαφορετική θέση στο μυαλό μου. Όλα τα τραγούδια του δίσκου κρύβουν μια μικρή ιστορία, εκτός από αυτή που εξιστορούν.

«Π»: Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας την εμπειρία να παίξετε μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα και τον G. Bregovic;
Κ.Μ.: :Συμμετείχα ως μουσικός στις εκδηλώσεις για την τελετή λήξης της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης Θεσσαλονίκης το 1997. Η συνύπαρξη στο ίδιο πάλκο με τέτοιου μεγέθους καλλιτέχνες, σου δίνει κατ’αρχάς την αίσθηση της σιγουριάς όπως φυσικά και της τεράστιας ευθύνης. Με τον Γιώργο Νταλάρα έχω ξαναβρεθεί σε διάφορα live. Στην παρουσίαση μάλιστα του βιβλίου «Ο Αξιότιμος Κύριος Ματσας» όπου συμμετείχα ως μουσικός, βρέθηκαν πρώτη φορά μαζί επί σκηνής ο Νταλάρας, η Μαρινέλλα, ο Πάριος και η Αλεξίου!

«Π»: Η σημαντική παρουσία σας στην τηλεόραση, σας κάνει να πιστεύετε στη διάδοση της παραδοσιακής μουσικής μέσα από αυτό το μέσο;
Κ.Μ.: Κάθε τι που βοηθάει στην προβολή του είδους και χαρακτηρίζεται από μια στοιχειώδη σοβαροτητα είναι ένα χρήσιμο εργαλείο. Φυσικά και βοηθάει η τηλεόραση, στις μέρες μας είναι το σημαντικότερο και αμεσότερο «εργαλειο» ανάδειξης της δουλειάς σου και γιατί όχι και της Παράδοσης.

«Π»: Πώς εκτονώνετε η έκφραση και η επικοινωνία των καλλιτεχνών αυτή την εποχή;
Κ.Μ.: Σε εμένα τουλάχιστον εκτονώνεται με τη δημιουργία. Τώρα ο κάθε καλλιτέχνης προσπαθεί με διάφορους τρόπους να παραμείνει στην επικαιρότητα. Δεν έχω καταλήξει τελικά αν έχει τόσο νόημα. Προτιμώ τη δημιουργία και όταν έρθει η ώρα, αυτή η δημιουργία θα κριθεί από τον κόσμο.

«Π»: Ποιά η σχέση σας με το ίντερνετ;
Κ.Μ.: Είναι απαραίτητο να έχεις γνώση του ίντερνετ. Είναι το νούμερο ένα προσόν στις μέρες μας. Δυστυχώς, εγώ έχω μείνει πολύ πίσω σε αυτό, δεν τα πολυκαταφέρνω. Θέλω να ασχοληθώ περισσότερο.

«Π»: Υπάρχουν κίνητρα για να ασχοληθούν οι νέοι με την παραδοσιακή μουσική σήμερα;
Κ.Μ.: Με την Παραδοσιακή Μουσική μπορεί να ασχοληθεί ο οποιοσδήποτε. Έχει τεράστια δύναμη που δε σε αφήνει ασυγκίνητο. Είτε μέσω των μουσικών οργάνων, είτε μέσω του χορού, είτε απλώς μέσω του χωριού ανεξάρτητου ηλικίας μπορείς να ασχοληθείς. Θα έπρεπε βέβαια κατά τη γνώμη μου να υπήρχε και μια γενικότερη πολιτική προς αυτή τη κατεύθυνση αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.

«Π»: Είναι η μουσική που θα μας ξαναενώσει μετά τη μεγάλης διάρκειας καραντίνα που περνάμε;
Κ.Μ.: Μακάρι να είναι έτσι αλλά δε το πολυπιστεύω. Μουσική μπορούμε να βρούμε και τώρα, ατομικά ο καθένας. Μουσική όμως μαζί με χορό, παρέα και επικοινωνία θα κάνουμε καιρό να τα ξαναβρούμε, που μπορεί και να τα έχουμε ξεχάσει. Μεσα σε όλη αυτή την ιστορία το σημαντικότερο μάθημα είναι η αυτοκριτική και το τί θέλουμε στ’ αλήθεια απ’τη ζωη μας.

«Π»: Ποιούς οργανοπαίκτες και μουσικούς θαυμάζετε;
Κ.Μ.: Πολλούς και από πολλούς χώρους. Ενδεικτικά θα πω Τατασόπουλος στο μπουζούκι, Κόρος στο βιολί, Πλέσσας στο πιάνο, Αχαλινωτόπουλος στο κλαρίνο… και η λίστα είναι ατέλειωτη…

«Π»: Μπορούμε να μιλάμε για μελλοντικά σχέδια;
Κ.Μ.: Βεβαίως και υπάρχουν σχέδια. Αυτή την περίοδο «τρέχω» το βιβλίο μου «Τα Ρεμπετάδικα», συμμετέχοντας σε διάφορα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα. Συγχρόνως είμαι στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση και του δεύτερου προσωπικού δίσκου με καθαρά ερωτικό στίχο, αφιερωμένο και τραγουδισμένο αποκλειστικά από τις σημαντικότερες σημερινές γυναικείες φωνές και επίσης ετοιμάζω ένα μουσικό παραμύθι με την ιστορία ενός μικρού παιδιού που ξεκινάει από τα Βαλκάνια, ταξιδεύει και γνωρίζει μία μία τις πόλεις της Μακεδονίας, μαθαίνοντας συγχρόνως τραγούδια και χορούς της κάθε πόλης.
Και τέλος, σε λίγες μέρες θα παρουσιαστούν στο κοινό δύο νέα μουσικά γκρουπ, με διαφορετικό ρεπερτόριο το καθένα, μουσικά γκρουπ ολιγομελή, προσαρμοσμένα στις σημερινές ανάγκες, που πραγματικά τα πιστεύω και ποντάρω πάνω τους.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή