Οι ημέρες που ζούμε είναι ευλογία ή συμφορά;, του Θανάση Καμπισιούλη

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Οι ημέρες που ζούμε είναι ευλογία ή συμφορά;, του Θανάση Καμπισιούλη

Μετά από τόσους μήνες καραντίνας όλοι νιώθουμε κουρασμένοι αλλά και μπερδεμένοι. Κάποιες φορές νιώθουμε άτυχοι, ενώ κάποιες άλλες νιώθουμε ευγνωμοσύνη που αντέχουμε και έχουμε την υγεία μας. Άλλες είμαστε πληγωμένοι και ταλαιπωρημένοι κι άλλες σκεφτόμαστε πως οι δυσκολίες μας δυναμώνουν και μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Η κατάσταση αυτή μου θύμισε την ιστορία του φτωχού ξυλοκόπου με το υπέροχο άλογο.

Ο φτωχός ξυλοκόπος ζούσε μαζί με το γιο του σε ένα μικρό χωριό. Είχε για τις ανάγκες της δουλειάς του ένα κάρο που το τραβούσε το πανέμορφο άλογό τους. Ήταν τόσο εντυπωσιακό το άλογο ώστε οι φήμες για τη δύναμη και την ομορφιά του είχαν εξαπλωθεί σε ολόκληρη την χώρα. Μια μέρα, ένας πρίγκηπας πήγε αποφασισμένος να το αγοράσει προσφέροντας ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Ο γέρος, όμως, απάντησε ευγενικά πως δεν είχε διάθεση να πουλήσει το αγαπημένο του ζώο. Ευχαρίστησε τον πρίγκηπα για τη γενναιόδωρη προσφορά του και επέστρεψε στο σπίτι του. Οι χωριάτες έκριναν πως ο ξυλοκόπος ήταν βλάκας, αφού με τα χρήματα του πρίγκηπα αυτός κι ο γιος του θα μπορούσαν να ζήσουν άνετα για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.
Μετά από 2-3 μήνες, ο γέρος κι ο γιος του ξύπνησαν και ανακάλυψαν πως το άλογο είχε εξαφανιστεί. Αναγκάστηκαν να σύρουν το κάρο μέχρι το χωριό με τα πόδια. Όταν οι χωριάτες τους είδαν άρχισαν να κοροϊδεύουν λέγοντας: «Τα είδες, γέρο; Είχαμε δίκιο. Ήσουν βλάκας που δεν πήρες τα λεφτά του πρίγκηπα, τώρα δεν έχεις ούτε άλογο, ούτε λεφτά». «Δεν ξέρω αν πρόκειται για συμφορά», είπε ο γέρος. «Ξέρω μονάχα πως το άλογό μου εξαφανίστηκε». «Τι μας λες τώρα; Αν δεν είναι αυτό συμφορά, τότε ποιό είναι;» Ο γέρος απλώς σήκωσε τους ώμους και γύρισε στην καλύβα με το γιο του.
Πέρασαν κάμποσες μέρες, ώσπου ένα πρωί, ο γέρος κοίταξε έξω από την πόρτα του και είδε με έκπληξη πως το άλογό του είχε επιστρέψει μαζί με δέκα πανέμορφες άγριες φοράδες. Μαθαίνοντας τα νέα, οι χωριάτες έτρεξαν στον ξυλοκόπο λέγοντας: «Γέρο, τελικά είχες δίκιο. Δεν ήταν ατυχία που έχασες το άλογό σου, αλλά μεγάλο καλό! Τώρα έχεις αρκετά άλογα που μπορείς να πουλήσεις!» Δεν ξέρω αν είναι καλό που απόκτησα τόσα άλογα», απάντησε ο γέρος. «Το μόνο που ξέρω είναι ότι χαίρομαι επειδή το άλογό μου ξαναγύρισε». «Ασφαλώς και είναι καλό», είπαν οι χωριάτες. «Πώς μπορείς να είσαι τόσο βλάκας;» Ξανά ο γέρος γύρισε την πλάτη του αφήνοντάς τους να σχολιάζουν.
Μια εβδομάδα μετά την επανεμφάνιση του αλόγου, ο γιος του γέρου έπεσε από μια φοράδα που προσπαθούσε να ημερέψει και τραυματίστηκε βαριά. Μόλις έμαθαν τα νέα, οι χωριάτες έτρεξαν στην καλύβα. «Γέρο», του είπαν, «Πάλι είχες δίκιο. Ήταν μεγάλη ατυχία που το άλογό σου έφερε μαζί του τις άγριες φοράδες. Τώρα ο γιος σου θα μείνει όλη του τη ζωή σακάτης και δε θα μπορεί να σε βοηθήσει στη δουλειά». «Δεν ξέρω αν είναι ατυχία», απάντησε ο γέρος. «Ξέρω μόνο πως ο γιος μου χτυπήθηκε βαριά. Ποιος ξέρει τι μπορεί να βγει από κάτι τέτοιο;» Όμως οι χωριάτες συνέχιζαν να επιμένουν πως ήταν φοβερή ατυχία.
Αρκετούς μήνες αργότερα, ξέσπασε πόλεμος στη χώρα τους. Ο στρατός μάζεψε όλους τους νεαρούς που μπορούσαν να πολεμήσουν, εκτός από έναν: το γιο του ξυλοκόπου που κούτσαινε και δεν μπορούσε να πολεμήσει. Οι χωριάτες πήγαν στο γέρο με δάκρυα στα μάτια. «Γέρο, πάλι είχες δίκιο», του είπαν. «Δεν ήταν ατυχία που ο γιος σου έπεσε και χτύπησε. Ήσουν πολύ τυχερός, επειδή τώρα θα τον έχεις κοντά σου, ενώ οι πιο πολλοί από τους δικούς μας γιους θα σκοτωθούν στον πόλεμο». «Δε θα μάθετε λοιπόν ποτέ, συγχωριανοί μου;», τους είπε ο γέρος με μια βαθιά συμπόνια στη φωνή του. «Εμείς οι άνθρωποι δεν ξέρουμε ποτέ αρκετά για να κρίνουμε αν ένα πράγμα είναι ευλογία ή συμφορά. Μόνο ο Θεός μπορεί να το γνωρίζει».
O ξυλοκόπος εννοείται ότι εκτιμούσε το άλογό του. Ήξερε ότι ήταν απαραίτητο για την καθημερινότητά του καθώς και ότι ήταν το πιο σημαντικό περιουσιακό στοιχείο που κατείχε. Παρόλα αυτά γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να το έχει για πάντα και πως κάποια στιγμή ίσως έπρεπε να σκεφτεί την επόμενη ημέρα χωρίς αυτό. Έτσι, γνώριζε πολύ καλά ότι έπρεπε να βασιστεί στον εαυτό του και να είναι ικανός να ανταπεξέλθει χωρίς καμία άλλη βοήθεια. Είχε πίστη στις δικές του δυνάμεις και ότι κι αν συνέβαινε γύρω του αυτός αγωνιζόταν και τα κατάφερνε. Είχε την ευθύνη της ζωής του και δεν τον απασχολούσε τι έλεγαν οι γύρω του.
Ήξερε καλά ο γέροντας ότι η ζωή είναι γεμάτη δυσκολίες. Πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν. Έχει όμως και καλές στιγμές. Δεν προτιμούσε, ούτε επιδίωκε την ευθεία γραμμή στη ζωή του, που είναι το καρδιογράφημα του πεθαμένου. Η δική του γραμμή ήταν ζωντανή, με τα πάνω και τα κάτω. Είχε αποφασίσει να αντιμετωπίζει όλες τις στιγμές με νηφαλιότητα. Και τις ωραίες και τις δύσκολες. Γνώριζε πως στο ταξίδι της ζωής του, με τις ανηφόρες και τις κατηφόρες, όλες οι στιγμές είναι καλοδεχούμενες. Στις κατηφόρες πήγαινε πιο γρήγορα, αλλά οι ανηφόρες τον έκαναν πιο δυνατό.

Τη δική του θεώρηση για τη ζωή ήθελε να μεταδώσει και στο γιο του. Κάθε ημέρα που μάζευαν ξύλα στο δάσος, μιλούσαν και συζητούσαν. Με το παράδειγμα του προσπαθούσε να τον κάνει να καταλάβει πως πρέπει να αξιοποιεί το χρόνο του στα σημαντικά θέματα και όχι να τον σπαταλά κρίνοντας και επικρίνοντας τους άλλους. Με τους άλλους ασχολούνται οι μικροί άνθρωποι, του έλεγε συχνά. Να μην αφήσει τίποτα και κανέναν να σταθεί εμπόδιο στο όνειρο του, να παίρνει το ρίσκο και μόνος του να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις της επιτυχίας του. Τέλος, καθώς τίποτα δεν κρατάει για πάντα, να ξεπερνά κάθε δύσκολη στιγμή με καρτερικότητα και να λέει «θα περάσει κι αυτό».
Ας μην ακούμε τα σχόλια των χωρικών. Ας έχουμε πίστη στον εαυτό μας και θα περάσει κι αυτό!

• Αν θέλετε να επικοινωνήσετε μαζί μου: eetsi@windowslive.com

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή