«Η τέχνη να αποκαλύψει την επαναστατική φύση της και να γίνει αρωγός της αλλαγής», Κων/νος Βερούτης, Εικαστικός – Συντηρητής έργων τέχνης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Η τέχνη να αποκαλύψει την επαναστατική φύση της και να γίνει αρωγός της αλλαγής», Κων/νος Βερούτης, Εικαστικός – Συντηρητής έργων τέχνης

Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Συντήρηση Έργων Τέχνης το 1993. Εργάστηκε ως συντηρητής στο Υπουργείο Πολιτισμού για πολλά χρόνια πάνω σε εικόνες και τοιχογραφίες του 13ου του 18ου αιώνα, καθώς και στην οργάνωση Εκκλησιαστικών Μουσείων στις Κυκλάδες. Έχει δουλέψει στο εξωτερικό, σε ένα ατελιέ συντήρησης στην Ναντ της Γαλλίας και έχει συμμετάσχει σε συνέδρια με θέμα την συντήρηση εικόνων. Οι σπουδές του στην ζωγραφική, εκτός της μακροχρόνιας τριβής του με την τέχνη, έχουν να κάνουν με την αγιογραφία και το ελεύθερο σχέδιο.
Η θεματική του ανθρωποκεντρική, στηρίζεται στον άνθρωπο ως μονάδα και οντότητα. Έχει στο ενεργητικό του τέσσερις ατομικές εκθέσεις και έχει πάρει μέρος σε αρκετές ομαδικές με τελευταία την συμμετοχή στην Osten Biennial of Drawing 2020 στα Σκόπια. Έργα του βρίσκονται σε Μουσεία, Δήμους και ιδιωτικές συλλογές. Τον τελευταίο καιρό ασχολείται και με την σκηνογραφία για θεατρικές σκηνές και παιδικά θέατρα.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε; Και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΕΡΟΥΤΗΣ: Μεγάλωσα στον Ασπρόπυργο σε μια αγροτική οικογένεια. Παρόλο που η τότε κοινωνία ήταν κλειστή, είχα την τύχη η οικογένεια μου να είναι αρκετά κοινωνική και πέρα από αυτήν. Η επαφή μου με την γη και την φύση, μου έμαθαν το θαύμα της δημιουργικής ανάπτυξης από μικρό. Το να βλέπεις ένα φυτό να μεγαλώνει και να σου δίνει καρπούς (όπως και η σύλληψη και η γέννηση ενός ανθρώπου) νομίζω είναι ένα από τα θαύματα που συμβαίνουν γύρω μας, χωρίς να έχουν την ανάλογη εκτίμηση μας.
Για την εποχή των παιδικών μου χρόνων, θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό. Το παιχνίδι στις αλάνες, και ειδικά το καλοκαίρι, γυρίζοντας στο σπίτι όταν έδυε ο ήλιος, με έμαθε να έχω ανεμελιά και ελευθεριά. Από την άλλη με έναν πατέρα πολύ κοινωνικό, ασχολούμενος με τα κοινά, κατανόησα τί θα πει κοινωνική προσφορά. Οι καλοκαιρινές μας διακοπές σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, με κάνανε να θέλω να γνωρίσω όλο τον κόσμο. Από τις πιο έντονες αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων, ήταν οι παραστάσεις στην Επίδαυρο και νομίζω ότι ήταν από τις καθοριστικές στιγμές στη μετέπειτα εξέλιξή μου στο χώρο της τέχνης.

«Π»: Τί σας ώθησε ώστε να γίνετε συντηρητής έργων τέχνης;
Κ.Β.: Από μικρός μου άρεσε η ζωγραφική. Έχοντας στο σπίτι κάποια βιβλία με έργα τέχνης, πέρναγα ώρες να τα ξεφυλλίζω και να τα παρατηρώ. Μεγαλώνοντας, φοβήθηκα ότι δεν μπορώ να εκφραστώ έτσι όπως το είχα στο μυαλό μου με την ζωγραφική. Έτσι το πιο κοντινό επάγγελμα που υπάρχει, είναι η συντήρηση έργων τέχνης. Σου δίνεται η δυνατότητα να έχεις μεταφορικά και κυριολεκτικά άμεση επαφή με την τέχνη. Συντηρώντας έναν πίνακα, σκανάρεις όλη την διαδικασία κατασκευής του και αν έχεις και ενσυναίσθηση, την ψυχολογία του καλλιτέχνη.

«Π»: Ποια η διαδικασία στη συντήρηση ενός έργου τέχνης;
Κ.Β.: Κάθε έργο είναι μοναδικό και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται. Μπορεί να χρειάζεται τις ίδιες επεμβάσεις με άλλα, αλλά δεν γνωρίζεις την ποιότητα των υλικών κατασκευής του. Το πρώτο πράγμα που κάνεις είναι να δεις την κατάστασή του. Ακολουθεί η τεκμηρίωση της κατάστασής του, που μπορεί να χρειαστεί να γίνει ακόμα και ακτινογραφία. Επιλέγεις τις εργασίες επαναφοράς του στην αρχική κατάσταση, όπως στερεώσεις χρώματος, καθαρισμός οξειδωμένων βερνικιών μέχρι την αισθητική αποκατάσταση του. Κάθε υλικό κατασκευής έχει τις ιδιαιτερότητές του.
Για εμένα η σωστή διάγνωση της παθολογίας του έργου και η επιλογή των κατάλληλων υλικών, είναι το κλειδί της καλής συντήρησης.

«Π»: Έχουμε σήμερα στην Ελλάδα όλα τα μέσα εκείνα και καλούς συντηρητές που χρειάζονται για τη συντήρηση των αρχαιοτήτων και των έργων τέχνης;
Κ.Β.: Απ’όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, ναι. Όχι τόσο στο Υπουργείο Πολιτισμού, όσο στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Τα ιδιωτικά μουσεία και μερικά από τα κρατικά, είναι αρκετά εξοπλισμένα.
Όσο για τους συντηρητές, υπάρχουν πολλοί καλοί τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Στης εποχές που ζούμε με το ίντερνετ να έχει σπάσει το χωροχρόνο, έχεις την δυνατότητα να επικοινωνήσεις και να ενημερώνεσαι για την εξέλιξη της συντήρησης. Η δυνατότητα να μιλήσεις με συναδέλφους σε όλο τον κόσμο, ανταλλάσσοντας εμπειρίες και γνώση, είναι πολύ σημαντική. Κάτι που παλιά γινόταν μόνο σε συνέδρια.

«Π»: Ποιά εργασία συντήρησης θεωρείτε τη μεγαλύτερη στον Ελλαδικό χώρο;
Κ.Β.: Νομίζω ότι υπάρχουν πολλές. Θα σας πω για αυτές που ξέρω και έχω δει. Με την ευρεία έννοια φυσικά είναι η Ακρόπολη. Η συντήρηση του Παρθενώνα και πρόσφατα των Προπυλαίων, είναι από τις μεγαλύτερες. Με πιο συγκεκριμένη έννοια και πιο οικεία σε εμένα, είναι η συντήρηση τοιχογραφιών στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης. Η ιδιαιτερότητα της ανασκαφής, ότι έχουν σκεπαστεί με θηραϊκή γη και η συστηματική ανασκαφή τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν φέρει στο φως σημαντικές τοιχογραφίες. Οι συντηρητές συναρμολογούν κομματάκι κομματάκι τοιχογραφίας, σαν ένα παζλ, ανακατασκευάζοντάς τες και ανακαλύπτοντας μια εξαιρετική ζωγραφική 3.600 χρόνων.

«Π»: Πιστεύετε θα γυρίσουν τα γλυπτά του Παρθενώνα στον τόπο τους, εκεί που ανήκουν;
Κ.Β.: Η UNESCO έχει μια παράγραφο που λέει, όταν ένα μνημείο είναι στην θέση του κατά το 80% και λείπει το υπόλοιπο διασκορπισμένο σε άλλες χώρες, είναι υποχρεωμένες να τα επιστρέψουν. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα επαναπατριστούν, γιατί ο Παρθενώνας αντανακλά μια παγκόσμια ιδέα. Όσον αφορά μεμονωμένες αρχαιότητες, η γνώμη μου είναι ότι γίνονται οι καλύτεροι πρεσβευτές διαφήμισης του Ελληνικού πολιτισμού. Δεν φαντάζομαι καλύτερη έκθεση, μέχρι στιγμής, από αυτή που έχει η «Νίκη της Σαμοθράκης». Έχουμε και ανακαλύπτουμε πολύ σημαντικότερα ευρήματα, που καταλήγουν σε αποθήκες που δεν έχουμε δει. Από την άλλη, υπάρχουν ευρήματα εξαιρετικά, που βρίσκονται σε Μουσεία στο εξωτερικό που δεν έχουμε εμείς. Για παράδειγμα, σε μια περιοδική έκθεση με Ταναγραίες στο Λούβρο, έβλεπες μεγαλύτερου μεγέθους, από τις γνώριμες σε εμάς, διακοσμημένες με χρώμα και φύλλα χρυσού σε πολύ καλή κατάσταση, κάτι που δεν έχω δει στην Ελλάδα να υπάρχει.

«Π»: Πώς ήταν η εργασία σας τα χρόνια που μείνατε στην Ναντ της Γαλλίας; Με τον εργασιακό χώρο στην Ελλάδα, ποιες οι διαφορές;
Κ.Β.: Μια πραγματοποίηση ενός ονείρου μου το να εργαστώ στο εξωτερικό. Μια αναμέτρηση με τον εαυτό μου, για το τι μπορώ να κάνω. Ήταν μια μοναδική εμπειρία από πολλές απόψεις. Στην Γαλλία εκτός από τα μουσεία, που έχουν τα δικά τους εργαστήρια συντήρησης, όλα τα άλλα δίνονται σε ιδιωτικά. Μια επιτροπή από το υπουργείο, είναι αυτή που ελέγχει την πορεία και το τελικό αποτέλεσμα των εργασιών. Στο εργαστήριο που δούλευα, ένα από τα καλύτερα της Βρετάνης, αποκόμισα μεγάλη εμπειρία συντηρώντας κυρίως πίνακες μεγάλων διαστάσεων από καθεδρικούς ναούς (πράγμα σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα). Δεν έλειπαν όμως και πίνακες από μουσεία της περιφέρειας και ιδιωτών. Το να παίρνεις συγχαρητήρια για την δουλειά σου από την επιτροπή, ήταν μια ηθική ικανοποίηση, που δεν μετριέται με πόσα χρήματα παίρνεις (αν και ήταν πολλά περισσότερα από την Ελλάδα). Η καλλιτεχνική παιδεία και η κατοχή πολύ καλών έργων στο μεγαλύτερο ποσοστό των Γάλλων σε κάνει να συνειδητοποιείς πόσο επηρεάστηκε η Ελλάδα από τα 400 χρόνια σκλαβιάς.
Σε σύγκριση με τα ελληνικά δεδομένα, έχοντας στο ενεργητικό μου 15 περίπου χρόνια σαν ωρομίσθιος στο Υπουργείο Πολιτισμού, εκτός της μεγάλης εμπειρίας που αναμφισβήτητα αποκτάς, όλα τα άλλα είναι σε πολύ κακή κατάσταση.
Τα χρόνια που ξεκίναγα να δουλέψω, ήταν η εποχή που έβγαιναν οι πρώτοι συντηρητές σε μεγαλύτερο βαθμό από πριν και το Υπουργείο είχε αρχίσει να γίνεται πιο ενεργό από ότι ήταν πριν. Ανασκαφές άνοιγαν, εκκλησίες αναστηλώνονταν, μικρές εκκλησιαστικές συλλογές με πολύ καλά έργα δημιουργήθηκαν ανά την Ελλάδα, θέλοντας τον συντηρητή όχι μόνο για τα έργα αλλά την οργάνωση, παρουσίαση και την εκτέλεση του όλου έργου, σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους και μηχανικούς. Και όλα αυτά με αβεβαιότητα το πότε θα πληρωθείς. Από τη μια η ηθική ικανοποίηση από την ολοκλήρωση της δουλειάς και από την άλλη μέχρι την μη καταβολή όλων τον ενσήμων εργασίας.
Και μετά έρχονται οι μέλισσες, η χαζή εγωιστική συμπεριφορά των συναδέλφων και προϊσταμένων, που υπάρχει στο ευρύτερο ελληνικό δημόσιο. Και στην Γαλλία υπάρχει αυτό, αλλά σε προσωπικό επίπεδο και όχι εργασιακό. Αν το υπουργείο Πολιτισμού οργανωθεί και αξιοποιήσει τις δυνατότητες που υπάρχουν, αναδεικνύοντας, άγνωστους για το ευρύ κοινό χώρους, τα οφέλη θα είναι πολλά περισσότερα στην Ελληνική οικονομία και κοινωνία.

«Π»: Η αγιογραφία τί είναι για εσάς; Οι εκκλησιαστικές εικόνες, τί ρόλο έχουν στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου;
Κ.Β.: Στη συντήρηση, η κατασκευή αντιγράφων είναι απαραίτητη, για την καλύτερη κατανόηση της κατασκευής του έργου. Έτσι διδάχτηκα την Αγιογραφία, αντιγράφοντας βυζαντινές εικόνες και φρέσκο με το πλεονέκτημα της τετραχρωμίας. Τέσσερα βασικά χρώματα (χονδροκόκκινο ανοιχτό και σκούρο, ώχρα, άσπρο και μαύρο) είναι τα συστατικά της κατασκευής όλων των υπολοίπων χρωμάτων και αποχρώσεων. Ένα εργαλείο, που με βοήθησε πολύ στην αισθητική αποκατάσταση των έργων, βρίσκοντας ευκολότερα το χρώμα και την τονικότητα, που έπρεπε να χρησιμοποιήσω. Η Αγιογραφία για εμένα, και ειδικότερα η Κρητική Σχολή, είναι μια εξαιρετική ζωγραφική τέχνη, με απόδοση του φωτός και της σκιάς σε έναν ενδιάμεσο τόνο. Απλή, λιτή και συμβολική, έτσι όπως της αρμόζει, αφού έχει να κάνει με την αποτύπωση ενός ολόκληρου πνευματικού κόσμου σε ανθρώπινη μορφή. Δεν είναι τυχαίο, ότι το υλικό σύνδεσης των χρωστικών, είναι ο κρόκος του αυγού. Ένα σύμβολο που χαρακτηρίζει την ψυχή.
Ο άνθρωπος, από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης του πίστευε σε κάτι ανώτερο από αυτόν. Έτσι και στις μέρες μας οι θρησκευτικές εικόνες είναι βασικό στοιχείο κάθε σπιτιού, μιλώντας πάντα για ορθόδοξους χριστιανούς.

«Π»: Έχει κάποια θεματική η ζωγραφική σας;
Κ.Β.: Ναι. Τον άνθρωπο. Το θέμα αυτό με ενδιαφέρει λόγω του ότι τα περικλείει όλα. Πιστεύω, ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει την επιλογή για το «modus vivendi» του. Η κοινή βάση της ύπαρξης μας είναι η ισότητα. Κάθε ανθρώπινο ον θέλει τα ίδια πράγματα στην ζωή του σε υλικό και συναισθηματικό επίπεδο. Και εκεί έρχεται το κοινωνικό πλαίσιο, που διαιρεί τους ανθρώπους με τα πρέπει και το «φαίνεσθαι» και τους κατηγοριοποιεί για να τους ελέγχει. Και από εκεί και πέρα αρχίζουν ακτινωτά όλες οι εκφάνσεις του ανθρώπου, που είναι άπειρες ανάλογα με τον τρόπο σκέψης και του περιβάλλοντός του. Έτσι έχεις μια πληθώρα θεμάτων να ασχοληθείς και να τα επικοινωνήσεις ζωγραφικά.

«Π»: Η προσωπική εμπειρία είναι απολύτως απαραίτητο μέρος μιας δημιουργικής διαδικασίας;
Κ.Β.: Η ζωγραφική είναι μια οπτική, που παραθέτει ο καλλιτέχνης. Άρα είναι μια προσωπική κατάθεση, που απορρέει από τις εμπειρίες του σε συνάρτηση πάντα με τις αξίες και τα πιστεύω, που πρεσβεύει ο καθένας. Μια από τις βασικές αρχές της ζωγραφικής είναι η παρατήρηση. Η ανάγνωση των καταστάσεων μέσω των δυο αυτών στοιχείων είναι και το αποτέλεσμα της οπτικής του. Η μνήμη, κατά τη γνώμη μου, διαιρείται σε δυο μέρη: στην εγκεφαλική και την συναισθηματική. Είναι η παράμετρος της σύγκρισης των καταστάσεων. Είναι η Νέμεσις, που σε οδηγεί στο τελικό αποτέλεσμα της έμπνευσης και δημιουργίας ενός πίνακα.

«Π»: Τι νομίζετε για το ρόλο του θεατή;
Κ.Β.: Η τέχνη για μένα είναι ένας δίαυλος, ένας διάλογος με τον θεατή. Είναι μια αρμονική συζήτηση, μια γροθιά στο στομάχι, για να τον ξυπνήσει. Προσπαθώ να ανασύρω από το ασυνείδητό του αξίες, που διέπουν αρχέγονα συναισθήματα. Να επαναπροσδιορισθούν τα «φαίνεσθαι» και τα «είναι», η απόλυτη ευθύνη της προσωπικής του επιλογής. Πιο συγκεκριμένα ο θεατής, να έρθει σε επαφή με την έννοια της ελευθερίας του πνεύματος και να ταξιδέψει μέσα απ’ αυτήν, γνωρίζοντάς την σε όλη της την έκφανση. Να μπορεί να βγει από το σώμα του και σαν ένας παρατηρητής να δει πιο ξεκάθαρα τις καταστάσεις, επιλέγοντας το καλύτερο για αυτόν και τους γύρω του.

«Π»: Έχετε κάποιο συγκεκριμένο στιλ στην ζωγραφική σας ως προπομπό αναγνωρισιμότητας;
Κ.Β.: Τα έργα μου γενικότερα έχουν έναν συμβολισμό. Όχι μόνο στο θέμα, αλλά και στην επιλογή κάθε φορά των υλικών που χρησιμοποιώ. Οι σπουδές μου στην συντήρηση έργων τέχνης μου έχουν προσφέρει μεγάλη γκάμα υλικών και τρόπων κατασκευής. Έτσι κάθε φορά επιλέγω το υλικό εκείνο, που θα με βοηθήσει στην καλύτερη απόδοση για αυτό που θέλω να επικοινωνήσω.
Όσο για την αναγνωρισιμότητα, θα ήθελα να είναι πιο πολύ σε συναισθηματικό επίπεδο, από ότι σε εικονικό. Να βλέπει κάποιος ένα έργο μου και να αισθάνεται ότι το έχω φτιάξει εγώ.

«Π»: Ποια έργα σας περιελάμβανε η συμμετοχή σας 2020 στην Osten Biennial of Drawing στα Σκόπια;
Κ.Β.: Η συμμετοχή μου είναι μια εγκατάσταση. Είναι μια παραπομπή στο άγαλμα του Ιανού (χαρακτηρίζοντας τον άνθρωπο), όπου τα δυο κεφάλια έχουν αντικατασταθεί με καθρέφτες, έναν κανονικό και ένα κοίλο, αντιπροσωπεύοντας την ψυχή και τον εγωισμό αντίστοιχα. Σας παραθέτω το κείμενο που συνοδεύει το έργο κατανοώντας καλύτερα το σκεπτικό μου.
Άνθρωπος Ψυχή και Εγωισμός / Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Τα δυο πρόσωπα του Ιανού… / Μια αιώνια πάλη που οι πύλες του «ναού» της δεν έχουν κλείσει ποτέ.
Μόνη λύση να κοιτάξουμε μέσα μας, την ψυχή μας κατάματα, να δούμε τι χρειάζεται για να είναι γαλήνια. Και ο εγωισμός μας να είναι ο προστάτης της ψυχής μας. Να είναι το συμπληρωματικό και η βοήθεια σε κάθε πράξη μας και όχι ο πολέμαρχος των «θέλω» μας, μιας εικονικής ευημερίας φτιαγμένη από ένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Όταν το καταφέρουμε αυτό, οι πύλες του ναού θα είναι κλειστές και η ειρήνη θα βασιλεύει. Ρατσισμός, κοινωνική ανισότητα, φτώχεια, και όλες οι μάστιγες της ανθρωπότητας, που είναι οι έριδες της συνειδητής ή ασυνείδητης συμπεριφοράς μας, θα είναι γραμμένες στα βιβλία της ιστορίας σε παρελθόντα χρόνο, για την κατάσταση που οι άνθρωποι δεν εκφράζονταν με την ψυχή τους.
Με μια τεχνολογία που εξελίσσεται καθημερινά με ιλιγγιώδη ταχύτητα ,εξυπηρετώντας τον υλικό κόσμο, ο άνθρωπος, θα έπρεπε να ισορροπήσει με την ανάπτυξη του πνευματικού επιπέδου του, για να προχώρηση και να τιθασεύσει σαν τον ηνίοχο του Πλάτωνα, το μαύρο ξέφρενο άλογο της ψυχής.

«Π»: Πώς βλέπετε την κατάσταση που βιώνουμε σήμερα; Ποιά η θέση της τέχνης σε όλο αυτό;
Κ.Β.: Είναι αναμφισβήτητα μια πρωτόγνωρη κατάσταση για όλο τον πλανήτη. Από την άλλη είναι ένας παγκόσμιος ψυχολογικός πόλεμος, που επιβαρύνει την ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι όμως μια ευκαιρία να στρέψουμε την προσοχή μας στον εσωτερικό εαυτό μας και να δούμε τα δεδομένα που είχαμε μέχρι τώρα, πόσο μας εξυπηρετούσαν και αν η ουσία είναι σε πιο απλά πράγματα. Μη ξεχνάμε. ότι είμαστε στην μετάβαση, σε μια καινούργια χιλιετία ,εκατονταετία και δεκαετίες. Αφουγκραζόμενοι τον εαυτό μας, αλλάζοντας πρώτα εμάς τούς ίδιους, ίσως είναι το μυστικό της αλλαγής όλης αυτής της κατάστασης.
Όσον αφορά την τέχνη, νομίζω ότι είναι η ώρα της να αποκαλύψει την επαναστατική φύση της και να γίνει αρωγός της αλλαγής. Να αφήσει τη διακοσμητική φύση της πάνω από το καναπέ και να βγει στους δρόμους διεκδικώντας ένα καλύτερο αύριο.

«Π»: Ποια τα επόμενα σχέδιά σας; Ετοιμάζετε κάτι;
Κ.Β.: Είμαι σε μια φάση αναδιοργάνωσης. Σε αυτή τη κατάσταση που όλα είναι απρόβλεπτα, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι σχέδια για την επόμενη ατομική μου έκθεση. Έχω μαζέψει αρκετό υλικό, που θα χρειαστεί να το οργανώσω για να το υλοποιήσω κατάλληλα. Οπότε σας δίνω ραντεβού την επόμενη χρονιά, πιστεύοντας ότι θα είναι πολύ καλύτερη από αυτήν, για μια νέα συνομιλία των έργων μου με όλους εσάς.

Πήγαινε στην κορυφή