Τρία +1 προβλήματα, του Νέστορα Χατζούδη

Από το τέλος του 2019 βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τρία ιδιαίτερα δύσκολα στην αντιμετώπιση τους και απειλητικά για τη ζωή και το μέλλον μας προβλήματα: την επικίνδυνη όξυνση των σχέσεων μας με τη Τουρκία, την πανδημία του COVID-19, και το τρομαχτικό πλήγμα στην οικονομία που συνεπάγεται η άδηλη σε διάρκεια και επιπτώσεις πορεία της. Περιττό να υπογραμμιστεί ότι ο τρόπος χειρισμού (επιλογή, διαχείριση μέσων, χρονισμός κλπ.) των προβλημάτων αυτών, σε μια συγκυρία μάλιστα ταυτόχρονης επιδείνωσής τους, συνιστά κρίσιμο στοιχείο στην προσπάθεια να τεθούν υπό έλεγχο. Αυτός είναι και ο λόγος που σοβαρές φωνές, από όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους, υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα συλλογικής συναινετικής αντιμετώπισης τους, από το πολιτικό Σύστημα, ως προϋπόθεση για τον έλεγχο και περιορισμό των αρνητικών συνεπειών τους.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υπεύθυνη, συλλογική σε γενικές γραμμές, αντίδραση πολιτών και πολιτικού Συστήματος συνέβαλλε καθοριστικά στην επιτυχημένη αντιμετώπιση της πρώτης φάσης της Πανδημίας και των προκλήσεων της Τουρκίας. Και αποδείχθηκε, και στην περίπτωση αυτή για άλλη μια φορά, ότι σε έκτακτες και κρίσιμης σημασίας καταστάσεις, η πρόταξη, κατά την πολιτική αντιπαράθεση, του συλλογικού συμφέροντος έναντι της κομματικής ιδιοτέλειας, συμβάλει πολλαπλασιαστικά στην κινητοποίηση, συμμετοχή και ενεργό στήριξη των πολιτών στην προσπάθεια για την επιτυχημένη αντιμετώπισή τους. Αναμφίβολα, η σύμπνοια που επιδείχθηκε στη φάση αυτή, ενίσχυσε το κύρος της Πολιτικής και την εμπιστοσύνη του λαού στον αναντικατάστατο ρόλο της, που η απαξίωσή του τα τελευταία χρόνια περίσσεψε. Πρόκειται για όφελος συνολικά του πολιτικού Συστήματος που, δημοσκοπικά εκφραζόμενο, επιμερίζεται αναλογικά στα κόμματα κατά το βαθμό και τον τρόπο που πρόβαλλαν και στήριξαν τη κοινή προσπάθεια και συνέβαλλαν έτσι στη διαμόρφωση και εκδήλωση της συναινετικής αντίδρασης των πολιτών με τα γνωστά θετικά αποτελέσματα.
Έτσι περάσαμε στη νέα φάση. Την Πανδημία να επελαύνει ακάθεκτη και την προοπτική οριστικής αντιμετώπισής της να μετατίθεται στο άδηλο μέλλον. Την επιθετικότητα της Τουρκίας στα όρια εκτροχιασμού. Την ανησυχία των πολιτών έκδηλη για τη ζωή τους, την εργασία τους, τις αντοχές της οικονομίας, την επάρκεια του Συστήματος Υγείας και βέβαια τις επιπτώσεις στο σύνολο των λειτουργιών της Κοινωνίας. Και με την εικόνα αυτή, λίγο καλύτερη λίγο χειρότερη ως αναφορά στην Πανδημία, ίδια στις περισσότερες χώρες, και τους κυβερνητικούς χειρισμούς σε γενικές γραμμές, μέχρι στιγμής, αποδεκτούς από την κοινωνική πλειοψηφία, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αμήχανα μπροστά στο καταιγισμό των εξελίξεων, άρχισαν να υιοθετούν μικροπολιτικές πρακτικές, προσβλέποντας σε «στραβοπατήματα» της κυβέρνησης προκειμένου να ανακάμψουν δημοσκοπικά.

Βέβαια η κυβερνητική πολιτική δεν είναι απαλλαγμένη από λάθη, αρρυθμίες και ανεπάρκειες, ιδιαίτερα στους κρίσιμους τομείς της Υγείας και της Παιδείας που διαχρονικά χωλαίνουν και η λήψη μέτρων κρίνονταν πάντοτε αναγκαία, προκειμένου οι υπηρεσίες που προσφέρουν να ανταποκρίνονται στις συνεχώς εξελισσόμενες ανάγκες των πολιτών. Πολύ περισσότερο βέβαια σε έκτακτες και έκρυθμες καταστάσεις όπως η τρέχουσα. Εξάλλου οι αιτίες πολλών από τα προβλήματα, που καθιστούν προβληματική τη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης σε όλους τους τομείς της, είναι γνωστές εδώ και δεκαετίες και τα κυβερνητικά κόμματα που έρχονται, παρέρχονται και επανέρχονται, δεν τολμούν, μπροστά στο πολιτικό κόστος, να τις θίξουν αλλά ούτε καν να τις καταγράψουν. Αυτό βέβαια δεν τα εμποδίζει μόλις βρεθούν στην αντιπολίτευση να καταγγέλλουν το κόμμα που κυβερνά για όλα τα κακά κι ανάποδα του Δημοσίου…!
Σήμερα, όμως, η κρισιμότητα και επιτακτικότητα της συγκυρίας επιβάλλουν άμεσες παρεμβάσεις σύμφωνα με τις εισηγήσεις των ειδικών, των τεχνικών, κλπ. που, όσον αφόρα στα μέσα, οι δυνατότητες ορίζονται από τη γνωστή οικονομική κατάσταση της χώρας. Και στη φάση αυτή βέβαια η ταχύτητα προσαρμογής των μέτρων στα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα και η θετική κοινωνική ανταπόκριση και στήριξη αποτελούν κρίσιμα στοιχεία της συλλογικής προσπάθειας να ξεπεραστούν τα προβλήματα με τις λιγότερες κατά το δυνατό αρνητικές συνέπειες.

Είναι προφανές πως, αν στη συγκεκριμένη κρίσιμη φάση αγνοούνται, κατά την πολιτική αντιπαράθεση, τα παραπάνω ή και το χειρότερο απαξιώνονται, οι προτάσεις που καταθέτουν τα κόμματα δεν αφήνουν περιθώρια μεταξύ τους διαλόγου. Αντίθετα προκαλούν άκαιρους ανταγωνισμούς και η όποια προσπάθεια να καταλήξει το πολιτικό Σύστημα σε αποδεκτούς συμβιβασμούς και συναινέσεις, υπονομεύεται και το καθένα εμμένει και προβάλλει τη δική του «αλήθεια». Ακολουθεί η όξυνση του κομματικού ανταγωνισμού, συνήθως, για ευνόητους λόγους, σε δευτερεύουσας σημασίας θέματα, υποδαυλίζονται σε επίπεδο Κοινωνίας οι γνωστές διχαστικές διαθέσεις που παράλληλα ενισχύονται και από τον ανεύθυνο επικοινωνιακό πληθωρισμό των Fake news και των διαφόρων συνωμοσιολογιών. (Ο δημόσιος διάλογος σε 24ωρη βάση ασχολείται με τις «μάσκες», τις αποστάσεις, τον αριθμό των μαθητών, τη διάταξη των θρανίων κλπ. θέματα αποκλειστικότητας των ειδικών). Αυτή η ασύμπτωτη αντιμετώπιση από το Πολιτικό Σύστημα της ιδιαίτερα κρίσιμης και έκρυθμης πραγματικότητας που απειλεί τη χώρα και τη ζωή των πολιτών, είναι το τέταρτο, διαχρονικό μεν, πλην λόγω συγκυρίας, σοβαρότατο πρόβλημα που προστίθεται στα τρία παραπάνω.
Όπως ακριβώς συνέβη και κατά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Τότε η ασύμπτωτη λειτουργία του Πολιτικού Συστήματος εκδηλώθηκε με τον αντιμνημονιακό παραλογισμό και τις γνωστές συνέπειες που θα πληρώνουμε για δεκαετίες.
Σήμερα προσφέρεται η ευκαιρία να αξιοποιηθεί το πολιτικό και κοινωνικό κεκτημένο, που κερδήθηκε από την επιτυχημένη αντιμετώπιση της πρώτης φάσης της πολύπλευρης κρίσης, για να αρθούν οι ακραίες τουλάχιστο στρεβλώσεις του Δημοσίου. Ας μη την αφήσουμε να χαθεί…!

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή