«Γράφω για να βγάλω από μέσα μου αυτό που με τρώει», Χρήστος Βασάλος, Ποιητής

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Γράφω για να βγάλω από μέσα μου αυτό που με τρώει», Χρήστος Βασάλος, Ποιητής

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945 από γονείς νησιώτες. Στα 19 του και έχοντας κάνει διάφορες δουλειές, ταξίδεψε με πλοία. Εκεί ήρθε σε επαφή με τη λογοτεχνία και την ποίηση του Καββαδία. Γοητεύτηκε τόσο που άρχισε και ο ίδιος να γράφει δειλά – δειλά. Πέρασαν τα χρόνια και όταν αποφάσισε να αφήσει πια τη θάλασσα, το 1975, ασχολήθηκε με το σχέδιο επίπλου και την κατασκευή του. Στο μεταξύ… έγραφε! «Ίσως από αμέλεια, ίσως γιατί είχα άλλες προτεραιότητες στη ζωή μου, δεν είχα μέχρι τότε εκδόσει τίποτα. Τώρα πια, παππούς, τα ξαναθυμήθηκα όλα και προσπαθώ ακόμα…» ομολογεί ο ίδιος.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΣΑΛΟΣ: Στο περιβάλλον μιας αστικής οικογένειας με δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, και με τη γιαγιά μας. Αυτό μου χάρισε χαρούμενα και ξένοιαστα παιδικά χρόνια στην Κυψέλη. Σε μια λαϊκή γειτονιά, πήγαινα στο ιστορικό 26ο Δημοτικό σχολείο από όπου πέρασαν πρόσωπα όπως η Ζωΐτσα Κουρούκλη, ο Αλέκος Παναγούλης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης…

«Π»: Μιλήστε μας για την εποχή που ανακαλύψατε την ποίηση του Καββαδία.
ΧΡ.Β.: Ήταν το 1963, μικρό παιδί σ’ένα βαπόρι, τζόβενο. Με είδε παιδί από πόλη ο δεύτερος και μου έδινε διάφορα βιβλία για να περνάει η ώρα. Τότε έπεσε στα χέρια μου το «Μαραμπού» και το «Πούσι» του Καββαδία. Πες από νοσταλγία, πες από ευαισθησία, εγώ χάθηκα στα ποιήματά του.

«Π»: Θυμάστε τους πρώτους στίχους που γράψατε;
ΧΡ.Β.: …δυστυχώς δεν τους έχω καν…

«Π»: Διστάζετε να εκδώσετε τα ποιήματά σας;
ΧΡ.Β.: Δεν είναι ότι διστάζω. Αναγνωρίζω ότι είναι δύσκολοι οι καιροί, λίγα τα χρήματα της σύνταξης. Όμως θα τα εκδόσω σύντομα.

«Π»: Τί είναι για εσάς η ποίηση;
ΧΡ.Β.: Η ποίηση για μένα είναι η τέχνη της απελπισίας που παλεύει με λέξεις τον φθαρτό κόσμο των ανθρώπων. Δεν είναι η λέξη, είναι η λέξη προς λέξη και ξέρουν όλοι ότι μπαίνει στο ράφι για χρόνια και πως περιμένει άλλες γενιές να ανακαλύψουν τη «λέξη προς λέξη», να γευτούν το ποίημα, να το μυρίσουν, να το κρίνουν…

«Π»: Γιατί γράφετε;
ΧΡ.Β.: Γιατί γράφω; Γράφω, πρώτον, για εμένα. Για να βγάλω από μέσα μου κάτι που με τρώει, με βασανίζει, βασανίζει την ανησυχία μου, το γιατί μου, το μεράκι που σιγοκαίει μέσα μου. Δεύτερον, γράφω για να δώσω στους γύρω μου τη ματιά μου, τί πιστεύω για τη ζωή, τον έρωτα, το μέλλον, την ευκαιρία που εγώ έχασα. Ο σκοπός είναι να δώσω!

«Π»: Ποιές οι πηγές έμπνευσής σας;
ΧΡ.Β.: Από νέος που άρχισα να γράφω δειλά δειλά, πηγή έμπνευσης είχα τις σχέσεις των νέων ανθρώπων, το φλερτ, την αγάπη, τον έρωτα. Αργότερα έγραφα για κοινωνικά ζητήματα, κάποιες φορές έγραφα κραυγές ζωής…

«Π»: «Συχνά νοιώθω την ανάγκη να ξεφύγω από κάτι στόματα, από τη γλώσσα των λέξεων». Δικοί σας στίχοι.
ΧΡ.Β.: Ακόμα δεν έχω υποστεί την κριτική, σίγουρα όμως θα έρθει κι αυτή, το ξέρω, και τότε… βλέπουμε. Δεν γράφω συμβατικά αλλά δεν χρησιμοποιώ λέξεις δύσκολες ή ποιητικές. Θέλω η ποίησή μου να είναι ένας ποιητικός πεζός λόγος.

«Π»: Είναι προσιτή στους νέους, θεωρείτε, η ποίηση όπως ήταν στη δική σας ηλικία των 19 ετών;
ΧΡ.Β.: Σήμερα οι νέοι δεν διαβάζουν ποίηση, γενικά δεν διαβάζουν. Στα χρόνια μου, θα το ξέρετε άλλωστε κι εσείς, τη μόρφωση την πήραμε, όχι στο σχολείο, αλλά διαβάζοντας εξωσχολικά βιβλία. Προσωπικά πάντως πιστεύω ότι θα αρέσουν στους νέους τα ποιήματά μου.

«Π»: Η τεχνολογία βοηθά στην αξιοποίηση της τέχνης;
ΧΡ.Β.: Σίγουρα η τεχνολογία βοηθά στο γράψιμο πολύ, ειδικά σε σύγκριση με τη γραφομηχανή στη διόρθωση, ας πούμε, του κειμένου. Το internet το χρησιμοποιώ τόσο όσο χρειάζομαι. Κυρίως για έρευνα σε ιστορικό θέματα.

«Π»: Ποιόν ποιητή ή συγγραφέα θαυμάζετε;
ΧΡ.Β.: Αχ, ποιόν να πρωτοπώ, ποιόν να αφήσω έξω… Από Σαραντάρη μέχρι τον Μέγα Καζαντζάκη και ποιητές από τον Σουρή, της γενιάς του Μεσοπολέμου, και τους σύγχρονους. Όλοι τους ήταν δάσκαλοι για μένα!

«Π»: Πώς αισθάνεστε όταν γράφετε ένα ποίημα και πώς όταν τελικά το ολοκληρώσετε;
ΧΡ.Β.: Τα αισθήματα είναι της ψυχής και είναι ανάκατα. Προσπαθώ όταν έχω το θέμα, να το δώσω όσο πιο απλά μπορώ για να είναι κατανοητό σε εκείνον που θα το διαβάσει. Μπορεί να περάσουν ώρες ή ακόμα και μέρες μέχρι να βάλω την τελευταία λέξη. Όταν το τελειώσω, νοιώθω μια ικανοποίηση από καρδιάς σαν ένα μικρό παιδί…!

«Π»: Είστε μοναχικός άνθρωπος;
ΧΡ.Β.: Όχι, είμαι άνθρωπος της οικογένειας. Είμαι παντρεμένος, έχω μια κόρη, δυο εγγόνια, είμαστε δεμένοι πολύ!

«Π»: Πιστεύετε ότι ο ποιητής πρέπει να παίρνει θέση για ό,τι συμβαίνει γύρω του;
ΧΡ.Β.: Πιστεύω πως ναι, ο ποιητής πρέπει να είναι μέσα στα πράγματα, να ζει το τώρα – ειδικά στα κοινωνικά θέματα. Τα ερωτικά, το φλερτ, η αγάπη, πάντα κέντριζαν έναν ποιητή αν και πια νομίζω πως είμαστε πολύ μπροστά…

«Π»: Πώς βιώνετε την κρίση που περνάμε μετά το lockdown λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και μετά μάλιστα και την οικονομική κρίση;
ΧΡ.Β.: Είναι αλήθεια πως περνάμε μια κρίση εσωστρέφειας λόγω της πανδημίας. Καλά τα μέτρα αλλά νοιώθω πως όλα πρέπει να έχουν ένα όριο. Πιστεύω πως αυτό που περνάμε τώρα, θα φανεί αργότερα στη συμπεριφορά των ανθρώπων, θα φάνει και στον οικονομικό τομέα, θα φανεί παντού!

«Π»: Τί σας εξοργίζει;
ΧΡ.Β.: Στην ηλικία μου πια δεν με εξοργίζει τίποτα. Μάλιστα σε αρκετά δεν δίνω καθόλου σημασία, σε κάποιες άλλες καταστάσεις αντιδρώ γιατί δεν έχω άλλο τρόπο να ανταποκριθώ. Σε όλα όμως απαντώ με το να γράφω στο χαρτί. Είναι όμως πια ώρα να βγουν οι νέοι στο δρόμο.

«Π»: Τί αγαπάτε;
ΧΡ.Β.: Τί αγαπώ; Ό,τι αγαπάει ο άνθρωπος επί Γης! Τα αγαπώ όλα! Αγάπησα και αγαπώ τις γυναίκες, τη δουλειά μου, ήταν πραγματικά λατρεία για μένα να πιάνω ένα κομμάτι ξύλο και να δημιουργώ σ’αυτό ένα έπιπλο, αγάπη σα τη θάλασσα σε όλες της τις μορφές. Αγαπώ το γράψιμο που ήταν το πρώτο και το τελευταίο μου καταφύγιο στο να δημιουργώ…

«Π»: Τί ετοιμάζετε;
ΧΡ.Β.: Ετοιμάζω τώρα μια νέα ενότητα ποιημάτων, κυρίως κοινωνικά. Είναι μια κραυγή στον κόσμο, θα την έλεγα, μια καταγγελία για ό,τι συμβαίνει γύρω μας.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή