Ξύπνα, μωρέ! Στις 6 του Μάη έχουμε εκλογές (μέρος 1ον)

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Ξύπνα, μωρέ! Στις 6 του Μάη έχουμε εκλογές (μέρος 1ον)
Ξύπνα, μωρέ!
Στις 6 του Μάη έχουμε εκλογές

                                                                                                    (μέρος 1ον)

– Ώσπου να ντυθείς, να πλυθείς, θα πάει 7 ο μήνας… Πότε θα ψηφίσεις εσύ, παιδάκι μου;;

– Μάνα, αν με ζορίσεις άλλο, σού ‘χω πει, θα φύγω για Αυστραλία.
– Νίπτω τας χείρας μου… κύριε Τάσο, κακό που με βρήκε, έναν τον έχω τον κανακάρη μου, βλέπεις, και με εκβιάζει το παλιόπαιδο.

Η κυρά Νέτα με βρήκε στο πλατύσκαλο του σπιτιού, ούτε καλημέρα δεν είπε. Βλέπεις μένουμε μεσοτοιχία και ήξερε πως ακόμη και το ροχαλητό της άκουγα τα βράδια, οπότε όλα ήταν κοινό μυστικό, προς τι οι τύποι και τα προκαταρτικά. Ξεκινούσε τη συζήτηση μαζί μου από εκεί που την είχε αφήσει μέσα στο σπίτι. 
Όλη την ώρα έψελνε τον κανακάρη της – βλέπεις τον άντρα της, τελευταία φορά που τον έψαλε τον πήγαμε στο Τουμπίτσι σ’ένα χωριό έξω απ’ την Τρίπολη, Θεός σ’χωρέστον. Όλη η προηγούμενη εβδομάδα ήταν η εβδομάδα των παθών και η κυρά Νέτα κάθε βράδυ ήταν στην εκκλησία με την μπόλκα της και έψελνε τα τροπάρια της Κασσιανής απ’έξω κι ανακατωτά. Δεν προλάβαινε ο πατήρ Τίτος στην Αγία Ειρήνη ν’ ανοίξει το στόμα του και η κυρά Νέτα είχε αρπάξει το τροπάριο και το πήγαινε φέρτε. Αγράμματος δικηγόρος, που λέτε, η κυρά Νέτα. Με το που έβρισκε ευκαιρία στην κουβέντα, πετούσε ό,τι είχε συγκρατήσει απ’ τα τροπάρια της εκκλησίας για να παραστήσει την γραμματιζούμενη.
Κάνω αγώνα όπως βλέπεις, κύριε Τάσο, μπας και ξυπνήσω αυτό το γαϊδούρι, το γιό μου, και πάει να ψηφίσει. Βλέπεις, έχει 8 μήνες άνεργος κι από τότε τό ‘χει ρίξει στον ύπνο και στο Facebook, το βράδυ Facebook, το πρωί ύπνο ως το βράδυ. Δεν μου φτάνει αυτό, κύριε Τάσο, πληρώνω και τους ντελιβεράδες. Σταμάτησε, που λες, να τρώει απ’ το σπίτι, το τέρας, και τα μηχανάκια απ’ έξω κάνουν παρέλαση με πίτσες και σουβλάκια. Κάθε χτύπημα στο κουδούνι μου στοιχίζει 15 ευρώ, κύριε Τάσο. Έφτασα σε σημείο να σκέφτομαι μήπως πρέπει φωνάξω τον ηλεκτρολόγο να χαλάσει το κουδούνι μπας και γλιτώσω απ’ τους ντελιβεράδες. Μόλις τολμήσω να του πω «τι κάνεις εκεί παιδάκι μου, όλο πίτσες και σουβλάκια θα τρως;;», γίνεται θηρίο, το παλιόπαιδο, και η πρώτη του κουβέντα είναι: «Μάνα αν με ζορίσεις άλλο, σού ‘χω πει, θα φύγω για Αυστραλία.» Φαρμακώνομαι, κύριε Τάσο, βλέπεις τον έχω έναν, η μαύρη, πώς θα τ’ αντέξω. 
Η κυρία Νέτα σηκώνει το βλέμμα της στον ουρανό και ρίχνει έναν αναστεναγμό μαζί με το «Κύριε απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο. Για πες μου, κύριε Τάσο, πού πέφτει αυτή η Αστραλία να της φουσκώσω δέκα μούντζες. Ακούς εκεί, να πάρει τον κανακάρη μου η Αστραλία!»
Δε μου φτάναν όλα αυτά, κύριε Τάσο, αρπάχτηκα και μ’ αυτήν εδώ δίπλα, την κυρά Μαμή. Ποια κυρά Μαμή;; Αυτή εδώ καλέ, που όσο ζούσε ο μακαρίτης ο άντρας της, μας είχαν τρελάνει κάθε βράδυ στα Μα και στα Μη. Κάθε βράδυ έτριζε το σπίτι συθέμελα, μέχρι που το ξέκανε το βόδι η κυρά Μαμή. Άκου τι έχω πάθει κύριε Τάσο με την κυρά Μαμή: με το που ξαπόστειλε το βόδι τον άντρας της, έχει μαζέψει καμιά δεκαριά γάτες σαν και του λόγου της κι ένα παλιόσκυλο ίδιο ο μακαρίτης. Δεν τολμώ να βγω στη βεράντα κι ορμάει το παλιόσκυλο κατ’ απάνω μου, με το που παίρνω το σκουπόξυλο βγαίνει η Μαμή σαν να της πειράξανε το παιδί, «κάνε πίσω μωρή γουρούνα» μου λέει, «μη πειράξεις το σκυλί, θα φωνάξω την αστυνομία να σε κλείσει μέσα». Δεν είμαι, λέει, φιλόζωη ή ζωόφιλη, κάτι τέτοια μου έλεγε. Έχει διαφορά, κύριε Τάσο μου, ο ζωόφιλος με τον φιλόζωο;; Το ίδιο πράγμα είναι, της λέω. Και αφού αυτή είναι φιλόζωη γιατί με λέει εμένα γουρούνα, τί της φταίξανε τα γουρουνάκια; 
Κάτι άλλο, κύριε Τάσο μου, το τελευταίο διάστημα ακούω στην τηλεόραση να λένε τον παιδεραστή, παιδόφιλο; Τα ακούω και λέω θα πέσει φωτιά να μας κάψει, άκου παιδόφιλος, φίλος δηλαδή του παιδιού ο μεγαλύτερος εγκληματίας της παιδικής ψυχής, Κύριε ελέησον με, Σόδομα και Γόμορρα γίναμε.
Παίρνει μια ανάσα και συνεχίζει: Δε φταίμε όμως εμείς, κύριε Τάσο μου, φταίνε αυτά τα καθάρματα οι πολιτικοί, αυτοί τα κάνανε όλα ίσωμα. Κάθε μέρα βλέπεις η αναταραχή μεγαλώνει. Και σε ένα κράτος με αναταραχή βρίσκουν χώρο και φυτρώνουν τα αποβράσματα της κοινωνίας και οι παραφυάδες. Γεμίσαμε προφήτες και σωτήρες. Πού ήταν όλοι αυτοί λίγο πιο πριν, μου λες κύριε Τάσο;; Πιάσανε όλοι τους μια θεωρία και έρχονται τώρα να μας σώσουν, όποιος πει και όποιος κάνει το πιο ακραίο, γίνεται ήρωας σ’ αυτή τη χώρα. Βλέπεις αυτή είναι η φύση του Έλληνα, λατρεύει τις ακρότητες.
Ο πόλεμος ξεκίνησε, κύριε Τάσο μου. Τα γιαουρτάκια επιτίθενται στους πολιτικούς. Οι Χρυσαυγίτες στους Πακιστανούς. Οι Καθαροί στους Ναρκομανείς. Οι Μνημονιακοί στους Αντιμνημονιακούς. Οι Οικολόγοι Πράσινοι στους Οικολόγους Ριζοσπάστες. Σε λίγο, κύριε Τάσο, θα επιτίθενται οι Υγιείς στους Ασθενείς. Οι Δημόσιοι στους Ιδιώτες. Οι Αστοί στους Αγρότες. Ζούγκλα γίναμε, κύριε Τάσο! Ζούγκλα γίναμε!
Μετά τον καταιγισμό της κυρά Νέτας, προφασίστηκα έναν πονονοκέφαλος που δεν λέει να με αφήσει απ’ το πρωί, αλλά και γι’ αυτό είχε κάτι να προτείνει η κυρά Νέτα.   
Θες, κύριε Τάσο, να τηλεφωνήσω στο Δήμαρχο τον Τσίρο, το λαγοδόντη καλέ, γι’ αυτόν που έγραφες τις προάλλες, το φεγγαροκέφαλο το μορφονιό;; Να σου κάνει ένα ξεμάτιασμα; Βλέπεις, από τότε που του είπαν «ή Γιατρός ή Δήμαρχος» τό ‘ριξε ο αθεόφοβος στο ξεμάτιασμα. Τον παίρνεις στο κινητό και σε δυο λεπτά είσαι έτοιμος. Να σου πω την αλήθεια το ξεμάτιασμα και πιο γρήγορο είναι και πιο αποτελεσματικό, άσε που δεν πληρώνεις και μία, αρκεί λέει να τον ψηφίσεις και την επόμενη τετραετία.
Λοιπόν, κύριε Τάσο, ααα! Ξέχασα καλέ, να σου πω πολύχρονος, γιόρταζες την Ανάσταση…
Η συνέχεια την άλλη εβδομάδα.
Πήγαινε στην κορυφή