Συμβουλευτική Σταδιοδρομίας: Πολυτέλεια ή ανάγκη;

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Συμβουλευτική Σταδιοδρομίας: Πολυτέλεια ή ανάγκη;

Όταν πριν από περίπου 30 χρόνια ασχολήθηκα για
πρώτη φορά με τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό, συνειδητοποίησα ότι ένα
καίριο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι νέοι με τους οποίους ερχόμουν σε
επαφή, ήταν το κατά πόσον η επιλογή τους ήταν «η σωστή». Η ανησυχία τους
ήταν μήπως στην πορεία της εκπαιδευτικής ή επαγγελματικής τους εξέλιξης
ανακάλυπταν ότι δεν τους ταιριάζει αυτό που είχαν επιλέξει. Ο
προβληματισμός γινόταν, και εξα
κολουθεί
να γίνεται, πιο πολύπλοκος γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα της Χώρας μας,
με τις Δέσμες ή τις Κατευθύνσεις του, ουσιαστικά πίεζε για μια, κατά τη
γνώμη μου, πρόωρη επιλογή μαθημάτων στα οποία έδιναν σημασία οι
μαθητές, αφού θα εξετάζονταν σ’ αυτά μέσα από τις Πανελλήνιες Εξετάσεις.
Παράλληλα με τον περιορισμό των ενδιαφερόντων τους δεν
συνειδητοποιούσαν ότι σταματούσαν και την ανάπτυξη ορισμένων δεξιοτήτων
τους. Επικρατούσε η «λογική» των πρώτων τάξεων του Δημοτικού, ότι δηλαδή
αφού λύνω προβλήματα Αριθμητικής δεν με ενδιαφέρει η ορθογραφία!

Ως Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού υποστήριζα (και εξακολουθώ
να πιστεύω) ότι όσο σημαντικός και αν είναι ο στόχος ενός νέου,
σημαντικότερη είναι η προσέγγισή του στο πώς θα φτάσει εκεί. Παρομοιάζω
την εξέλιξη της εκπαιδευτικής και επαγγελματικής μας ζωής, ως ένα
ταξίδι. Το ταξίδι αυτό στηρίζεται σε κάποιες αρχικές επιλογές, αλλά δεν
«εγκλωβίζει» τον ταξιδευτή σε ένα μέρος. Έτσι το αρχικό δίλημμα γίνεται
πολύ πιο ήπιο, από τη στιγμή που κάποιος αντιληφθεί ότι στην
εκπαιδευτική-επαγγελματική πορεία είναι δυνατό (και σχεδόν μοιραίο) να
συνδυάσει κανείς διάφορα ενδιαφέροντα ή ρόλους. Στο παράδειγμα που
αναφέρθηκα, με ενδιαφέρει πιο πολύ το να ξέρω να διαβάζω ένα χάρτη και
το να έχω μαζί μου ορισμένα βασικά εφόδια (ρεζέρβα, νερό, φακό, κλπ) από
το αν τελικά θα φτάσω στον προορισμό Α ή Β. Με ενδιαφέρει περισσότερο
το πώς οδηγεί κανείς και λιγότερο το πού πάει, γιατί αυτό που μετράει
είναι η δεξιότητα του «ξέρω να οδηγώ» και η εμπειρία που έχω αποκτήσει
από τα ταξίδια μου.

Ένας διαφορετικός τρόπος για να πει κανείς
το ίδιο πράγμα είναι το να παρομοιάσει την εκπαιδευτική και
επαγγελματική μας ζωή ως ένα μεγάλο puzzle. Δουλεύει κανείς μια ομάδα
κομματιών, αφού έχει γυρίσει τα κομμάτια από την καλή τους μεριά και
αφού έχει κάνει το περίγραμμα. Αν δεχτούμε ότι δεν γνωρίζουμε την εικόνα
που προσπαθούμε να φτιάξουμε, τότε δεν γνωρίζουμε αν αυτή η ομάδα
κομματιών είναι ουρανός ή θάλασσα. Αυτό που έχει σημασία είναι το να
έχουν δουλευτεί προσεκτικά τα κομμάτια, και στη συνέχεια θα βρούμε το
πού ταιριάζουν. Το ηθικό δίδαγμα είναι απλό: «τίποτα δεν πάει χαμένο».
Καμία γνώση, καμία εμπειρία, καμία κοινωνική επαφή δεν είναι άχρηστη,
μολονότι κάποιες από αυτές θα έχουν πιο κεντρικό χαρακτήρα στη ζωή μας
και άλλες απλά θα συμπληρώνουν την εικόνα. Στο παραπάνω παράδειγμα η
υπομονή, η παρατηρητικότητα, η μεθοδικότητα και η ικανότητα να δουλεύεις
σε διάφορα πεδία, είναι δεξιότητες που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη
δημιουργία μιας ελκυστικής-πετυχημένης εικόνας.

Οι δεξιότητες
για τις οποίες μιλάω είναι «οριζόντιες» και μας αφορούν όλους. Το να
είσαι ικανός να διαχειριστείς ένα έργο, το να μπορείς να το σχεδιάσεις,
να το υλοποιήσεις και το να το αξιολογήσεις, είναι δεξιότητες που
καθένας μας έχει ως ένα βαθμό. Ομοίως, το πώς λειτουργούμε με τους
άλλους, το κατά πόσον είμαστε κοινωνικοί, πειστικοί, ομαδικοί ή πρόθυμοι
να αναλάβουμε πρωτοβουλίες δηλαδή, είναι δεξιότητες. Το να έχουμε μάθει
να συλλέγουμε, να αναλύουμε, να κατανοούμε και να συνθέτουμε
πληροφορίες, είναι μια ακόμη κατηγορία δεξιοτήτων. Η δημιουργική σκέψη, η
ανεκτικότητα στο διαφορετικό, η εκφραστικότητα των συναισθημάτων μας,
θα μπορούσαν να θεωρηθούν δεξιότητες. Φυσικά η επικοινωνία, γραπτή ή
προφορική, με λόγια, εικόνες ή αριθμούς, στη γλώσσα μας ή σε μια ξένη
γλώσσα είναι μια βασική κατηγορία δεξιοτήτων. Επίσης η αντίληψη του τι
συμβαίνει στο κόσμο και η δυνατότητα του να παρακολουθεί κανείς τις
τεχνολογικές ή επιστημονικές εξελίξεις είναι δεξιότητα. Τέλος, η
προσαρμοστικότητα, η αντοχή, το πείσμα ή αφοσίωση είναι ψυχικές
δεξιότητες που συχνά είναι απαραίτητες σε όλες τις φάσεις της
εκπαιδευτικής ή της επαγγελματικής μας ζωής.

Δίνοντας
μεγαλύτερη έμφαση στις δεξιότητες και φαινομενικά λιγότερη έμφαση στις
γνώσεις, δεν με καθιστά ιδιαίτερα αγαπητό τους συναδέλφους
εκπαιδευτικούς. Βλέποντας τους νέους μέσα από το πρίσμα του Ψυχολόγου,
ενδιαφέρομαι για την ανάπτυξή τους, γνωρίζοντας πόσο «ουτοπικό» είναι το
να προσπαθείς να ταιριάξεις τα ενδιαφέροντα και την προσωπικότητα ενός
νέου με τις ανάγκες και τις αξίες του κόσμου της εργασίας. Οι νέοι είναι
ακόμα εύπλαστοι και ο κόσμος αλλάζει τόσο γρήγορα και τόσο ριζικά, που
είναι σχεδόν αδύνατο σε ένα ρευστό περιβάλλον να είσαι σίγουρος για
οτιδήποτε. Με ενδείξεις και πιθανότητες πορεύεσαι ως Σύμβουλος, έχοντας
ως δικαιολογία ύπαρξης το ότι νοιάζεσαι για τους άλλους και η σχέση σου
με τους νέους και το περιβάλλον τους δεν εξαντλείται στην αρχική επαφή.

Γι’ αυτό και υποστηρίζω ότι δεν είναι «πολυτέλεια», αλλά
ανάγκη, η ύπαρξη μιας συμπληρωματικής φωνής μέσα σε μια εκπαιδευτική
μονάδα (σχολείο ή φροντιστήριο). Συχνά οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν το
χρόνο να ψάξουν το γιατί κάποιος δεν αποδίδει, ούτε εστιάζουν την
προσοχή τους σε θέματα όπως η διαχείριση του χρόνου ή του άγχους από
τους μαθητές τους. Είναι ίσως αναγκασμένοι να ενδιαφερθούν για άμεσα
αποτελέσματα, όταν για τον Σύμβουλο Σταδιοδρομίας ο χρονικός ορίζοντας
είναι πολύ πιο μακρύς. Στον τόπο μας τον ρόλο του Συμβούλου
Εκπαιδευτικού -Επαγγελματικού Προσανατολισμού τον αναλαμβάνουν οι
καθηγητές (επιμορφωμένοι ή μη) που είναι σε θέση να καλύψουν τεχνικά
θέματα (πχ. πώς υπολογίζονται τα μόρια) ή ως ένα βαθμό την πληροφόρηση
για Σχολές ή επαγγέλματα, αλλά δεν μπορούν να ανταποκριθούν επαρκώς στο
κομμάτι της Συμβουλευτικής. Αντιλαμβάνεται κανείς πώς σε καιρούς
οικονομικά δύσκολους ακούγεται ως πολυτέλεια το να ζητά κάποιος το να
συμπληρωθεί η διδακτική ομάδα με έναν υπεύθυνο για την Συμβουλευτική.
Όταν όμως η προσπάθεια γονιών, παιδιών και εκπαιδευτικών για μια
επιθυμητή θέση στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση απαιτεί επαγγελματική
προσέγγιση, είναι αναγκαία η διεύρυνση του στελεχιακού δυναμικού, για
την κάλυψη των ψυχολογικών αναγκών των νέων.

Γιώργος Τσατσάς , Ph. D
Διδάκτωρ Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Purdue, ΗΠΑ, gttsatsas@gmail.com

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή