ΑΛΕΞΗΣ Β. ΣΤΑΥΡΑΤΗΣ, Εκπαιδευτικός, Συγγραφέας: Η τέχνη είναι εξ ορισμού αντιστασιακή σε κάθε εξουσία

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΑΛΕΞΗΣ Β. ΣΤΑΥΡΑΤΗΣ, Εκπαιδευτικός, Συγγραφέας: Η τέχνη είναι εξ ορισμού  αντιστασιακή σε κάθε εξουσία

Ο Αλέξης Β. Σταυράτης γεννήθηκε στη Θεσπρωτία το 1952. Έζησε αρκετά χρόνια στην Κέρκυρα, όπου εργάστηκε στη μέση εκπαίδευση. Σήμερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή, τρεις δραματικούς μονόλογους, δύο μυθιστορήματα και ένα βιβλίο με διηγήματα. Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα περιοδικά.
Α΄ Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ (biblionet.gr)
(2013) Το μοιρολόι της άνοιξης, (Δραματικός μονόλογος), Γαβριηλίδης
(2009) Το Ευαγγέλιο της Ιωάννας, (Μυθιστόρημα), Γαβριηλίδης
(2007) Ο έρωτας και ο σταυρός, (Δραματικός μονόλογος), Γαβριηλίδης
(2005) Σαλώμη, (Δραματικός μονόλογος), Γαβριηλίδης
(2001) Ο κλ[ω]νισμένος Θεός, (Μυθιστόρημα), Ελληνικά Γράμματα
(1995) Βένθει κραδίης, (Ποίηση), Απόστροφος
Β΄ Δωρεάν στο ίντερνετ
(2012) «Ο Κύκλος του Φεγγαριού» (Διηγήματα) από free-ebooks

«ΠΑΛΜΟΣ»: Εκπαιδευτικός και συγγραφέας διπλή ιδιότητα, επιτυχημένη διπλά. Είμαστε λίγο πριν το χειμώνα. Κατά τη γνώμη σας θα είναι βαρύς; Και δεν εννοώ το καιρικό φαινόμενο…
ΑΛΕΞΗΣ ΣΤΑΥΡΑΤΗΣ: Για να προτάσσετε τη διπλή μου ιδιότητα, σημαίνει πως ζητάτε από μένα αυξημένο λόγο ευθύνης… Και, βέβαια, ούτε ο εκπαιδευτικός μπορεί να λέει ψέματα στους μαθητές, ούτε ο συγγραφέας νααποκρύπτει την αλήθεια. Για το χειμώνα που αναφέρεστε, πιστεύω ότι δεν είμαστε λίγο πριν, είμαστε ήδη μέσα. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας που να πιστεύει ότι η Ελλάδα θα περάσει ήπιο χειμώνα. Εκτός, φυσικά, από τους κυβερνώντες που δεν κουράζονται να ψεύδονται, να διαψεύδονται και να μας υπόσχονται ανάπτυξη και όχι άλλα επώδυνα μέτρα…
«Π»: Γράψατε στο διαδίκτυο για την ενοχή της σιωπής. Είναι αρκετό να γνωρίζουμε όλοι τι συμβαίνει και να παραμένουμε απαθείς;
Α.ΣΤ.: «Η αδιαφορία είναι συνενοχή» έγραψα, για την ακρίβεια. Το βασικό είναι να γνωρίζουμε τι συμβαίνει, και αυτό είναι γεγονός επειδή όλοι, λίγο – πολύ, όχι μόνο γνωρίζουμε αλλά και υφιστάμεθα τις συνέπειες της κρίσης. Αλλά δεν είναι αρκετή η γνώση, εφόσον οι πολιτικοί συνεχίζουν ανενόχλητοι το καταστρεπτικό τους έργο. Τι περιμένουμε; Αν περιμένουμε τον από μηχανής θεό να επέμβει, θα υποστούμε περισσότερη εξαθλίωση της ζωής μας. Αν περιμένουμε να μας λυπηθούν οι τοκογλύφοι φίλοι μας, είμαστε απλώς αφελείς και ανιστόρητοι.
Εγώ προσωπικά περιμένω τα χειρότερα, αλλά ας αφήσουμε και λίγο φως… Ότι, όταν τα χάσουμε όλα, θα εξεγερθούμε και θα πάρουμε επιτέλους την τύχη μας στα χέρια μας!
«Π»: Τα δικά μας χρόνια πώς θα τα ονομάζατε;
Α.ΣΤ.: Τα χρόνια μας είναι τα πιο κρίσιμα χρόνια της ιστορίας των Ελλήνων… Αν δεν εξεγερθούμε, τα εγγόνια μας δεν θα γνωρίζουν την Ελλάδα παρά μόνον από τα βιβλία. Αν υπάρχουν βιβλία και αν υπάρχει Ελλάδα στο επιλεγμένο ηλεκτρονικό υλικό που θα τους δίνουν…
«Π»: Η Ελλάδα, όπως λέγεται, έχει τεθεί εκτός γεωπολιτικού παιγνίου;
Α.ΣΤ.: Γιατί, πότε ήταν; Η τελευταία φορά που μπορούσε να παίξει τέτοια παιχνίδια ήταν πριν το 1453. Στα χρόνια του νεώτερου ελληνικού κράτους πάντοτε ήμασταν ακόλουθοι κάποιας μεγάλης ξένης δύναμης. Μπορεί στους Βαλκανικούς πολέμους να είχαμε επιτυχίες, αλλά κι αυτό οφείλεται στο ότι κάποιοι άλλοι είχαν αποφασίσει το ψαλίδισμα της τούρκικης αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό και όταν κατατροπώναμε τους Τούρκους στην ασιατική πλευρά, οι ξένοι φίλοι μας όπλισαν τον Κεμάλ και ακολούθησε ο …συνωστισμός της Σμύρνης. Δυστυχώς, είμαστε δραματικά εκτός κάθε γεωπολιτικού παιγνίου. Αν μας χρειαστούν κάποιοι μεγάλοι, θα μας το πουν.
«Π»: Περνάμε μια μεγάλη κρίση. Η ασυμφωνία είναι προφανής σε όλα τα επίπεδα, αιτιολογεί όμως την γενική απροθυμία εξεύρεσης λύσεων;
Α.ΣΤ.: Μέρος της κρίσης είναι η ασυμφωνία που λέτε. Είθισται οι Έλληνες να έχουμε άποψη για όλα, πώς ν’ ακούσουμε εμείς τη γνώμη ενός άλλου; Αυτό κάνουν και οι πολιτικοί μας· το θεωρούν προδοσία αρχών να δεχτούν πρόταση άλλου κόμματος. Αλλά δεν αιτιολογεί πλήρως την απροθυμία και απραξία μας. Έχει κάποια βάση το ότι δεν ξέρουμε ποιον να πιστέψουμε, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. Και τι σημαίνει λύση; Όταν στην πραγματικότητα μας κυβερνάνε με ποσοστό γύρω στο 30% του όλου εκλογικού σώματος, ποια λύση έχει προτείνει ο λαός με την ψήφο του; Ποιος λαός, το 30%;
Υπάρχει έλλειμμα παιδείας και δημοκρατίας, η αντιπολίτευση μονίμως γκρεμίζει και η κάθε κυβέρνηση μονίμως αγνοεί… Ακόμα και στην κρίση, 2012 έγιναν οι εκλογές, ο λαός έδειξε πως δεν ξέρει τι του γίνεται… Πώς αναθέτεις στους υπεύθυνους της καταστροφής να σου βρουν τη λύση που δεν ξέρουν ή δε θέλουν; Τι έλεγε τότε ο Σαμαράς και τι κάνει σαν κυβέρνηση. Απροθυμία εξεύρεσης λύσεων; Κάτι χειρότερο: και στραβός είναι ο γιαλός και στραβά αρμενίζουμε. Λυπάμαι, διαπιστώνω ότι τα έχουμε χαμένα τελείως.
«Π»: Οι Έλληνες αγωνιστές της μεταπολίτευσης είχαν πάθος, ζήλο, όραμα, συναίσθημα. Πού πήγαν όλα αυτά; Χάθηκαν;
Α.ΣΤ.: Η ερώτησή σας ακούγεται πολύ ρομαντική. Δεν θα αγνοείτε, βέβαια, ούτε εσείς ούτε οι αναγνώστες μας ότι η γενιά του Πολυτεχνείου κατηγορείται πως έφερε τη χώρα στην κατάσταση που είναι σήμερα. Δηλαδή, δεν είχαν όλοι οι αγωνιστές όλες αυτές τις αρετές που αναφέρετε. Κάποιοι, αρκετοί θα έλεγα, εξαγόρασαν τους αγώνες τους και πλούτισαν αισχρά… Ναι, χάθηκαν πολλά πράγματα στη μεταπολίτευση. Μάθαμε στην καλή ζωή με κάθε τρόπο και κάθε μέσο, στο εύκολο χρήμα, οι συνδικαλιστικοί ηγέτες ξεπουλήθηκαν, οι αγώνες γίνονταν για το φαΐ και την καρέκλα. Εναποθέταμε στη «17 Νοέμβρη» το ρόλο του τιμωρού… Δεν έμεινε τίποτε όρθιο από αρχές και αξίες. Τώρα κανείς δεν πιστεύει κανέναν, και όσοι πρωτοστατούν σε αγώνες θεωρούνται ύποπτοι καιροσκόποι. Θα μας πάρει πολύ για να βρούμε λίγη τιμιότητα και αγωνιστική διάθεση…
«Π»: Στην Παγκόσμια Ιστορία, ανά τους αιώνες, έχει κερδίσει κάτι ο λαός; Ή αλλάζει μόνο εξουσιαστές;
Α.ΣΤ.: Αν το δούμε πληθυσμιακά, οι περισσότεροι άνθρωποι ακόμα και σήμερα ζουν υπό καθεστώς καταπίεσης. Αλλά σαν ανθρωπότητα έχουμε πάει πολλά βήματα μπροστά. Αναγνωρίστηκαν, κατ’ αρχάς, στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Έχουν θεσπιστεί νόμοι δικαιοσύνης και ισότητας μετά από πολύχρονους και αιματηρούς αγώνες. Έχουν εξαφανιστεί φεουδαρχικά συστήματα, ολοκληρωτικές εξουσίες, τυραννίες, σκοταδιστικοί θεσμοί.
Στην εποχή μας, όμως, ζούμε κάτι το πρωτόγνωρο. Η σύγχρονη τεχνολογία ευνοεί νέες μορφές εξουσίας, καταπίεσης και εξαθλίωσης των αδύναμων. Δεν υπάρχουν οικονομικά συστήματα ή ιδεολογικά μορφώματα που θέλουν να σε κερδίσουν για τη δική τους εκδοχή διακυβέρνησης. Σήμερα κυβερνάει τον κόσμο η μαφία του χρήματος, χωρίς να είναι ακόμα εμφανές ποιοι κινούν τα νήματα. Τα δικαιώματα της εργασίας και της ποιότητας ζωής έχουν πάει τουλάχιστον 50 χρόνια πίσω. Ό,τι κέρδισε ο λαός σε έναν αιώνα, το έχει χάσει μέσα σε πέντε χρόνια… Δεν είμαι σίγουρος πού θα σταματήσει η όρεξη των μαφιόζων.
«Π»: Σας επηρέασε η ιδιότητα σας ως εκπαιδευτικού στην απόφαση να γίνετε συγγραφέας;
Α.ΣΤ.: Θα έλεγα ναι, αν και το σαράκι υπήρχε παιδιόθεν… Ως εκπαιδευτικός ήμουν συνέχεια με παιδιά και βιβλία και αυτό με ώθησε να εκδώσω κάτι απ’ αυτά που έγραφα.
«Π»: Υπάρχουν θέματα απαγορευμένα και δύσκολα; Πώς θα προσελκύσουν το αναγνωστικό κοινό;
Α.ΣΤ.: Υπάρχουν, αλλά όχι όπως ακούγεται. Απαγορευμένα σημαίνει ότι ο συγγραφέας δεν κατέχει επαρκώς το θέμα του και καλά θα κάνει να μην ασχοληθεί… Π.χ. δεν μπορείς να γράψεις μυθιστορηματική βιογραφία ενός σπουδαίου μαθηματικού, αν δεν κατέχεις μαθηματικά. Μπορεί ο επιστήμονας να ήταν περίπτωση και να ήταν από το χωριό σου, αλλά το εγχείρημα ξεπερνά τον συνηθισμένο συγγραφέα. Επομένως υπάρχουν και δύσκολα θέματα. Εκεί χρειάζεται πολλή δουλειά, μελέτη, έρευνα, συμβουλές από ειδικούς. Και τον ανάλογο χρόνο, βεβαίως…
Πώς θα προσελκύσουν το κοινό; Γράφοντας οπωσδήποτε για πράγματα που κατέχουν καλά και, αν ευνοούν οι συγκυρίες, για θέματα που απασχολούν το κοινό.
«Π»: Πόσος χρόνος σάς χρειάζεται για να υλοποιήσετε μια ιδέα, να την ολοκληρώσετε ως έργο;
Α.ΣΤ.: Πολύ ενδιαφέρουσα και χρήσιμη ερώτηση. Για ένα μυθιστόρημα τριακοσίων περίπου σελίδων, δυο χρόνια τουλάχιστον… Γι’ αυτό δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν μερικοί και βγάζουν ένα μυθιστόρημα κάθε χρόνο. Λίγος χρόνος σημαίνει λίγη δουλειά και κακή ποιότητα. Όταν ολοκληρώνω ένα έργο, το αφήνω στο «συρτάρι» για 2-3 μήνες, ώστε να το ξεχάσω αν γίνεται… Στο διάστημα αυτό ασχολούμαι με άλλα γραψίματα. Μετά το ξανακοιτάζω τελείως αποστασιοποιημένος, σχεδόν σαν αναγνώστης. Έτσι κάνω την τελική διόρθωση και, πιστέψτε με, βρίσκω αρκετά που πρέπει να αλλάξω!
«Π»: Δίνετε συμβουλές σε νέους συγγραφείς;
Α.ΣΤ.: Δεν είμαι τελείως απρόσιτος… Όταν γνωρίζομαι με κάποιον νεώτερο και ζητάει τη γνώμη μου, πάντα την έχει, παρόλο που είμαι πιο διστακτικός τώρα. Δυστυχώς, οι περισσότεροι μου ζητάνε να διαβάσω κάτι δικό τους περιμένοντας κολακευτικά λόγια. Λίγοι έχουν πραγματική πρόθεση να μάθουν. Εν πάση περιπτώσει, η βασική συμβουλή μου προς νεώτερους είναι να διαβάζουν πολύ και καλή λογοτεχνία.
«Π»: Οι χαρακτήρες στα έργα σας έχουν εσωτερικές συγκρούσεις; Γίνεται μάρτυρας αυτών ο αναγνώστης, έτσι ώστε να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του;
Α.ΣΤ.: Όπως και στη ζωή, οι αληθινοί χαρακτήρες έχουν εσωτερικές συγκρούσεις. Συνήθως αυτές αποτυπώνονται στην εξέλιξη της ιστορίας, οπότε ο αναγνώστης το αντιλαμβάνεται και βγάζει τα συμπεράσματά του. Σπάνια υπαινίσσεται μια σύγκρουση, αλλά κι αυτή θα εμφανιστεί αργότερα, αν ήταν τόσο ισχυρή για το ποια απόφαση έπρεπε να ληφθεί.
«Π»: Είναι τα έργα των συγγραφέων η πνευματική τους διαθήκη προς εμάς;
Α.ΣΤ.: Λογικά είναι. Εκτός αν ο συγγραφέας έχει γράψει κάτι δοκιμιακό ή έχει δώσει συνεντεύξεις, όπου ξεκαθαρίζει τη θέση του για σημαντικά ζητήματα. Ύστερα, όμως, από αρκετά χρόνια μόνο τα βιβλία μένουν εν είδει πνευματικής διαθήκης.
«Π»: Ποιό είναι το έναυσμα για εσάς στην συγγραφή ενός πονήματός σας;
Α.ΣΤ.: Το ότι έχω ανάγκη να γράφω… Ο συγγραφέας, όμως, δεν έχει μόνο ένα θέμα στο μυαλό του και η διαδικασία επιλογής δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Στην επιλογή μπορεί να παίξουν ρόλο διάφοροι παράγοντες. Αν ένα θέμα που με ενδιαφέρει γίνει άκρως επίκαιρο, αν περιστρέφεται γύρω από ζητήματα που εγώ θεωρώ σοβαρά, αν μια ιστορία με αγγίζει περισσότερο και «μου ζητάει» επιτακτικά ν’ ασχοληθώ μαζί της…
Συμβαίνει, πάντως, καμιά φορά ν’ αρχίζω ένα μυθιστόρημα και να το εγκαταλείπω επειδή δεν με ικανοποιεί η όλη εξέλιξη της ιστορίας. Αν δεν αρέσει σ’ εμένα, πώς θ’ αρέσει στους αναγνώστες;
«Π»: Είναι η εποχή τέτοια, που τα έργα πρέπει ν’ ασχολούνται με τη σημερινή κατάσταση, με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα;
Α.ΣΤ.: Ήδη κάποιος συγγραφέας έχει κυκλοφορήσει και τριλογία της κρίσης. Και άλλοι έχουν εκδώσει σχετικά έργα. Το βρίσκω λογικό και αναμενόμενο. Οι μεν συγγραφείς να πιστεύουν ότι με τέτοια θέματα θα κερδίσουν το κοινό, οι δε αναγνώστες να έλκονται από σύγχρονες ιστορίες. Το ότι, όμως, είναι τέτοια η εποχή, δεν σημαίνει πως θα ασχολούμαστε μόνο με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η ζωή, ευτυχώς, έχει και άλλες πλευρές και χρειαζόμαστε και αλλού ανατροφοδότηση.
Αν και, γενικά μιλώντας, ο συγγραφέας δεν θα πρέπει να κυνηγάει την επικαιρότητα. Σημασία έχει να γράφει καλά και τα έργα του θα βρουν το κοινό τους, ανεξαρτήτως επικαιρότητας. Γιατί δεν είναι το θέμα που κάνει έναν συγγραφέα σπουδαίο, αλλά ο συγγραφέας κάνει ένα θέμα να φαίνεται σπουδαίο.
«Π»: Είναι χρέος του συγγραφέα να θίγει τα κακώς κείμενα;
Α.ΣΤ.: Όχι, δεν είναι. Αν και εκφράστηκα απόλυτα, καταλαβαίνω εκείνους που έχουν τέτοιες ευαισθησίες. Πιστεύω ότι η Τέχνη είναι εξ ορισμού αντιστασιακή σε κάθε εξουσία και δίνει τον αγώνα της με τα δικά της όπλα και μέσα. Αν αποδεχτούμε το χρέος, την υποχρέωση της πολιτικοποίησης, τότε περιορίζουμε το οπτικό του πεδίο, μένει απέξω το όλον της ύπαρξης. Δηλαδή, στον καιρό της κρίσης οι άνθρωποι δεν ερωτεύονται; Δεν έχουν υπαρξιακά προβλήματα, δεν θέλουν να διαβάζουν για άλλες χώρες, ιστορικές βιογραφίες, ποίηση, φανταστική και αστυνομική λογοτεχνία; Όμως σαν πολίτης οφείλει να έχει γνώμη και να την εκφράζει με κάθε ευκαιρία. Αν καλείται από τα ΜΜΕ, εκεί δεν πρέπει να μασάει τα λόγια του. Σε συνεντεύξεις, επίσης, οφείλει να λέει τη γνώμη του. Αλλά όχι στα μυθιστορήματα ή τα διηγήματα. Εκεί οι ιστορίες έχουν τα δικά τους καλώς ή κακώς κείμενα… Βεβαίως και μπορεί να «δημιουργήσει» ιστορίες που θα τον βοηθήσουν να θίξει κακώς κείμενα της εποχής του. Κατά την άποψή μου αυτό είναι και δύσκολο και λάθος. Ή, τουλάχιστον, ας το αφήσουμε στους μεγάλους συγγραφείς, οι οποίοι μπορούν να κουμαντάρουν άριστα το υλικό για το σκοπό τους. Οι περισσότεροι πρέπει να απέχουν από κάθε είδους στρατευμένη λογοτεχνία…
«Π»: Πρέπει να γράφει ο συγγραφέας ανεξαρτήτως αποδοχής και πωλήσεων;
Α.ΣΤ.: Αν είναι συγγραφέας θα γράφει, έτσι κι αλλιώς. Δεν έχει «πρέπει», το γράψιμο είναι η ζωή του, είναι η ανάσα για να ζει. Βεβαίως, οι πωλήσεις παίζουν το ρόλο τους. Κυρίως στο ότι οι εκδότες δε θα εκδίδουν τα βιβλία του, αφού δε θα κερδίζουν απ’ αυτόν. Αλλά αυτός θα συνεχίζει να γράφει, πιθανόν με πιο αργούς ρυθμούς αφού κανένας δεν θα του ζητάει καινούργιο βιβλίο. Είμαστε στην εποχή της εμπορευματοποίησης των πάντων και κάποιοι συγγραφείς είναι οι σύγχρονοι Δον Κιχώτες…
«Π»: Ποιό έργο σας θεωρείτε καλύτερο;
Α.ΣΤ.: Κανονικά δεν θα έπρεπε, δεν θα μπορούσα να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση. Η τυπική απάντηση είναι: «Πώς μπορεί ένας πατέρας ν’ αγαπάει περισσότερο ένα παιδί του από τα άλλα;» Αλλά αν είναι να πω ένα έργο μου που με καλύπτει περισσότερο, αυτό είναι «Η Σαλώμη». Το πιο άρτιο, όμως, είναι «Το Ευαγγέλιο της Ιωάννας».
«Π»: Το εξαιρετικό βιβλίο σας «Το Μοιρολόι της Άνοιξης», από τις εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, είχε την αναμενόμενη επιτυχία;
Α.ΣΤ.: Όχι, δεν είχε. Εκδόθηκε τον Ιούνιο, δύσκολος μήνας για δύσκολα βιβλία. Τώρα που θα χειμωνιάσει, πιθανόν να βρει το κλίμα του! Αστειεύομαι, φυσικά… Γνωρίζω ότι δεν γράφω για πολλούς, ίσως για συλλέκτες μόνον… Επειδή έχει θεατρική δομή, το μέλλον του βρίσκεται στο θέατρο. Εξάλλου, είναι το τρίτο βιβλίο της τριλογίας των γυναικείων δραματικών μονολόγων. Και δεν έχει πρόβλημα με το χρόνο, δεν θα παραγκωνιστεί επειδή έπαψε να είναι επίκαιρο. Ίδωμεν!
«Π»: Ποιά τα μελλοντικά σας σχέδια;
Α.ΣΤ.: Αφήστε, πρώτα, να δούμε αν θα μπορεί ο κόσμος να αγοράζει βιβλία στο εγγύς μέλλον. Εγώ γράφω πάντως…!
Υπάρχουν πολλοί φίλοι μου που με πιέζουν να εκδώσω τα «Γραμμικά Φωτόνια», ποίηση των 2-3 στίχων, που έχει γίνει πολύ αγαπητή στο διαδίκτυο. Υπάρχει ένα μυθιστόρημα που γράφω τώρα, γύρω από την κρατική καταστολή και τις όποιες αντιστάσεις προβάλλονται από το λαό. Υπάρχουν κάποια θεατρικά, που περιμένουν ένα τελευταίο κοίταγμα.
Υπάρχει ένα μυθιστόρημα ημιτελές για τη ζωή στην Ελλάδα ύστερα από 200 χρόνια. Ξαφνικά, σημειώσεις που κρατούσα γι’ αυτό πριν από 15 χρόνια, μοιάζουν τόσο σύγχρονες, τόσο επίκαιρες… Μπορεί να το τελειώσω…
Θα έλεγα πως τα σχέδιά μου είναι το εξής ένα: να είμαι καλά, ώστε όσο ζω να μπορώ να γράφω!

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή