Συζητώντας μ’έναν φίλο μικροεπιχειρηματία γράφει ο Απόστολος Σπανός

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Συζητώντας μ’έναν φίλο μικροεπιχειρηματία γράφει ο Απόστολος Σπανός
Συζητούσα με ένα φίλο. Από τα πολλά που ειπώθηκαν μια ερώτηση του έγινε αφορμή για να θιχτούν κάποια πράγματα τα οποία διαπιστώνω πως έχουν παρεξηγηθεί από πολύ κόσμο.

Σε ρώτησε λοιπόν αρχικά «γιατί πρέπει να φθονείτε εσείς, οι κομμουνιστές, τους καπιταλιστές;» Του εξήγησα ότι ο λόγος που τους φθονούμε είναι ότι έχουν γίνει πλούσιοι κλέβοντας, στην καλύτερη περίπτωση, τον ιδρώτα και την εργασία άλλων ανθρώπων.
«Δηλαδή δεν υπάρχουν καλοί καπιταλιστές;», με ρωτά
Του είπα ότι όχι, δεν υπάρχουν «καλοί» καπιταλιστές για εμάς μιας και θεωρούμε ότι ο μόνος τρόπος για έναν καπιταλιστή να αποκτήσει/διατηρήσει/αυξήσει τον πλούτο του είναι η απόσπαση υπεραξίας, άρα η κλοπή εργατικής δύναμης έμμεσα ή άμεσα.
Η επόμενη του ερώτηση ήταν η εξής: «Μα καλά και ένας άνθρωπος που έχει φτιάξει το μαγαζάκι του και το δουλεύει τι κακό έχει κάνει;»
Του απάντησα ότι δεν έχει κάνει κακό και ότι αυτός ο άνθρωπος δεν θεωρείται καπιταλιστής. «Ναι αλλά δεν αποσπά υπεραξία;» μου λέει…
Έτσι αποφάσισα να γράψω το εν λόγω άρθρο για να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα τα οποία μπορεί να μπερδεύουν αρκετούς όπως και το φίλο μου. Ο τρόπος που θα απαντήσω δεν είναι επιστημονικός και μπορεί να κάνω κάποια λάθη ή παραλείψεις, αφορά το πως τα έχω εγώ στο νου μου σχετικά με το συγκεκριμένο προβληματισμό και όχι κάποια επιστημονικά επεξεργασμένη και συστηματοποιημένη απάντηση. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι σε γενικές γραμμές η ποιοτική διαφορά(και όχι μόνο η ποσοτική που είναι προφανής) μεταξύ ενός καπιταλιστή και ενός απλού καταστηματάρχη θα γίνει κατανοητή από τα λεγόμενα μου.
Λοιπόν κατ’αρχάς ας ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι ο μικρομαγαζάτορας αποσπά και αυτός υπεραξία από τους εργαζόμενους του, στο καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, είναι έτσι δομημένη η οικονομία και η επιχειρηματικότητα που ο ιδιοκτήτης ενός μαγαζιού δεν μπορεί να αποζημιώσει πλήρως την αξία της εργασίας που του προσφέρει ο εργαζόμενος και να κρατήσει παράλληλα και το κατάστημα του ανοιχτό.
Παρόλα αυτά, το μεγαλύτερο μέρος της υπεραξίας που αποσπά ο μαγαζάτορας αυτός(αν όχι όλο) το χρησιμοποιεί για να καλύψει τα έξοδα του μαγαζιού (εφορία, προϊόντα, λογαριασμοί, κλπ). Συγκεκριμένα είναι πάρα πολλοί οι μικρομαγαζάτορες, οι περισσότεροι θα έλεγα, οι οποίοι όχι μόνο δεν θα είχαν κέρδος, αλλά θα είχαν και χασούρα αν δεν στηριζόταν στη δική τους προσωπική εργασία ή στην εργασία μελών της οικογένειας τους. Συχνά μπορεί σε ένα μαγαζί να δουλεύουν τρία άτομα του «σπιτικού» και να μην είναι το τελικό κέρδος καν τρία μεροκάματα, πόσο μάλλον σε περιόδους κρίσης.
Έτσι λοιπόν, αν οι μικροί επαγγελματίες στηριζόταν μόνο στην υπεραξία των 2-3 υπαλλήλων τους, είναι πιθανό στο τέλος της ημέρας αυτή η υπεραξία να μην αντιστοιχεί σε κέρδος αλλά να καταναλώνεται στο σύνολο της σε αποπληρωμή των υποχρεώσεων της επιχείρησης.
Και θα μου πει κανείς, «σάμπως οι καπιταλιστές δεν έχουν υποχρεώσεις προς τρίτους;». Ναι έχουν, όμως ο λογαριασμός της ΔΕΗ για την ΕΒΓΑ της γειτονιάς, έχει αναλογικά πολύ μεγαλύτερο βάρος από το λογαριασμό της ΔΕΗ της τράπεζας. Ή να το πούμε αλλιώς, για κάθε ευρώ είσπραξης του τραπεζίτη αναλογεί 1 λεπτό για ΔΕΗ, ενώ για κάθε ευρώ αυτού που εισπράττει η ΕΒΓΑ της γειτονιάς αντιστοιχούν 2-3 λεπτά (τα νούμερα είναι ενδεικτικά και δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα). Γενικά όσο πιο μεγάλη είναι μια επιχείρηση, τόσο λιγότερο την επιβαρύνουν τα λειτουργικά έξοδα αναλογικά(οικονομίες κλίμακας). Ένα μαγαζί με μικρό κύκλο εργασιών και έσοδα μπορεί να χρειάζεται ένα υπολογιστή, ένα άλλο μεγαλύτερο μαγαζί μπορεί και αυτό να χρειάζεται έναν υπολογιστή. Η αγορά του υπολογιστή όμως βαρύνει αναλογικά περισσότερο το πρώτο μαγαζί που είναι μικρότερο σε σχέση με το δεύτερο. Επίσης μια επιχείρηση με μεγαλύτερο κεφάλαιο μπορεί να επενδύσει σε ένα ακριβό μηχάνημα εμφιάλωσης που έχει ναι μεν μεγαλύτερο κόστος αγοράς, αλλά παράγει περισσότερο προϊόν και πιο οικονομικά. Ένα μικρό εμφιαλωτήριο που δεν έχει τόση κατανάλωση, δεν μπορεί αφενός να αγοράσει το μηχάνημα επειδή είναι ακριβό(μπορεί να μην έχει καν το κεφάλαιο) και δεν έχει και νόημα γιατί δεν χρειάζεται τόσο μεγάλη παραγωγή ώστε να κάνει απόσβεση της αγοράς σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Άρα το μικρό εμφιαλωτήριο, έχει μεγαλύτερο κόστος ανά φιάλη σε σχέση με το μεγαλύτερο και δεν μπορεί να κάνει και πολλά για να μειώσει αυτό το κόστος, τουλάχιστον όχι όσα μπορεί να κάνει το μεγάλο.
Επίσης στο σύστημα που ζούμε, το καπιταλιστικό, το ίδιο το κράτος λειτουργεί υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων. Κανονίζει να υπάρχουν ευνοϊκές νομοθεσίες για αυτές, φοροαπαλλαγές, δαπανά μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού σε υποδομές που τους εξυπηρετούν, τους ενισχύει με επιχορηγήσεις, μειωμένα τιμολόγια κλπ. Οπότε, ακόμα και η εφορία που πληρώνει ο μικρομαγαζάτορας, στην ουσία γίνεται εργαλείο του μεγάλου κεφαλαίου μέσω των χειρισμών που κάνει το αστικό κράτος υπέρ αυτού.
Στην ουσία οι περισσότεροι ιδιοκτήτες μικρών και οικογενειακών επιχειρήσεων, στηρίζονται τελικά στην δική τους εργασία. Η όποια υπεραξία εισπράττουν από τους 2-3 εργαζόμενους που απασχολούν είναι σταγόνα στον ωκεανό σε σχέση με την υπεραξία που εισπράττουν από τους 100-200-500-1000… εργαζόμενους οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Στους μεν η υπεραξία αυτή καλύπτει έξοδα και τρύπες καθώς οι ιδιοκτήτες αγωνίζονται να επιβιώσουν, ενώ στους δε, γίνεται καθαρό κέρδος το οποίο μπορούν να επανεπενδύσουν και μέρος αυτού να τους εξασφαλίσει μια εξεζητημένη ζωή. Οι σκοτούρες των πρώτων είναι πως θα τα βγάλουν πέρα αυτοί και τα παιδιά τους, ή οι οικογένειες των παιδιών τους που συχνά οι ίδιοι συντηρούν(όσοι δεν φαληρίζουν) εξαιτίας της μεγάλης ανεργίας και της οικονομικής ύφεσης. Ενώ οι σκοτούρες των καπιταλιστών πώς θα καταφέρουν να αποκτήσουν ακόμα περισσότερα κέρδη, μιας και όσο ζούμε σε συνθήκες καπιταλισμού το δικό τους μέλλον και το μέλλον των παιδιών τους είναι εξασφαλισμένο εξαρχής.
Πριν κλείσω να αναφέρω ότι σίγουρα υπάρχουν ενδιάμεσα στρώματα, τα οποία απολαμβάνουν μια λίγο πιο ποιοτική ζωή από αυτή των προλετάριων εργατών που δεν έχουν στην κατοχή τους τίποτα παραπάνω από ότι μπορούν να φτιάξουν με τα χέρια τους ή να επινοήσουν με το μυαλό τους. Σε αυτά τα στρώματα υπάγονται και πολλοί μικροεπιχειρηματίες, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον είχαν μια κάπως ανώτερη ποιότητα ζωής σε σχέση με τους «άκληρους». Αποδείχθηκε όμως ότι αυτός ο τρόπος ζωής είναι ιδιαίτερα ευάλωτος ακόμα και στους μικρότερους κλυδωνισμούς του συστήματος, αυτός είναι και ο λόγος που εμείς οι κομμουνιστές λέμε ότι τα συμφέροντα των μικροεπιχειρηματιών προσεγγίζουν στην ουσία περισσότερο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης από ότι της αστικής.
Το ζήτημα άλλωστε δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά έχει και άλλες προεκτάσεις μιας και οι αγωνίες και τα άγχη μιας μικρής επιχείρησης 2-3 ατόμων, μπορεί στις καλές εποχές να προσφέρουν λίγο παραπάνω χρήματα στον ιδιοκτήτη από όσα παίρνουν οι εργάτες, με τι προσωπικό όμως κόστος; Πόσο του κοστίζουν σε πνευματική καλλιέργεια, σε ψυχαγωγία, πόσο του κοστίζουν σε χρόνο που αν δεν δούλευε 12ωρα θα τον περνούσε με την οικογένεια του, ακόμα τί ασθένειες μπορεί να προκύψουν από το έντονο και συνεχές άγχος αυτό(για να μη μιλήσουμε για την «επιδημία» αυτοκτονιών); Τα ίδια και χειρότερα προβλήματα τα έχουν και οι προλετάριοι φυσικά, δεν υπονοώ ότι τα μικροαστικά στρώματα υποφέρουν περισσότερο από εκείνους απλά σκοπός μου είναι να δείξω ότι ανήκουν λίγο ως πολύ αμφότεροι στις ομάδες εκείνες που έχουν πολύ περισσότερα να χάσουν από ότι να κερδίσουν από τη διαιώνιση του καπιταλισμού.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή