Περί εκβιασμών – γράφει ο Γιώργος Πένταρης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Περί εκβιασμών – γράφει ο Γιώργος Πένταρης

Σχεδόν είκοσι μέρες έχουν περάσει από την λαϊκή ετυμηγορία και ο δεύτερος προεκλογικός αγώνας είναι στο ζενίθ του. Οι γείτονές μας οι Τούρκοι έκαναν τις εκλογές τους και ο αρχηγός διόρισε μια νέα κυβέρνηση με «γεράκια» που προσβλέπουν στο Αιγαίο. Δεν είναι μόνο αυτό αλλά είναι και η επικείμενη αλλαγή Συντάγματος στην Τουρκία που είναι δεδομένο ότι θα ορίσει και συνταγματικά τις απαιτήσεις της στο Αιγαίο και τα όρια της «γαλάζιας πατρίδας».

Εμείς εδώ ως ψηφοφόροι είμαστε μάρτυρες μέσα από την τηλεόραση και τα άλλα ΜΜΕ σε μια σειρά αλληλοκατηγοριών μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και κυρίως αυτών που εν δυνάμει είναι μνηστήρες της εξουσίας. Παρά το καταλυτικό ποσοστό που πήρε η ΝΔ και την συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, διακρίνω μεταξύ αυτών των δύο έναν διαγκωνισμό όσον αφορά τα φορολογικά. Αυτό το ζήτημα με τα φορολογικά το θυμάμαι από παλιά, τότε που το ΠΑΣΟΚ είχε μπει στην τελική ευθεία για την κατάληψη της εξουσίας. Η συζήτηση δεν γινόταν για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής αλλά για τις τότε Αμερικανικές εκλογές, τότε που οι δύο αντίπαλοι είχαν θέσει ως ζήτημα τα φορολογικά. Οι δικοί μας σοσιαλιστές της εποχής – και δεν εννοώ μόνο το ΠΑΣΟΚ αλλά το ΚΚΕ κι τον τότε ΣΥΡΙΖΑ (ΚΚΕ ΕΣ) – πολύ λιγότερο σχολίαζαν και θεωρούσαν φυσιολογικότατο να θέλουν οι δημοκρατικοί της Αμερικής να αυξηθεί η φορολογία. Το ήθελαν και οι δικοί μας τότε, γιατί υπήρχε ιδεολογικός λόγος και είναι αυτός ο ίδιος λόγος και για την σημερινή διένεξη, μόνο που οι σημερινές συνθήκες είναι αρκετά διαφορετικές από αυτές της δεκαετίας του 1980. Τότε έλεγαν ότι όχι μόνο θα φορολογήσουμε τους πλούσιους, αλλά θα κοινωνικοποιήσουμε την βιομηχανία και τα κατά Μαρξ μέσα παραγωγής. Πολλά χαϊβάνια τα πιστεύαμε και πάνω στην δική μας πίστη και πλάτες πάτησαν άλλοι και έκαναν περιουσίες με πολλούς και διαφόρους τρόπους που δεν είναι η κλεψιά, όπως πολλοί ίσως φανταστούν.
Δεν θα μείνω σε αυτές τις λεπτομέρειες, αλλά θα προχωρήσω στο ιδεολογικό της διένεξης για το φορολογικό.

Η άποψη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι θα φορολογήσουμε τους έχοντες, αλλά χωρίς να τους προσδιορίζει. Θεωρώ, για την οικονομία του λόγου, ότι αυτοί οι έχοντες υπάρχουν και είναι αρκετοί και ότι είναι αρκετά και τα μερίσματα που παίρνουν με μικρούς φορολογικούς συντελεστές. Είναι αλήθεια ότι συγκριτικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες έχουμε μικρούς φορολογικούς συντελεστές γιατί είναι προφανές ότι είναι δέλεαρ για την προσέλκυση επενδύσεων. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη ότι οι επιχειρήσεις φορολογούνται και μάλιστα με υψηλούς συντελεστές, αλλά και οι μερισματούχοι φορολογούνται για το μέρισμα εκτός της πρώτης φορολογίας που του επιβάλλεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν θέλει με την αύξηση της φορολογίας να κάνει αυτό που λέμε αναδιανομή του εισοδήματος. Να πάρουμε δηλαδή χρήματα από τους έχοντες και να τα διαθέσουμε μέσω των επιδομάτων στους μη έχοντες.

Μην νομίζετε ότι αυτό δεν γίνεται και με την ΝΔ. Γίνεται και παραγίνεται. Το ζήτημα είναι αν αυτή η πολιτική των επιδομάτων είναι σωστή για την οικονομία. Αν έχουμε μια κοινωνία που ζει με επιδόματα, κανείς δεν θα σκεφτεί να δουλέψει και να δημιουργήσει γιατί θα αρκείται στα λίγα κάτω όμως από την ομπρέλα του κοινωνικού κράτους, το οποίο θα συντηρείται από τους έχοντες. Δωρεάν περίθαλψη, δωρεάν παιδεία και σύνταξη για να αναφέρω τα σοβαρότερα. Υπάρχει όμως και το άλλο. Αυτός που βγάζει χρήματα και φορολογείται με υψηλούς συντελεστές, αλλά δεν παίρνει κανένα επίδομα, δεν αισθάνεται κορόιδο αν βλέπει ότι με τα λεφτά του ταΐζει κόσμο που είναι αραχτός και παράλληλα δεν μπορεί να βρει προσωπικό για την επιχείρησή του;
Νομίζω ότι χρειάζεται ένα μέτρο και από την πλευρά της φορολόγησης και από την πλευρά των επιδομάτων. Ακόμη θα ήταν καλύτερα να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή, να γίνει ορθολογικότερο το φορολογικό σύστημα με μειωμένους συντελεστές ώστε να δώσει ώθηση σε νέες επιχειρήσεις, γιατί μόνο η εργασία με την υπεραξία της παράγουν νέο χρήμα. Με δανεικά, δουλειά δεν γίνεται. Δεν μπορεί π.χ. ο Αντώναρος του ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι θα δανειστούμε για να αυξήσουμε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και η Χρονοπούλου του ΠΑΣΟΚ να λέει θα φορολογήσουμε τα μερίσματα χωρίς να μπορεί να φέρει ένα παράδειγμα σχετικά.
Η αντίθεση λοιπόν μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα φορολογήσει πλούσιους για να δώσει στους φτωχούς, ενώ η ΝΔ με την φορολογία θα αυξήσει τις δουλειές ώστε αυτοί οι φτωχοί να πάνε για δουλειά και αν δεν βρίσκουν να «επιδοματούνται». Μέσα σε αυτά τα πλαίσια και με αιχμή το κοινωνικό κράτος, ο ΣΥΡΙΖΑ μας λέει ούτε λίγο ούτε πολύ ότι δεν παίζει ρόλο το αποτέλεσμα των εκλογών, αλλά να τους ακούσουμε αυτή φορά. Πεινάμε, λένε στον ΣΥΡΙΖΑ, ασχέτως αν εμείς οι ψηφοφόροι δεν το καταλαβαίνουμε και ότι θα πρέπει να δώσουμε του μια δεύτερη ευκαιρία να μας κυβερνήσει!! Τώρα πόσοι θέλουν και πόσοι όχι, θα φανεί οσονούπω…
Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την λάθος στρατηγική του και από εκεί που το υπολόγιζα στο 15%, ακούω σε κάτι δημοσκοπήσεις για 11%. Ας καταλάβει ο κ. Ανδρουλάκης ότι ένα 11% θα είναι και για αυτόν μια συντριπτική ήττα. Δεν μπορεί να λέει ότι ακόμη και να του λείπουν του Μητσοτάκη δύο βουλευτές δεν θα συναινέσει να γίνει κυβέρνηση. Βρήκε την ευκαιρία ο Μητσοτάκης και εκβιάζει με τρίτες εκλογές μεσοκαλόκαιρα για να έχει μονοκομματική κυβέρνηση και ο Ανδρουλάκης λέει ότι δεν δέχεται εκβιασμούς. Αυτό που λέει ο Ανδρουλάκης δεν είναι εκβιασμός; Πάρ’ τη σκούφια μου και βάρα με, λένε στο χωριό μου.

Ο Ανδρουλάκης θα μπορούσε να γυρίσει το παιχνίδι και να μην δεσμευτεί αν έβαζε ως πρώτη προτεραιότητα τα προγράμματα. Ας έθετε, για παράδειγμα, το θέμα του ΕΣΥ και πώς θα το έκανε αν ήταν κυβέρνηση ή να έθετε το θέμα της παιδείας. Θα βλέπαμε τότε τις αντιδράσεις της ΝΔ και τα περιθώρια συνεργασίας. Πήγαν από το ΠΑΣΟΚ, ακολουθώντας την γραμμή ΣΥΡΙΖΑ, να μιλήσουν και αυτοί για το φορολογικό, αλλά τους βγήκε σε κακό. Το έκαναν γιατί και το ΠΑΣΟΚ έχει στο μυαλό του την αναδιανομή του εισοδήματος μέσω της φορολογίας. Αναδιανομή όμως μέσω επιδομάτων είναι πεταμένα λεφτά. Και τα τρία κόμματα μας μιλάνε για κοινωνικό κράτος, να βοηθήσουνε τους αδύνατους, αλλά μόνο το κοινωνικό κράτος υπάρχει σε αυτή τη χώρα; Κανείς δεν έχει μιλήσει για τον πρωτογενή τομέα και κανείς βέβαια για την βιομηχανία. Είμαστε το μόνο κράτος που δεν έχουμε βιομηχανική πολιτική και ούτε αρμόδιο Υπουργείο.
Έχουμε μια υπολειτουργούσα Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, η οποία θα είχε διαλυθεί αν δεν ήμασταν υποχρεωμένοι από την ΕΕ να συμμετέχουμε σε ομάδες εργασίας για έγκριση τεχνικών προδιαγραφών για τις βιομηχανίες της Ευρώπης.
Είχαμε ένα Υπουργείο, το πάλαι ποτέ κραταιό Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, που ο κάθε άσχετος από επενδυτική και αναπτυξιακή πολιτική υπουργός και υφυπουργός, από όλες τις κυβερνήσεις, του έπαιρνε αρμοδιότητες λες και ήταν του πατέρα του, του άλλαζε όνομα, εσκυλεύετο από άλλα Υπουργεία και όπως μαθαίνω σήμερα πάνε να το διαλύσουν εντελώς για να γίνει το χατίρι κάποιων υφυπουργών. Είναι το Υπουργείο με τα περισσότερα ονόματα απ’ όσο θυμάμαι και γνωρίζω. Με τέτοιες λογικές δεν γίνεται σοβαρή δουλειά στο κράτος.

Οι Έλληνες περιμένουν τώρα μια κυβέρνηση δυνατή και να είναι συνεργασίας. Να λύσει προβλήματα και να σταθεί απέναντι στις διεθνείς προκλήσεις και απέναντι στην Τουρκία, που σε λίγο θα αρχίσει τα ίδια Παντελάκη μου τα ίδια Παντελή μου.

Υ.Γ. Η στήλη εκφράζει τα θερμότατα συλλυπητήρια στην οικογένεια του εκλιπόντος Κώστα Λοκαντιέρου. Ο Κώστας ήταν εξέχον μέλος της κοινωνίας του χωριού μου (Λαμπέτι Ηλείας) πρώην Δ/ντής της Εθνικής Τράπεζας, φίλος και ταμίας του Συλλόγου των Απανταχού Λαμπεταίων. Θα τον θυμόμαστε.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή