«Η ποίηση είναι ελεύθερη κι ανυπάκουη ενώ η στιχουργική έχει όρια και απαιτήσεις»

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Η ποίηση είναι ελεύθερη κι ανυπάκουη ενώ η στιχουργική έχει όρια και απαιτήσεις»

Συνέντευξη του ποιητή – στιχουργού ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΥ στην Μαίρη Γκιώνη Λαρεντζάκη


O Αλέξανδρος Στεφόπουλος γεννήθηκε το 1960 στο Μεσολόγγι από γονείς αγρότες. Μεγάλωσε σ’ ένα χωράφι βλέποντας τις μυγδαλιές να αψηφούν τον χειμώνα και τις παπαρούνες να ερωτεύονται την άνοιξη. Βιοπορίστηκε από πλήθος επαγγελμάτων, χειρονακτικών και μη.
Το 1991 εξέδωσε ιδίοις αναλώμασι το βιβλίo «Αυγούστου Άτι» (ποίηση). Το 2019 τη Νουβέλα «Τα Κοτσύφια Φτάνουν Στην Πόλη» εκδόσεις «Διάφορος». Επίσης αναμένεται να κυκλοφορήσει την άνοιξη του 2022 η δεύτερη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Το Κλουβί Και τ’ Αηδόνι» απ’ τις εκδόσεις «Ανεμολόγιο».
Το 1999 εισέρχεται ως στιχουργός στον χώρο της δισκογραφίας. Στίχους του μελοποίησαν, μεταξύ άλλων, η Βάσω Αλλαγιάννη, ο Ηρακλής Βαβάτσικας, ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο Άρης Καλογερόπουλος, ο Κώστας Παρρίσης κι ο Νίκος Κουρουπάκης. Τον Φεβρουάριο του 2022 κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις Μετρονόμος το πρώτο ολοκληρωμένο του cd, σε μουσική του Κωνσταντίνου Τσελά με τίτλο «Κρυφό Παράθυρο». Ερμηνεύουν ο Κώστας Παρίσσης, ο Θοδωρής Κοτονιάς κι ο Κωμνσταντίνος Τσελάς.
Τον Φεβρουάριο του 2023 κυκλοφόρησαν οι «Άλλες Θάλασσες», ο δεύτερός του ολοκληρωμένος κύκλος τραγουδιών, σε μουσική του Γιώργου Κομπογιάννη και ερμηνεία Νίκης Αναστασίου.
Το 2013 και το 2018 συμμετείχε στον παγκόσμιο ποιητικό διαγωνισμό Nosside (Premio Mondiale di Poesia Nosside στο Reggio Calabria στην Κάτω Ιταλία) όπου και βραβεύτηκε.

«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο Μεσολόγγι;
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΣ: Γεννήθηκα τον Ιούνιο του 1960 στο δημόσιο νοσοκομείο Μεσολογγίου. Αρνιόμουν τρία μερόνυχτα νά’ρθω στον γήινο κόσμο και ταλαιπώρησα – σύμφωνα με τις διηγήσεις της – επώδυνα την μητέρα μου μέχρι να το πάρω απόφαση και νά’ρθω.
Τα πρώτα δύο χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στον Αράκυνθο, το βουνό που υψώνεται στα βορειοανατολικά του Μεσολογγίου. Ως εκ τούτου μπορείς να με πεις βουνήσιο άνθρωπο. Οι γονείς μου ήταν σ’ όλη τους την ζωή αγρότες όπως κι εγώ μέχρι τα εικοσιτρία μου. Οπότε μπορείς να με πεις και αγρότη. Τα επόμενα εξι χρόνια τά’ζησα στην Αγριλιά Μεσολογγίου, εναν συνοικισμό τεσσερα χιλιόμετρα έξω απ’ την πόλη σ’ ένα σπίτι με χωμάτινο δάπεδο και τοίχους από καλάμια και λάσπη, σ’ ένα χωράφι με ελιές και παπαρούνες της Άνοιξης. Δύσκολα χρόνια, όπως ήταν για τους περισσότερους τα χρόνια της δεκαετίας του ’60, αλλά και χαμογελαστά. Το 1968 βρεθήκαμε σ’ ένα κτήμα στο Χαλάνδρι της Αττική γης όπου μεγάλωσα και μπήκα στην εφηβεία στην καθ’ όλα συνταρακτική δεκαετία του ’70.

«Π»: Τι σας ώθησε στην συγγραφή και τι είναι για εσάς ;
Α.ΣΤ.: Εγώ κατ’ αρχάς, τραγουδιστής ήθελα να γίνω. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήμουν μ’ ένα τρανζιστοράκι στην τσέπη. Μάθαινα ό,τι τραγούδι παιζόταν σ’ αυτό το μαγικό κουτί κι όλη τη μέρα βράχνιαζα να τραγουδαω ξανά και ξανά. Αυτό όμως που εισέπρατα από γύρω μου ήταν η φράση «σταμάτα πια! Μας πήρες τ’ αυτιά». Μπορεί να είχαν δίκιο, μπορεί και όχι. Το σίγουρο είναι πως κανείς δεν μ’ αφουγκράστηκε και κανείς δεν στηρίξε την θελησή μου κι έτσι ποτέ δεν έγινα. Αυτό λοιπόν ήταν που μ’ έσπρωξε να ψάξω άλλους τρόπους να εκφράσω όσα ένοιωθα. Κάπως έτσι στα δεκάξι-δεκαεφτά η συγγραφή έφτασε να γίνει συνώνυμο της ανάσας μου κι έκτοτε να είναι το λιμάνι και το ταξίδι μου στην γήινη σάρκωσή μου.

«Π»: Ως στιχουργός, έχετε πολλές και σημαντικές συνεργασίες. Ξεχωρίζετε κάποια;
Α.ΣΤ.: Είναι αλήθεια πως στα 23 χρόνια που είμαι στο τραγούδι σαν στιχουργός, αρκετοί άνθρωποι με τίμησαν με το να συναντηθούμε μέσα σε περιβάλλον δημιουργικό, χαρίζοντάς μου ο καθένας τους ακριβά δώρα καρδιάς, είτε συνθέτοντας πάνω στα λόγια μου, είτε τραγουδώντας τα. Ο πλέον αξιοσημείωτος άνθρωπος που συνάντησα ήταν και είναι η Βάσσω Αλλαγιάννη (Svarno). Ήταν ο άνθρωπος που πέρα απ’ το στενά δημιουργικό κομμάτι, μου χάρισε την θέαση σ’ έναν τεράστιο δικό μου κόσμο, που μέχρι το 2002 που την συνάντησα, τον αγνοούσα απολύτως. Κοντά στην Βάσσω Αλλαγιάννη (Svarno), ο Δημήτρης Ζερβουδάκης που με τιμάει με την φιλία και την αδερφοσύνη του για πάνω από τριάντα χρόνια, καθώς κι ο αφανής μεχρι τώρα, εξαιρετικός συνθέτης Γιώργος Κομπογιάννης, που επίσης με τιμάει με την φιλία του για τριάντα χρόνια. Κρατήστε τ’ όνομά του.

«Π»: Στον χώρο της στιχουργικής εισήρθατε το 1999. Μιλήστε μας γι’αυτό.
Α.ΣΤ.: Στίχους μου πρωτοτραγούδησε η Μόρφω Τσαϊρέλη σε μουσική του σπουδαίου ακορντεονίστα Ηρακλή Βαβάτσικα στον δίσκο «Πές μου ψυχή». Έκτοτε υπήρξαν αρκετές συνεργασίες και συμμετοχές σε διάφορους δίσκους. Το σημαντικό κάθε φορά ήταν η συνάντηση με ανθρώπους που μέσα απ’ την δημιουργική συνεύρεση γίνονταν άνθρωποι της καρδιά μου. Ο Κώστας Παρίσσης, ο Βασίλης Λέκκας, ο Νίκος Κουρουπάκης, ο Άρης Καλογερόπουλος, ο Μπάμπης Στόκας, η Ερωφίλη, ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο Γιώργος Κομπογιάννης και βέβαια η Βάσσω Αλλαγιάννη (Svarno). Ας με συγγχωρήσουν όποιοι ενδεχομένως τους ξεχνάω.

«Π»: Το 2022 κυκλοφόρησε το πρώτο σας cd τι περιλαμβάνει; Τί απήχηση έχει στο κοινό;
Α.ΣΤ.: Το «Κρυφό Παράθυρο» είναι πράγματι η πρώτη μου ολοκληρωμένη μουσική εργασία σε μουσική του εμπνευσμένου Μεγαλοπολίτη τραγουδοποιού Κωνσταντίνου Τσελά που και γι’ αυτόν είναι η πρώτη του εμφάνιση και πιστεύω ακράδαντα πως και στο μέλλον θα μας δώσει εξαιρετικα δείγματα δημιουργίας. Επτά τραγούδια ερμηνεύει ο ίδιος ο τραγουδοποιός, τέσσερα ο Κώστας Παρίσσης και ένα ο Θοδωρής Κοτονιάς. Όλοι με περίσσευμα καρδιάς.
Θέλω να πιστεύω πως οι άνθρωποι που άκουσαν αυτά τα τραγούδια τα αγκάλιασαν και τα τραγούδια τους ταξίδεψαν.

«Π»: Ο δεύτερος ολοκληρωμένος κύκλος τραγουδιών με τίτλο «Οι άλλες θάλασσες», τι περιλαμβάνει;
Α.ΣΤ.: «Οι Άλλες Θάλασσες» περιλαμβάνει οκτώ τραγούδια. Τα επτά σε στίχους δικούς μου και το ποίημα «Η Κοιμωμένη» του Γιάννη Σκαρίμπα. Η μουσική είναι του εξαιρετικού συνθέτη Γιώργου Κομπογιάννη στον οποίο ήδη έχω αναφερθεί και είναι και γι’ αυτόν η πρώτη του μουσική εργασία που βλέπει το φως του κόσμου. Η ερμηνεία ανήκει στην υψηλής αισθητικής φωνή της Νίκης Αναστασίου που επίσης πρωτοεμφανίζεται στο μουσικό τοπίο.

«Π»: Μιλήστε μας για το βιβλίο με τίτλο «Αυγούστου Άτι» ποίηση 1991;
Α.ΣΤ.: Είναι η πρώτη ποιητική συλλογη με την οποία τόλμησα το μακρινό 1991 να εκτεθώ. Υπ’ αυτήν την έννοια, έχει την θέση της στην καρδιά μου και στην προσωπική διαδρομή και μυθολογία μου, αλλά και στην όποια πραγμάτωσή μου.

«Π»: Το 2019 εκδίδεται η Νουβέλα «Τα Κοτσύφια Φτάνουν Στην Πόλη», εκδόσεις «Διάφορος». Πώς γεννήθηκε ο τίτλος;
Α.ΣΤ.: Κατ’ αρχάς το βιβλίο πήρε 23 χρόνια να εκδοθεί. Η πρώτη του λέξη γράφτηκε το 1996. Είναι μια διαφορετική νουβέλα – ξεφεύγει παναπεί απ’ την αυστηρή φόρμα ακροβατει κι επιστρέφει για να ξαναπαστρατήσει και να αυτοανατραπεί λίγο παρακάτω. Ο τίτλος είναι ακριβώς αυτό που λέει. Εικόνα: Απόγευμα μπροστά στο παράθυρο, βλέπω στην απέναντι ταράτσα δυο τρια κοτσύφια να σουλατσάρουν καταμεσίς της πόλης με θράσος και ανεκδιήγητο θάρρος. Ακριβώς αυτή η εικόνα η απολύτως πραγματική, περιέχει αναρίθμητους συμβολισμούς και γέννησε εν πολλοίς την μυθοπλασία για την συγγραφή της εν λόγω νουβέλας, που απ’ την άλλη συνομιλεί με βιωματικές διαδρομες. Οι εκδόσεις «Διάφορος» κι ο Γιώργος Τζεβελεκάκης εμπιστεύθηκαν το κείμενο και με θάρρος προχώρησαν στην έκδοση. Ευχαριστώ από καρδιάς.

«Π»: Η 2η ποιητική σας συλλογή από τις εκδόσεις Ανεμολόγιο «Το Κλουβί και Τ΄Αηδόνι», τι περιλαμβάνει;
Α.ΣΤ.: Είναι μια ποιητική πραγματεία για τον Έρωτα με «Ε» κεφαλαίο, μια πραγματεία για την φωτιά που υψώνεται μέσα μας και μας κινητοποιεί έτσι που να οδηγηθούμε στην λύτρωση της δημιουργικότητας. Αυτό μπορεί να χει αναφορά σε συγκεκριμένο πρόσωπο, μπορεί και όχι. Εδώ ισχύουν και τα δύο με έμφαση στο πρώτο.

«Π»: Το 2013 και 2018 βραβεύεστε στον παγκόσμιο διαγωνισμό Nosside στην Κάτω Ιταλία, ποια η συμμετοχή σας;
Α.ΣΤ.: Ήταν μοναδική εμπειρία. Ειδικά το 2013 που ταξίδεψα ως εκεί τις μέρες της απόνομης των βραβείων. Συνάντησα έναν πολύχρωμο ποιητικό κόσμο απ’ όλα τα μέρη της Γης. Άνθρωποι κάθε χρώματος και φυλής, γυναίκες και άντρες, εύθραυστοι και συνάμα αποφασισμένοι να παραδοθούν στην φωτιά του Έρωτα (Ε κεφαλαίο).
2013 με το τραγούδι «Μέσα σου κοίτα» και 2018 με το τραγούδι «Τα Σύνορα». Και οι δυο συμμετοχές μου οφείλω να πω πως δεν θα είχαν υπάρξει, χωρίς την Γεωργία Καρβουνάκη, πρέσβειρα για το Nosside στην Ελλάδα και εξαιρετική μεταφράστρια. Το ευχαριστώ είναι το έλαχιστο που μπορω να της απευθύνω.

«Π»: Παίρνουν μορφή τα βιώματά σας στο χαρτί, είτε στον στίχο είτε στην ποίηση;
Α.ΣΤ.: Η κατανόησή μου είναι πως δεν γίνεται κανείς να γράφει, αν δεν πατάει πάνω σε βιωμένες διαδρομές, πάνω σε προσλαμβάνουσες που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κατέκτησαν έστω και μισό χιλιοστό απ’ τον ζωτικό του χωροχρόνο. Τουλάχιστον σε μένα αυτό ακριβώς συμβαίνει.

«Π»: Ποιες οι διαφορές της ποίησης από την στιχουργική;
Α.ΣΤ.: Αν τις προμοιάσουμε με γυναίκες, η Ποίηση είναι βαθειά ελεύθερη κι ανυπάκουη, ενώ η Στιχουργική έχει αυστηρούς κανόνες και δηλώνει τα όριά της και τις απαιτήσεις της. Σε κάθε περίπτωση μην θεωρήσεις καμιά τους δεδομένη. Όσο νομίζεις πως τις έχεις, τόσο πιο ανεξερεύνητες εμφανίζονται. Ναι! Η Ποίηση κι η Στιχουργική είναι γυναίκες στη θέωσή τους.

«Π»: Ποια τα ερεθίσματα που καταγράφει ο συγγραφέας και γίνονται στίχοι;
Α.ΣΤ.: Εύκολη η απάντηση: Τα πάντα μπορούν να γίνουν κείμενο έμμετρο, αλλά και πεζό. Το τι ο καθένας τελικά επιλέγει, είναι σε άμεση συνάρτηση με το πώς ο ίδιος είναι δομημένος, με το τι ο ίδιος ακούει, βλέπει και νοιώθει.

«Π»: Ο Έλληνας αγαπά την ποίηση το βιβλίο; Ποιά η παιδεία του σήμερα;
Α.ΣΤ.: Συμβαίνει αυτό που πάντα συνέβαινε τηρουμένων των αναλογιών. Ανάλογα με το πώς έχουμε φτιάξει την καθημερινή μας πραγματικότητα, ασχολούμαστε και με το διάβασμα, αλλά και γενικότερα με κάθε μορφής τέχνη. Ας κοιτάξουμε γύρω μας αλλά πρωτίστως ας κοιτάξουμε μέσα μας και θα πάρουμε την απάντηση.

«Π»: Ποιοί οι αγαπημένοι σας λογοτέχνες – στιχουργοί;
Α.ΣΤ.: Λογοτέχνες: Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Λουί Φερντινάν Σελίν, Άρης Αλεξάνδρου, Κωνσταντίνος Καβάφης, Νίκος Καρούζος, Τάσος Λειβαδίτης.
Στιχουργοί: Νίκος Γκάτσος, Μάνος Ελευθερίου, Μανόλης Ρασούλης, Άλκης Αλκαίος.

«Π»: Τι είναι ο έρωτας – η αγάπη για τον ποιητή – στιχουργό;
Α.ΣΤ.: Δεν ξέρω τι είναι για τους άλλους ανθρώπους. Για μένα νομίζω πως ο Έρωτας είναι αυτή η φωτιά που έλεγα παραπάνω και που με κάνει να περπατάω. Η Αγάπη είναι ελευθερία και μουσική. Αν δεν είναι έτσι δεν καταλαβαίνω τι κάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη.

«Π»: Θα μοιραστείτε μαζί μας στίχους απο αγαπημένο σας τραγούδι;
Α.ΣΤ.: Είναι πολλά, αλλά αυτό το ποίημα του Νίκου Καρούζου σ’ αυτήν την εκτέλεση με συγκλονίζει. Ψάξτε το.
Όσο κρατήσει η ζωή
(Στίχοι: Νίκος Καρούζος – Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος – Πρώτη Ερμηνεία: Δημήτρης Ζερβουδάκης)
«Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος.
Ώρα να σκεφτώ τα μελλούμενα
σωριασμένα αιφνίδια στο χθες.
Φοβερή ασυνέχεια: ο πλούτος μου είναι το στήθος μου.
Γι’ αυτό ποτέ δεν παζάρεψα το ηλιοβασίλεμα
και ταξιδεύω σίγουρος,
όσο η μίνθη ταξιδεύει και το ασπροθύμαρο.»

«Π»: Όταν οι στίχοι σας έγιναν τραγούδια, ποια τα συναισθήματά σας;
Α.ΣΤ.: Την πρώτη φορά ένοιωσα ανάλογα συναισθήματα μ’ αυτά, που ένοιωσα την πρώτη στιγμή που είδα μπροστά μου τον πρώτο μου νεογέννητο γυιό. Έκπληξη μέχρι αποσβόλωσης και ανήμπορος μπροστά στο θαύμα της δημιουργίας. Τις επόμενες φορές αν και υποτίθεται πως ξέρω τι να περιμένω, υπάρχουν πάντα στιγμές που με ξεπερνάνε, όπως με ξεπέρασε η στιγμή της γέννησης του δεύτερου γυιού μου.

«Π»: Βλέπετε ν’ ανακάμπτει η δισκογραφία ή οι απανωτές κρίσεις την αποτέλειωσαν; Και αλήθεια, τι σας θυμώνει;
Α.ΣΤ.: Η δισκογραφία, μιλώντας για την εμπορική μεριά, νομίζω πως έχει τελειώσει ως φυσικό προϊόν. Μακάρι να ξαναβλέπαμε δισκάδικα και βινύλια να κατακλύζουν την καθημερινότητά μας, αλλά φαντάζομαι έτσι όπως είναι σήμερα τα πράγματα , κάτι τέτοιο περιορίζεται σε νοσταλγική ευχή. Απ’ την άλλη η ίδια η μουσική είναι άπειρη. Πάντα υπάρχει και θα υπάρχει τρόπος να ταξιδεύει στις καρδιες των ανθρώπων. Είναι όπως το νερό: Ό,τι κι αν κάνεις πάντα ερχεται η στιγμή που βρίσκει τρόπο να περάσει και το πιο απροσπέλαστο φράγμα. Κανείς δεν γλυτώνει απ’ το νερό και την μουσική.
Τώρα, για ν’ απαντήσω στο δεύτερο μέρος της ερώτησης, δεν με θυμώνει τίποτε πλέον. Οργίζομαι (όχι θυμώνω) όταν πιάνω τον εαυτό μου να λειτουργεί χωρίς συνειδητότητα. Όταν είμαι απών απ΄ την πράξη μου, ό,τι κι αν είναι αυτό με το οποίο καταπιάνομαι την δεδομένη στιγμή.

«Π»: Τι ετοιμάζετε;
Α.ΣΤ.: Τι ετοιμάζω; Πολλά και ταυτόχρονα. Υπάρχουν εν εξελίξει τουλάστον τρεις κύκλοι τραγουδιών. Σ’ έναν απ’ αυτούς έχω κάνει την μουσική πανω σε ποιήματα της πολύ καλής σύγχρονης ποιήτριας Ματούλας Λιμνιώτη. Είναι μια γραφή που με κέρδισε και με προκάλεσε να δοκιμάσω να αλλάξω την δημιουργική μου θέση μεσ’ στο τραγούδι. Να βγω απ’ την στιχουργία και να πάω στο δωμάτιο με τις νότες. Μην φανταστείτε πως ξέρω να διαβάζω πεντάγραμμο – να μουρμουρίζω μελωδίες μπορώ και μετά την πληρώνει ο αδελφικός μου φίλος και συνθέτης Γιώργος Κομπογιάννης που τον βαζω να μου τις οργανώσει. Του οφείλω την αγάπη μου γιατί προσπαθεί με υπομονή ν’ ανταπεξέλθει σε κάθε λογική και παράλογη ιδέα μου.
Ένας άλλος κύκλος που ετοιμάζεται και που με γεμίζει πολλή χαρά που επιτελους γίνεται σιγά σιγά πραγματικότητα, είνα σε μουσική του Νίκου Τσάμπουρα απ’ την Κοζάνη, που η βαθεια φίλία μας κρατάει απ’ την φανταρίστικη χρονιά του 1981.
Θ’ ακολουθήσει ένας κύκλος σε μουσική του μουσικάνθρωπου Τριαντάφυλλου Ψαραδάκου και τέλος ίσως ένας κύκλος τραγουδιών, όπου ελπίζω να τολμήσω, πέρα απ’ τους στίχους και τις μελωδίες που θα ‘χουν την υπογραφή μου, να τραγουδήσω επιτέλους.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή