Και τώρα τι ψηφίζουμε; – γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Και τώρα τι ψηφίζουμε; – γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

Μετά τα όσα και όπως λέγονται, γράφονται και απεικονίζονται προεκλογικά, στα κάθε μορφής μέσα γραπτής και ηλεκτρονικής επικοινωνίας, πόσο ενημερωμένοι για τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και απασχολούν τους εργαζομένους και γενικά τους πολίτες, θα βρεθούμε μπροστά στην κάλπη; Πόσο εξηγήθηκαν οι λόγοι που διαιωνίζουν τα προβλήματα στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας, γενικά της Δημόσιας Διοίκησης, που συντηρούν τις κοινωνικές ανισότητες και αποτρέπουν τον εκσυγχρονισμό της χώρας; Πόσο φωτίστηκαν τα πραγματικά οικονομικά και εθνικά θέματα; Πόσο σαφή και συμβατά με την πραγματικότητα, πειστικά και υλοποιήσιμα είναι τα κομματικά προγράμματα και ο πληθωρισμός των υποσχέσεων που προβάλλονται (και μάλιστα όπως προβάλλονται), ώστε η ψήφος που θα ρίξουν στην κάλπη οι πολίτες να υπηρετεί, κατά το δυνατό καλύτερα, το συλλογικό συμφέρον;

Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε καμιά επί της ουσίας ενημέρωση. Ο προεκλογικός καβγάς και μάλιστα πεζοδρομιακού επιπέδου γίνεται μόνο για το «πάπλωμα» που όμως δεν είναι, όπως θα έπρεπε, τα προβλήματα και πώς θα αντιμετωπιστούν κατά τον ασφαλέστερο και καλύτερο τρόπο αλλά ο δελεασμός, το ξεγέλασμα, η παραπλάνηση των πολιτών. Η παγίδευση και η υφαρπαγή της ψήφου τους.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μετά τις εκλογές η χώρα θα κυβερνηθεί από τα κόμματα ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ είτε αυτοδύναμα από ένα είτε με κάποιας μορφής συνεργασία μεταξύ τους ή και με άλλα μικρότερα. Έτσι, σε κάθε περίπτωση, στη διακυβέρνηση της χώρας θα βρεθούν και πάλι ένα ή δύο από τα τρία κόμματα που ευθύνονται για την οικονομική κρίση και τη διαχείρισή της με τις γνωστές αρνητικές επιπτώσεις στο βιοτικό μας επίπεδο και την οικονομική πορεία της χώρας. Τα κόμματα δηλαδή που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία 20 χρόνια και με τις πολιτικές, τις πρακτικές ή την απραξία τους, ευθύνονται για το σημερινό επίπεδο λειτουργίας κρίσιμων φορέων του Δημοσίου. Επίπεδο που τραγικά επιβεβαιώθηκε από την πλήρη αδυναμία τους να αποτρέψουν ή να διαχειριστούν πολύνεκρα δυστυχήματα όπως η πυρκαγιά στο Μάτι και η σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη.
Όμως αυτά τα κόμματα κυριαρχούν την περίοδο αυτή στο πολιτικό μας σύστημα και εκ των πραγμάτων αυτά, είτε από κυβερνητική είτε από αντιπολιτευτική θέση, θα βρεθούν αντιμέτωπα με τα σύνθετα προβλήματα που οι πολιτικές τους κληροδότησαν στη χώρα. Και βέβαια από μόνη της η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης πλειοψηφίας δεν αρκεί. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί και η ενισχυμένη κοινωνική αποδοχή και στήριξή της προκειμένου να καταστεί δυνατή η διαμόρφωση και υλοποίηση πολιτικών που απαντούν στα γνωστά σύνθετα προβλήματα της συγκυρίας. (Γνωστές οι περιπτώσεις νόμων, αποφάσεων κλπ. που μένουν «στα χαρτιά» από κομματική ατολμία ή προσωπικές ιδιοτέλειες υπευθύνων διαφόρων Τομέων).

Με το κλίμα που κυριαρχεί λοιπόν στο πολιτικό σύστημα, πόσο πιθανό φαντάζει το ενδεχόμενο δημιουργίας ισχυρής κυβέρνησης; Το ερωτηματικό αυτό προβάλλει εντονότερο αν αναλογιστούμε το επίπεδο του προεκλογικού αγώνα με το υβρεολόγιο, το πεζοδρομιακό μαλλιοτράβηγμα και την έκδηλη, ωμά δηλούμενη υποεκτίμηση μεταξύ των ηγετών των τριών κομμάτων που προηγούνται δημοσκοπικά.
Παρ’όλ΄αυτά το τοξικό κλίμα που συστηματικά καλλιεργείται από τα κομματικά επιτελεία δεν φαίνεται να διαποτίζει ευρύτερα την κοινωνία όπως συνέβαινε την περασμένη δεκαετία. Οι πολίτες αντιλήφθηκαν ότι τα προβλήματα που απασχολούν την καθημερινότητά τους δεν είναι σημερινά, ότι η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί και ότι η λύση δεν θα έρθει με την εμπλοκή τους στο κομματικό ρεβασινσμό, ούτε στην ικανοποίηση των κομματικών και προσωπικών ιδιοτελειών.
Η παραπάνω διαπίστωση λαμβάνοντας υπόψη και τη γεωστρατηγική θέση της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο δίπλα στην απρόβλεπτη Τουρκία, τον ασταθή πολυπολικό πλέον κόσμο, τις αλλεπάλληλες υβριδικές επιδημίες και κρίσεις, το δεδομένο πολιτικοθεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της (μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ), το μέγεθος της (οικονομικό, γεωγραφικό, πληθυσμιακό) και τα συσσωρευμένα προς αντιμετώπιση προβλήματα, πιστεύω ότι προβληματίζουν τους πολίτες στην επιλογή του ψηφοδελτίου τους.

Στα παραπάνω δεδομένα ενυπάρχουν και δυνατότητες για δημιουργική – παραγωγική διακυβέρνηση της χώρας σε περιβάλλον σχετικής ασφάλειας και κίνδυνοι που ελλοχεύουν σε περίπτωση απόλυτης ασυνεννοησίας του πολιτικού συστήματος και σοβαρών κοινωνικών αναταράξεων, όπως τις ζήσαμε την περασμένη δεκαετία. Προκύπτει συνεπώς η ανάγκη, η κάλπη να δώσει αποτελέσματα που θα επιτρέπουν την προσέγγιση και συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων, ιδιαίτερα σε προβλήματα που σέρνονται από τετραετία σε τετραετία ώστε σταδιακά να δρομολογηθεί η αντιμετώπισή τους. (Αν τα κόμματα αντιμετώπιζαν την οικονομική κρίση το 2010 ως πρόβλημα δικό μας, πρόβλημα του πολιτικού μας συστήματος και συναινούσαν, όπως έγινε σε άλλες χώρες στα μέτρα για την αντιμετώπισή της, θα αποφεύγαμε τα όσα συνέβησαν την περασμένη δεκαετία και τις γνωστές συνέπειές τους).
Στο πνεύμα αυτό, κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσε σταδιακά να μπει το πολιτικό σύστημα αν στην κάλπη ενισχύονταν τα κόμματα με σαφή και σταθερό ιδεολογικό προσανατολισμό. Στη Βουλή κόμματα με συγκεκριμένες, σταθερές ιδεολογικές συντεταγμένες είναι η ΝΔ το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και το ΚΚΕ.
Τα δύο πρώτα εκφράζονται και συμφωνούν με το ιδεολογικό-πολιτικό πλαίσιο της ΕΕ που κινείται μεταξύ φιλελεύθερης δεξιάς (Φιλελεύθερη Οικονομία) και σοσιαλδημοκρατίας (Κοινωνικό Κράτος). Μεταξύ αυτών των δύο κομμάτων μπορούν να υπάρξουν προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση ακόμα και κρίσιμων κοινωνικών προβλημάτων χωρίς να προδίδουν τις βασικές ιδεολογικές αρχές τους. Στο γεγονός αυτό εξάλλου οφείλεται η συνοχή και λειτουργία της ΕΕ συνεχώς για δεκαετίες μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρά τις κατά καιρούς έντονες κοινωνικές αναστατώσεις. Το τρίτο, το ΚΚΕ, με ξεκάθαρο ταξικό προσανατολισμό και ασκώντας, στη βάση των ιδεολογικών του αρχών, τη γνωστή φιλεργατική πολιτική του, εμπνέει εμπιστοσύνη, και μπορεί να συζητάει ανοιχτά κι ελεύθερα χωρίς υστεροβουλίες με τα άλλα κόμματα τα εσωτερικά και διεθνή προβλήματα της επικαιρότητας. (Οι όποιες επιφυλάξεις και αντιρρήσεις για τις θέσεις και πρακτικές του δεν αναιρούν τα παραπάνω).
Ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα, με την αξιόλογη κοινωνική απήχηση, στερούμενος σαφούς και σταθερής ιδεολογικής πυξίδας (συγκεκριμένου ιδεολογικού προσανατολισμού δηλαδή), αφήνει ανοιχτές τις κομματικές του πόρτες σε ό,τι θεωρεί ότι του ανοίγει το δρόμο προς την εξουσία και διασφαλίζει την άσκησή της. Η αντιμνημονιακή πολιτική του ως Αντιπολίτευση και στη συνέχεια μνημονιακή ως Κυβέρνηση την περασμένη δεκαετία, και οι γνωστές πρακτικές και συμπεριφορές του στη συνέχεια έπληξαν καίρια την αξιοπιστία του. Επιπλέον, εκλαμβάνει το πλαίσιο λειτουργίας της Ε.Ε. ως καταναγκασμό.

Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, για τους πολίτες του πολιτικού χώρου γνωστού ως Κέντρο, το κριτήριο επιλογής είναι τα ψηφοδέλτια των κομμάτων που αποδέχονται το πλαίσιο λειτουργίας της Ε.Ε. και συνεπώς μπορούν να συνεννοηθούν και να αξιοποιήσουν επωφελέστερα για τη χώρα τις όποιες δυνατότητες προσφέρονται. Είναι βέβαιο όμως ότι η διαχείριση των προβλημάτων δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Γι’ αυτό ακριβώς, σε κάθε περίπτωση, είτε αυτοδύναμης Κυβέρνησης είτε Συνεργασίας εκτός από την όποια κοινοβουλευτική πλειοψηφία η ευρεία κοινωνική παρέμβαση είτε για στήριξη θετικών είτε για αποτροπή αρνητικών κυβερνητικών αποφάσεων θα αποδειχθεί κρίσιμος παράγοντας. Το ΚΚΕ με την αγωνιστικότητα, την ανιδιοτέλεια, τη συνέπεια και την υπευθυνότητα στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και τη στήριξη των κοινωνικών διεκδικήσεων, είναι ανάγκη να βγει από τη κάλπη ενισχυμένο.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή