Μαγιάτικο στεφάνι

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Μαγιάτικο στεφάνι

Γράφει η συγγραφέας, ΚΑΙΤΗ ΛΙΑΝΟΥ – ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ


Δύσκολος εκείνος ο Απρίλης του 1993. Πέρασε με στενοχώριες. Οι μέρες μας φαίνονταν αιώνες. Τα ρολόγια θαρρείς πως είχαν σταματήσει να δείχνουν την ώρα. Στην αρχή όταν ο θείος Μιχάλης, έτσι τον φώναζα, θείο, κι ας ήταν φίλος του πατέρα, μας ανακοίνωσε την απόφαση του για να αφήσει την πατρίδα για πάντα και να ζήσει στον Καναδά, στο σπίτι της αδελφής του, μας φάνηκε πρωταπριλιάτικο αστείο μια και μας το ανακοίνωσε Πρωταπριλιά.

-Έλα, βρε Μιχάλη, έχω ακούσει κι έχω ακούσει πρωταπριλιάτικα αστεία, αλλά αυτό πια… Μεγάλη σαχλαμάρα! του είπε ο πατέρας ενώ γέμιζε το ποτήρι του με κρασί.
– Δεν είναι αστείο, Αντώνη. Στ’ αλήθεια βαρέθηκα.
– Τι λες, ρε Μιχάλη; Τι βαρέθηκες; Ποιον; Εμάς;
– Μην το παίρνεις προσωπικά. Είστε οι καλλίτεροι μου φίλοι. Οι μοναδικοί φίλοι, αλλά να… η μοναξιά Αντώνη. Μεγάλωσα, η Μάγδα έχει παιδιά… Βρε Αντώνη, έχω ανίψια και δεν τα ξέρω. Θέλω να νοιώσω πως έχω οικογένεια. Αυτό είναι όλο.
Ο πατέρας είναι από τη Θράκη, οι αδελφές του η θεία Μαρία και η θεία Αλέκα μένουν ακόμα εκεί, εκείνος ήρθε στην Αθήνα όταν μπήκε στο Πολυτεχνείο και γνωρίστηκε με τον θείο Μιχάλη, συμφοιτητές ήταν, η γνωριμία τους μετατράπηκε σε δυνατή φιλία και συνεχίζει ακόμα παρ’ όλη την μεγάλη απόσταση που τους χωρίζει. Εκείνη η Πρωταπριλιάτικη μέρα περνάει απ’ το μυαλό μου πολλές φορές σα να επρόκειτο κάποιος να έπρεπε να απολογηθεί για κάποιο όνειρο, που έμεινε όμως ανεκπλήρωτο.
Θράκη, Μάιος 1965
Ήταν Πρώτη Μαΐου του 1965. Τα λουλούδια μοσχομύριζαν. Όλες οι αποχρώσεις του πράσινου και τα χρώματα της ίριδας θαρρείς πως είχαν στήσει χορό για να γιορτάσουν αυτή τη μέρα των λουλουδιών. Η Μαρία και η Αλέκα σηκώθηκαν πρωί πρωί κι ετοιμάστηκαν, συναντήθηκαν μαζί με άλλα κορίτσια στην πλατεία του χωριού τους και ξεκίνησαν για το μάζεμα των λουλουδιών ώστε να φτιάξουν το μαγιάτικο στεφάνι τους. Εκείνη τη χρονιά ο Αντώνης έλλειπε, αφού σπούδαζε στην Αθήνα, κι έτσι το στεφάνι τους δεν είχε και την δική του πινελιά. Του άρεσε να βάζει στο τέλος το χέρι του στολίζοντας το με μια μαργαρίτα και λέγοντας στις αδελφές του πως σαν σήμερα έγινε η εξέγερση των εργατών στο Σικάγο για καλλίτερες συνθήκες εργασίας. Η Μαρία και η Αλέκα πήραν βέργες από κλίματα για να είναι ελαστικές τις έπλεξαν σε σχήμα στεφάνι και άρχισαν να τις στολίζουν από διάφορα λουλούδια, κλαδάκια συκιάς και ροδιάς, πρασινάδα και στάχυα. Το ‘ξεραν από την μητέρα τους πως τα παλιά χρόνια κάθε τι που χρησιμοποιούσαν για το στόλισμα του στεφανιού είχε και κάποιο σκοπό, για κείνες όμως το πιο σπουδαίο ήταν τα στεφάνια τους να είναι πλούσια σε λουλούδια και να στολίσουν την πόρτα του σπιτιού τους.
– Οι συμβολισμοί είναι για τις παλιές μια και ξεκίνησε από την αρχαιότητα, έλεγαν και οι δυο με μια φωνή και πετούσαν τα σκόρδα και τα κρεμμύδια που επέμενε η μητέρα τους να κρεμάσουν. Ο Αντώνης πάλι, προετοιμαζόταν για τις 24 Ιουνίου.- Μπορεί να μην ήρθα την πρωτομαγιά», τους έγραφε. Αλλά θα έρθω του Αη-Γιαννιού και μάλιστα με παρέα. Έχω γνωρίσει ένα παιδί Μιχάλη τον λένε και είμαστε πολύ φίλοι. Θα έρθουμε μαζί.
Μόλις το ‘μαθαν οι δικοί του τρελάθηκαν απ’ τη χαρά τους. Θα του έδιναν το δωμάτιο του Αντώνη κι εκείνος θα κοιμόταν στην κουζίνα. Θα του έστρωναν και τα πιο καλά σεντόνια. Τα κορίτσια είχαν αρχίσει να το λένε στις φίλες τους και καμάρωναν που ένας Αθηναίος θα έμενε στο σπίτι τους. Όλη την ώρα συζητούσαν αυτό το θέμα και προσπαθούσαν ώστε να βρουν τους καλλίτερους τρόπους για να περάσει πιο όμορφα ο καλεσμένος του αδελφού τους.
Για τον Αντώνη δεν ήταν εύκολα αυτά τα ταξίδια και τους είχε επιθυμήσει όλους πολύ. Όταν έμαθε πως πέρασε στην Αθήνα ήρθε με τον πατέρα του για να βρουν δωμάτιο, το καλλίτερο δυνατόν. Μετά ήρθε με την μητέρα του για να τον τακτοποιήσει, και από τότε μόνο τα Χριστούγεννα κατόρθωσε να πάει για να τους δει. Τότε οι αδελφές του του φάνηκαν πως είχαν μεγαλώσει πολύ και ομορφύνει. Τώρα μετά από έξι ολόκληρους μήνες πως θα του φαινόντουσαν άραγε; Σκεπτόταν.
Η μέρα της άφιξης τους έφθασε. Το λεωφορείο σταμάτησε στην πλατεία. Οι δυο φίλοι κατέβηκαν, η Μαρία, η Αλέκα και η μητέρα τους ήταν εκεί. Ο Αντώνης πήρε μια μια στην αγκαλιά του και τις σήκωσε ψηλά, μετά σύστησε τον φίλο του. Κάποιοι άφησαν το καφενείο που καθόντουσαν κι έτρεξαν να τους χαιρετήσουν. Σε λίγο όλοι μαζί κατηφόριζαν το στενό σοκάκι για το σπίτι. Στην πόρτα ήταν ακόμα κρεμασμένα, ξερά πια, τα μαγιάτικα στεφάνια. Ο Μιχάλης τα κοίταξε και χαμογέλασε. Σαν αύριο με την αδελφή του έπαιρναν τα στεφάνια τους και πήγαιναν να συναντήσουν κι άλλα παιδιά για να τα κάψουν. Η μητέρα τους έλεγε πως είναι καλό να πηδήσουν τρεις φορές πάνω απ’ τη φωτιά, αλλά ποιος την άκουγε. Έτρεχαν και πηδούσαν αμέτρητες φορές, μέχρι να κουραστούν ή ώσπου να σβήσει η φωτιά. Όλη αυτή η διαδικασία με τα μαγιάτικα στεφάνια και το πιστεύω τους για ευτυχία αν πηδήξουν πάνω απ’ τις φλόγες δεν άλλαζε σε τίποτε από την Αθήνα, γνώρισε όμως κάτι πολύ όμορφο, το έθιμο του αμίλητου νερού, κι ενθουσιάστηκε. Εκείνη τη Πρωταπριλιά που συζητούσε με τον Αντώνη για την αναχώρηση του, το θυμήθηκε και το έζησε για πολλοστή φορά μέσα από τις αναμνήσεις του.
Η παρέα είχε επιλέξει την Μαρία, σαν τη πιο κατάλληλη, για να μεταφέρει το αμίλητο νερό στο σπίτι που είχαν συμφωνήσει. Ήταν 23 Ιουνίου παραμονή του Άη-Γιαννιού, ο ήλιος είχε δύσει η Μαρία πήρε μια στάμνα και κατευθύνθηκε στην πηγή για να πάρει νερό. Κάποιοι νεαροί την παρακολουθούσαν και άρχισαν τα πειράγματα. Εκείνη όμως έμενε σοβαρή και αμίλητη.
– Πρέπει να φτάσει στο σπίτι χωρίς να μιλήσει σε κανέναν, γι’ αυτό λέγεται αμίλητο νερό.
– Πολύ ωραίο έθιμο! Θαύμασε ο Μιχάλης.
– Θα δεις! Έχει και συνέχεια.
– Δηλαδή;
– Μα άμα ήταν να στα πω όλα θα σου τα έλεγα και στην Αθήνα, αλλά τότε άντε να σε πείσω να ‘ρθεις.
Η Μαρία έφτασε στο σπίτι περήφανη. Εκεί τα άλλα κορίτσια έριξαν μέσα στη στάμνα προσωπικά τους αντικείμενα, τα λεγόμενα ριζικάρια, όπως ένα δακτυλίδι, ένα σκουλαρίκι κ.λ.π. σκέπασαν την στάμνα με ένα κόκκινο πανί την κλείδωσαν με λουκέτο και την άφησαν όλη την νύχτα κάτω απ’ τα’ αστέρια. Έλεγαν πως έτσι θα αποκτούσε μαγικές ιδιότητες. Μετά από αυτή την προετοιμασία του κλήδονα οι κοπελιές επέστρεψαν στο σπίτι τους για ύπνο πιστεύοντας πως θα ονειρευτούν τον άντρα που θα πάρουν. Την άλλη μέρα θα βρίσκονταν πάλι πριν την ανατολή.
– Μαρία ξέρεις ποιόν είδα στον ύπνο μου;
– Φαντάζομαι…
– Τον Μιχάλη.
– Το περίμενα.
– Λες να είναι αυτός ο άντρας που θα πάρω;
– Λες; Πάντως σε κοιτάζει.
– Πιστεύεις πως του αρέσω;
– Γιατί όχι; Για να δούμε σήμερα ποια θα είναι η τύχη μας.
– Αχ ναι…
Δεν είχε ακόμη φέξει. Οι κοπέλες βρέθηκαν όλες μαζί. Αυτή τη φορά μάλιστα συμμετείχαν κι άλλοι, γείτονες, φίλοι, αγόρια και κορίτσια, ως μάρτυρες της διαδικασίας. Η Μαρία άρχισε να βγάζει ένα ένα τα αντικείμενα και τα έδινε σε κάθε κοπέλα λέγοντας της κι ένα δίστιχο. Αυτό προλέγει και το μέλλον της και το σχολιάζουν οι παρευρισκόμενοι δίνοντας τις δικές τους εξηγήσεις. Η Αλέκα κοκκίνισε όταν άκουσε το δίστιχο που ήταν για κείνη και κοίταξε τον Μιχάλη στα μάτια, την κοίταζε κι αυτός. Κανείς τους δεν άκουσε τα σχόλια και την ερμηνεία των άλλων. Τους αρκούσε που άκουγαν τους κτύπους της καρδιάς τους. Κατά το σούρουπο κάθε κοπέλα γέμισε το στόμα της με μια γουλιά απ’ το αμίλητο νερό και στάθηκε μπροστά σε ανοιχτό παράθυρο. Το πρώτο ανδρικό όνομα που θα άκουγε θα ήταν και το όνομα του άντρα που θα παντρευόταν.
Κανείς δεν ξέρει αν η Αλέκα άκουσε το όνομα Μιχάλης ή το έπλασε με την φαντασία της. Κανείς δεν έμαθε αν την ώρα που πηδούσαν την φωτιά καθώς καίγονταν τα στεφάνια, τα μάτια τους κοίταζαν τις ψυχές τους, αν ο ιδρώτας που έσταζε απ’ το μέτωπό τους δεν ήταν απ’ τη φωτιά αλλά… από τις φλόγες που έβγαιναν από μέσα τους.
Μετά από δυο μέρες ο Μιχάλης έφυγε για Αθήνα παίρνοντας μαζί του αγάπη. Με την Αλέκα αλληλογράφησαν πολλές φορές και για καιρό. Το προξενιό όμως που της έκανε η θεία της σταμάτησε το τρυφερό ειδύλλιο. Παντρεύτηκε. Παντρεύτηκε και ο Μιχάλης αλλά ατύχησε. Στην πρώτη Απριλίου του 1993 ανακοίνωσε στον καλλίτερο του φίλο, τον Αντώνη, πως θα φύγει για τον Καναδά.

• Εργογραφία της Καίτης Λιανού – Ιωαννίδου:
«Η άλλη πλευρά του παραδείσου» Μυθιστόρημα εκδόσεις θέσις 2008
«Το γυάλινο δωμάτιο» Ποίηση Free-e-books Ανοικτή βιβλιοθήκη 2012
«Ελλάδα σ’ αγαπώ-Παράδοση και αναμνήσεις» Λαογραφικό-συνεργασίας εκδόσεις Όστρια 2013
«Χρυσές σελίδες» Διήγημα εκδόσεις Όστρια 2014
«Κοριός στο μαξιλάρι του προέδρου» Μυθιστόρημα εκδόσεις Ωκεανός 2015
Α’ Βραβείο Ε.Π.Ο.Κ.
«Συνάντηση με το παρελθόν» Λαογραφικό εκδόσεις Όστρια 2016
«Λίγο πριν ξημερώσει» Μυθιστόρημα εκδόσεις Ωκεανός 2017
«Άρωμα σε μελανοδοχείο» Μυθιστόρημα εκδόσεις Αγγελάκη 2019
«Ο χορός των λυγμών» Μυθιστόρημα εκδόσεις Αγγελάκη 2021
«Η περιπέτεια του Ξανθούλη» παιδικό εκδόσεις Αγγελάκη 2022

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή