«Θέλω την κοινωνία πιο απελευθερωμένη, γνήσια φιλική και δίκαιη», Κωστής Σχιζάκης, Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Θέλω την κοινωνία πιο απελευθερωμένη, γνήσια φιλική και δίκαιη», Κωστής Σχιζάκης,  Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου

Ο Κωστής Σχιζάκης γεννήθηκε και ζει στο Ηράκλειο της Κρήτης. Είναι αρχιτέκτων μηχανικός και ιδρυτής του Μουσείου Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου. Ασχολείται επίσης με την λογοτεχνία όπου έχει κάνει οκτώ εκδόσεις.
Το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου (Μ.Ε.Τ.Η.) ιδρύθηκε τον Μάιο του 2000 ως εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από τον Κωστή και την Ειρήνη Σχιζάκη. Το 2006 ξεκίνησε η προσπάθεια για την καταγραφή των έργων της συλλογής και την έκδοση καταλόγου ενώ η πρώτη έκθεση υλοποιήθηκε στις αρχές του 2007 με τίτλο «Σύγχρονη τέχνη – Μια ματιά στο εικαστικό τοπίο της Κρήτης». Έκτοτε, ακολούθησε ένας μεγάλος αριθμός εκθέσεων, είτε στην αίθουσα της οδού Νυμφών 3 είτε σε άλλους χώρους στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Κατά τα πρώτα έτη λειτουργίας του το ΜΕΤΗ έδωσε κύριο βάρος στη συλλογή και υποστήριξη του έργου των Κρητών δημιουργών. Από το 2014 και μετά, ανέπτυξε τη δραστηριότητά του περιλαμβάνοντας καλλιτέχνες από ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο και προέβαλε στο κοινό του Ηρακλείου και της Κρήτης γενικότερα, κάθε προσπάθεια που διέκρινε ως αξιόλογη κι έπεφτε στην αντίληψή του.
Η συλλογή του ΜΕΤΗ σήμερα αποτελείται από αξιόλογα έργα ορισμένα από τα οποία είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας και σημασίας για τη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Ευχόμαστε ολόψυχα να περιηγηθείτε ευχάριστα στο site του Μ.Ε.Τ.Η. και με χαρά περιμένουμε και τις δικές σας προτάσεις για τη βελτίωση της προσπάθειάς μας.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο Ηράκλειο;
ΚΩΣΤΗΣ ΣΧΙΖΑΚΗΣ: Θα έλεγα ότι έζησα μια ευτυχή παιδική ηλικία μέσα σ’ ένα καθαρά αστικό περιβάλλον. Αυτό του Ηρακλείου. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα χρόνια εκείνα, 2-3 χιλιόμετρα έξω από τον πολεοδομικό ιστό κάθε πόλης, αναπτυσσόταν η γεωργία και μάλιστα στον τόπο μας με ισχυρούς δείκτες προόδου σ’ ό,τι αφορούσε τα δύο κύρια προϊόντα, το λάδι και την σταφίδα. Έχω ακόμα ζωηρές αναμνήσεις από τα καλοκαίρια που επισκεπτόμουν συχνά το χωριό και παρατηρούσα την αγροτική ζωή το πόσο βαριά ήταν και πόσο κόπο ζητούσε το κάθε προϊόν για να βγει στην αγορά.

«Π»: Ιδρύσατε το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου (ΜΕΤΗ). Μιλήστε μας γι’αυτό.
Κ.ΣΧ.: Πολύ φοβάμαι πως αν αρχίσω να μιλώ για το ΜΕΤΗ θα σας πάρω όλο τον χρόνο. Συνοπτικά σας πληροφορώ ότι το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου στηρίχτηκε σε μια δική μου ιδέα, ιδρύθηκε το 2000, και μαζί με την σύζυγό μου, τα τελευταία χρόνια το έχουμε φτάσει σ’ένα αξιοζήλευτο επίπεδο αφ’ενός με τα εξαιρετικά έργα που περιέχει η συλλογή κι αφ’ετέρου με μεγάλη απήχηση στα εικαστικά δρώμενα της χώρας. Βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο που πλέον, ως αναγνωρισμένος πολιτιστικός φορέας, έχουμε την ενίσχυση της πολιτείας, παρουσία στο διαδίκτυο με διεύθυνση metheraklion.gr και γενικά είμαστε περήφανοι για την πορεία του με πολυάριθμες εκθέσεις όχι μόνον στον χώρο μας αλλά και στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

«Π»: Μιλήστε μας τότε για τη συγγραφή. Πότε ξεκινήσατε;
Κ.ΣΧ.: Ομολογώ ότι δεν ξέρω πότε ξεκίνησα να γράφω. Ανεπίσημα ίσως από τα μαθητικά μου χρόνια. Επίσημα, θεωρώ ότι μπήκα στα γράμματα με την ποιητική συλλογή «Ιχνογραφίες της Ενάστρου Νυκτός» την 1η Απριλίου του 1985… Πρωταπριλιά δηλαδή, φαινόταν σαν ψέμα.

«Π»: Έχετε εκδόσει οκτώ βιβλία. Τί πραγματεύονται;
Κ.ΣΧ.: Μετά τις Ιχνογραφίες, κυκλοφόρησα μια πλακέτα, έτσι λέγεται αυτό το σχήμα εκδόσεως, σε εκατό αντίγραφα και τον εύγλωττο τίτλο «Γυρεύοντας νότες επτά». Προφανώς ήταν ομοιοκατάληκτα στιχάκια που γύρευαν κάποια μελωδία να τα συντροφεύσει. Το ‘89 εγκατέλειψα την ποίηση, στην μορφή που είχα ασχοληθεί τουλάχιστον μέχρι τότε, και προχώρησα στην έκδοση διηγημάτων με τίτλο «Τα παρά προσδοκίαν» – ονομάστηκαν έτσι διότι στο τέλος τους, στην τελευταία σειρά, φανέρωνα το τι έκρυβε το κάθε διήγημα. Μετά από μια πολυετή παύση επανήλθα με μια επανέκδοση στα διηγήματα προσθέτοντας ακόμα μερικά που είχαν γραφτεί εντωμεταξύ και όλα μαζί πήραν τον τίτλο «Αυτά», ενδεχομένως υπονοώντας ότι δεν θα υπήρχαν άλλα. Διαψεύσθηκα επ’ αυτού! Λίγο αργότερα, παρακινούμενος από την κυρία Μαθιουδάκη, έγραψα μαζί της το πρώτο μου μυθιστόρημα που ήταν «Ο Φταίχτης». Έκτοτε, θα έλεγα με ζήλο, προχώρησα στην γραφή και έκδοση από τα 24 γράμματα τριών ακόμα μυθιστορημάτων με τίτλους, «Το Παλαιοπωλείο», «Αχ, Σούζη Q» και «Αγαπητή Εξαδέρφη» το πλέον πρόσφατο.

«Π»: Η «Αγαπητή Εξαδέρφη» τί περιλαμβάνει;
Κ.ΣΧ.: Η «Αγαπητή εξαδέρφη» κατ’ αρχάς είναι μυθιστόρημα – ψυχογράφημα μιας υποθετικής οικογένειας, τους Δεσποτάκηδες. Μια αστική οικογένεια που αναλύεται σε βάθος η δομή της, λίγο ίσως πριν από το τέλος του προηγούμενου αιώνα. Μες την καθημερινότητά τους οι κεντρικοί ήρωες δεν μπορούν να αντιληφθούν την ανάπτυξη κατά την διάρκεια της εφηβείας μιας σχέσης μεταξύ των δυο ανήλικων εξαδέλφων, φιλική στην αρχή και ερωτική σ’ ένα δεύτερο στάδιο. Στην εξέλιξή της η ιστορία με την πλοκή που ακολουθεί καταφέρνει να δώσει τις δέουσες απαντήσεις δίχως να ξεφεύγει από την πραγματικότητα με ό,τι τρόπο θέλει να χαρακτηριστεί αυτή.

«Π»: Ποιό λογοτεχνικό είδος αγαπάτε;
Κ.ΣΧ.: Αγαπώ πολύ πλέον το μυθιστόρημα. Αυτό που περιγράφει το εγγύς χτες, συνηθίζω να λέω, καθ’ότι είναι φιλτραρισμένο από τον χρόνο και μου φαίνεται πιο οικείο και εμπεριστατωμένο. Επίσης αγαπώ να κάνω φλας μπακ στα γεγονότα που ζουν οι ήρωές μου και να φωτίζω μ’αυτό τον τρόπο τις ζωές που τους δίδω. Ακόμα δίνω πολύ μεγάλη σημασία στις ανατροπές και στις κορυφώσεις στο κάθε έργο που και πότε πρέπει να συμβούν. Γενικά μελετώ το πώς θα πρέπει να γραφεί το κάθε έργο μου και αποφεύγω με κάθε τρόπο να δημιουργηθεί κοιλιά, όπως την λέμε.

«Π»: Πώς σας εμπνέει ο τόπος γέννησής σας;
Κ.ΣΧ.: Ποικιλοτρόπως… Μα δεν είναι μόνον ο γενέθλιος τόπος αλλά και οι άλλες πόλεις που έζησα. Οι ήρωες που χρησιμοποιώ επίσης ταξιδεύουν και ξέρω ακόμα και τα σημεία εκείνα που περιγράφω τις σκηνές. Τελευταία δεν είναι να βγει κανείς μαζί μου παρέα. Αρχίζω και του περιγράφω τις σκηνές που έζησα εδώ κι εκεί, όταν τύχει και περάσουμε από μέρη που απετέλεσαν σημεία εκτυλίξεως του δράματος συνήθως που έχω αποτυπώσει στις σελίδες των βιβλίων μου.

«Π»: Και ποιό ρόλο έχει η αρχιτεκτονική μέσα σ’όλα αυτά;
Κ.ΣΧ.: Ο ρόλος της Αρχιτεκτονικής επίσης με βασανίζει στα βιβλία μου. Πάρα πολύ συχνά περιγράφω τα σπίτια καθεαυτά που ζουν οι άνθρωποι όπως και τις γειτονιές. Θα μου πείτε, και πρέπει να είσαι αρχιτέκτονας για να το κάνεις αυτό; Θα απαντήσω ότι το κάνω με μεγαλύτερη ευκολία και ότι μ’ ευχαριστεί ιδιαίτερα.

«Π»: Ποιά χώρα εκτιμάτε για την αρχιτεκτονική και την ιστορία της;
Κ.ΣΧ.: Δεν εκτιμώ μία και μόνο – απ’ αυτές που έχω επισκεφτεί τουλάχιστον. Κατ’ αρχάς τη χώρα μου με το σύμπλεγμα των νησιών της, όπου κι αν βρίσκεται αυτό, δεδομένου ότι είναι διάσπαρτο. Επίσης μια χώρα που αγαπώ είναι η Ιταλία. Μια ακόμα είναι η Ισπανία.

«Π»: Ποιά η γνώμη σας για την πράσινη αστική ανάπτυξη;
Κ.ΣΧ.: Μ’ αρέσει και μόνο που το ακούω. Είναι και ως πρόταση πάρα πολύ ωραίο. Αλλά πείτε μου, πέρα απ’αυτό τι έχει γίνει; Έχουν γκρεμίσει οι δήμοι οικοδομικά τετράγωνα για να προσφέρουν στους δημότες τους τις σύγχρονες ανάγκες σε πράσινο που έχουν; Σχεδιάζουν πόλεις δορυφόρους προκειμένου να στηρίξουν μιαν άλλη άποψη ζωής παραδεχόμενοι ότι η ισχύουσα απέτυχε; Ξέρετε υπάρχουν απτά πράγματα που θα πρέπει να μελετήσει και να πραγματοποιήσει στη συνέχεια η κάθε δύσμοιρη πόλη, που έφτασε να ζητά διεξόδους προκειμένου να προσεγγίσει το όραμα του ευπρεπώς κατοικείν για τους πολίτες της. Προσωπικά δεν το βλέπω και στέκομαι κριτικά απέναντι σε οποιαδήποτε πρωτοβουλία που δεν ικανοποιείται.

«Π»: Μπορείτε να μας πείτε δέκα κτίρια στη χώρα που σας τραβούν το ενδιαφέρον;
Κ.ΣΧ.: Είναι πολύ δύσκολη η ερώτησή σας αυτή τη φορά. Αποσπά το ενδιαφέρον η αρχαιότητα. Ο Παρθενώνας ή το παλάτι της Κνωσού. Όμως μέσα σ’ αυτά δεν μπορείς να ζήσεις. Ούτε και στους περικαλλείς ναούς… Ούτε ακόμα σ’ ένα σπίτι που έχει σχεδιαστεί από κάποιον άλλον μ’ ένα σύστημα που παράγει διαμερίσματα 3άρια 4ρια ή 5ρια… Προσωπικά επιθυμώ ένα σπίτι που να έχει ορίζοντα 360 μοιρών και να ανταποκρίνεται κάθε φορά στις απαιτήσεις της εργασίας μου, της ανάπαυσης και της διασκέδασής μου. Δεν θα σας απαντήσω λοιπόν. Ρωτήστε αυτούς που το επέτυχαν να σας πουν και τους φίλους τους.

«Π»: Ποιά πόλη στον κόσμο αγαπάτε;
Κ.ΣΧ.: Αγαπώ τα σημεία μιας πόλης. Δεν την αγαπώ ολόκληρη – αν μάλιστα γνωρίζω και τα ελαττώματά της. Αγαπώ το Ηράκλειο όπως και την Αθήνα. Αγαπώ την Ρώμη όπως και την Βαρκελώνη. Αγαπώ τις αναμνήσεις των πόλεων. Μερικές απ΄αυτές τις περιγράφω…

«Π»: Αγαπημένοι συγγραφείς;
Κ.ΣΧ.: Πολλοί: ο Ιούλιος Βέρν, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Καρκαβίτσας, ο Καραγάτσης, ο Εμπειρίκος, ο Τόμας Μαν… Και είναι και οι ποιητές που ακολουθούν…

«Π»: Στον πρόσφατο σεισμό στην Τουρκία και τη Συρία όπου χάθηκαν χιλιάδες ανθρώπινες ζωές και τα κτίρια κατέρρευσαν σαν χάρτινα, ποιός φταίει;
Κ.ΣΧ.: Είναι οδυνηρό! Εδώ με σεισμουλάκια και γινόμαστε ένα τίποτα μπροστά στον Εγκέλαδο… Φταίει το άτιμο το κέρδος! Πολλοί είναι αυτοί που σπεκουλάρουν στην κατασκευή και δεν τηρούν τους κανόνες ακριβώς για μεγαλύτερο κέρδος. Ας μην γελιόμαστε. Είναι ντροπή!

«Π»: Ποιά νομίζετε πως είναι η κατάσταση στα δικά μας κτίρια;
Κ.ΣΧ.: Πιστεύω κι έχει εν μέρει αποδειχτεί, ότι κάπως καλύτερα είμαστε οχυρωμένοι με τις σύγχρονες κατασκευές όταν έχουμε λάβει υπόψη μας τα μέτρα και τα σταθμά που οι καθηγητές μας φωνάζουν πως θα πρέπει να τηρούμε. Πρώτα απ’όλα η ευσυνειδησία μετρά σε παρόμοια θέματα στηρίξεως της οικοδομής κι όχι η προχειρότητα. Αυτήν επικαλούμαι.

«Π»: Πώς πριμοδοτεί η αρχιτεκτονική τη συγγραφή;
Κ.ΣΧ.: Αυτή είναι μια εξαιρετική ερώτηση! Πιστεύω ότι ακολούθησα τις σπουδές μου στην αρχιτεκτονική σχολή επειδή είναι η μόνη που δίδει τόσα εφόδια, τόσες πολλές και ποικίλες γνώσεις στους σπουδαστές της. Μην ξεχνάτε ότι μάθαμε εκτός από την ιστορία της Αρχιτεκτονικής, που η εμβάθυνσή της είναι η πραγματική ιστορία του πολιτισμού, μάθαμε και ιστορία της τέχνης. Μάθαμε ακόμα να σχεδιάζουμε προκειμένου οι ιδέες μας να παίρνουν σάρκα και οστά. Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον που ζητούσε ακόμα και γραπτές αναφορές προκειμένου να αιτιολογηθεί η απόφαση του ενός ή του άλλου σχεδιασμού κατασκευής το δίχως άλλο έδωσαν μια ώθηση στον γραπτό λόγο. Πιστεύω απολύτως ότι οι σπουδές μου έπαιξαν ρόλο στην λογοτεχνική μου εξέλιξη και μάλιστα πολλαπλό.

«Π»: Τα τελευταία 15 χρόνια μας ταλανίζουν απανωτές κρίσεις. Τί αποτύπωμα αφήνουν;
Κ.ΣΧ.: Δυσάρεστο σπεύδω αμέσως να δηλώσω. Ζήσαμε αλλιώς και δεν έχει διευκρινιστεί αν υπήρχε λόγος γι’αυτό. Πτωχεύσαμε στην κυριολεξία. Άλλαξε η ζωή μας. Εν μέρει κάποιος θα μπορούσε να πει ότι είχαμε ξεφύγει κι ότι ένας κλονισμός θα έπρεπε να επιβληθεί προκειμένου να ζυγίσουμε την οικονομία μας καλύτερα. Όμως όχι αυτό που έγινε με τα μνημόνια και τις λοιπές ποινές που δεχτήκαμε. Κι αμέσως μετά ο ιός. Κάτι δεν πήγε καλά. Θεωρώ ότι δεν είναι ακόμα ώριμο το αποτύπωμα που θα βγει. Θα καθυστερήσει ακόμα, θα το δει η επόμενη γενιά.

«Π»: Ποιά η αγαπημένη ώρα για να γράφετε;
Κ.ΣΧ.: Κοιτάξτε, κοιμάμαι πολύ νωρίς το βράδυ και ξυπνώ πολύ νωρίς το πρωί… Γύρω στις 4.00. Δεν γράφω αυτή την ώρα όμως σκέπτομαι το τι θα γράψω μετά. Δεν κρατάω σημειώσεις παρ’όλο που αρκετές φορές δεν μου βγαίνει το θέμα όπως το σκέφτηκα. Βαδίζω κατ’ αυτό τον τρόπο. Δεν έχει σημασία πότε θα το αποτυπώσω στο χαρτί. Την ώρα που θα με βολέψει.

«Π»: Τί σας στενοχωρεί;
Κ.ΣΧ.: Η κοινωνία. Θα την ήθελα περισσότερο απελευθερωμένη. Πιο φιλική σε όλα τα επίπεδα. Γνήσια φιλική κι όχι όπως εμφανίζεται ντυμένη στην υποκρισία. Και δίκαιη επίσης – που δεν είναι. Η δικαιοσύνη εμφανίζεται τυφλή για τους δικούς της λόγους. Κάποτε όμως πρέπει ν’ανοίξει τα μάτια της και να δει κι αυτή πώς είναι τα πράγματα για να τα σταθμίσει.

«Π»: Τί ετοιμάζετε;
Κ.ΣΧ.: Ετοιμάζω διάφορα θα σας πω. Μακάρι να είχα καιρό και έμπνευση να τα προχωρήσω στο σημείο που θα ήθελα. Πρώτο και κύριο ετοιμάζεται πυρετωδώς το «Εικαστικό Παρελθόν της Κρήτης», πρόκειται για τις ανακοινώσεις που έγιναν από το ομώνυμο συνέδριο στις 3 και 4 Δεκεμβρίου του 2022 στο ΜΕΤΗ και φιλοδοξώ να αποτελέσει ένα λεύκωμα σταθμό για την πορεία του νησιού μας στην τέχνη και σ’όσους επώνυμα ακολούθησαν και υπηρέτησαν τον χώρο αυτό.
Είναι έτοιμο και πρόκειται να εκδοθεί και ενδεχομένως να παιχτεί και στο θέατρο το παραμύθι «Τα γενέθλια της Άννας», που τη μουσική του έχει γράψει ο συνθέτης Γιάννης Δροσίτης. Ακόμα ετοιμάζω εδώ και καιρό ένα μυθιστόρημα που προσωρινό τίτλο του έχει «Νόρα». Επίσης το τελευταίο διάστημα σε συνεργασία με φίλους προωθούμε μια ιδέα και συλλέγουμε υλικό για όσο το δυνατόν πληρέστερη αποτύπωση γεγονότων που έλαβαν κατά το παρελθόν πρωτεύουσα σημασία στον τομέα του πολιτισμού.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή