Εκλογές: Η συγκυρία και η ποιότητα του κομματικού λόγου, γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

ΝΕΑ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ
Εκλογές: Η συγκυρία και η ποιότητα του κομματικού λόγου, γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

Γενική είναι η εκτίμηση ότι το κομματικό και γενικότερα το πολιτικό μας σύστημα αποδείχθηκαν κατώτερα των απαιτήσεων σε φάσεις σοβαρών κρίσεων κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Πολύ περισσότερο που ορισμένες από τις κρίσεις αυτές κυοφορήθηκαν στις ίδιες τις πολιτικές των κομμάτων που, στη συνέχεια, αποδείχθηκαν ανίκανα να τις διαχειριστούν με επιτυχία. Χαρακτηριστική περίπτωση η κρίση χρέους και οι πολιτικές και πρακτικές που υιοθέτησαν τα κόμματα, κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας για την αντιμετώπιση των συνεπειών της.

Και είναι χαρακτηριστική γιατί και οι πολιτικές που οδήγησαν στη χρεωκοπία και οι γνωστές πρακτικές για τη διαχείρισή της χαρακτηρίζονταν και προβάλλονταν από τα αντίπαλα κόμματα είτε ως οι μοναδικές για «το καλό του λαού» είτε καταστροφικές και απαράδεκτες που υπέκρυπταν υποτέλεια και ιδιοτέλεια. Έτσι, ο λαός χωρίς να γνωρίζει τις πραγματικές αιτίες των όσων συνέβαιναν, διχαζόταν και φανατιζόταν. Η συνεννόηση των κομμάτων για συλλογική πολιτική αντιμετώπιση της ιδιαίτερα κρίσιμης κατάστασης για τη χώρα αδύνατη. Το αποτέλεσμα γνωστό. Ο λαός πλήρωσε – και θα πληρώνει – για δεκαετίες τα αποτελέσματα των επιλογών και πρακτικών εκείνης της περιόδου.
Δυστυχώς όμως πριν καλά καλά συνέλθουμε από το τσουνάμι της κρίσης χρέους, που σάρωσε το βιοτικό μας επίπεδο και με κλονισμένη την εμπιστοσύνη μεγάλου τμήματος της κοινωνίας στην πολιτική και βαριά τραυματισμένη την αξιοπιστία του «αριστερού λόγου», από τις διχαστικές κομματικές συμπεριφορές, βρεθήκαμε στο στρόβιλο ιδιαίτερα σοβαρών εισαγόμενων κρίσεων. Κρίσεων που σαρώνουν τον πλανήτη σε μια συγκυρία γεωπολιτικών ανακατατάξεων και ανατροπών, παράλληλα και με τη συνεχή και συνεχώς εντεινόμενη αμφισβήτηση και απειλή της εθνικής μας κυριαρχίας από τη γείτονα και σύμμαχο Τουρκία. Με λίγα λόγια, στη συγκυρία που βιώνουμε, το πολιτικό μας σύστημα καλείται να διαχειριστεί μια εξελισσόμενη σύνθετη, υβριδική κρίση παρατεταμένης ανασφάλειας που μόνο εφησυχασμό δεν επιτρέπει.

Παράλληλα μπαίνουμε πλέον και στην «ευθεία» για τις εκλογές – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εκδήλωση υπερτροφικών κομματικών ηγεμονισμών, αρρωστημένων προσωπικών εγωισμών, ιδιοτελών βλέψεων και φυσικά μεθοδεύσεων για την ικανοποίησή τους. Έχοντας ως μέτρο το κλίμα που κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή κατά τα χρόνια του περίφημου «αντιμνημονιακού αγώνα», μπορούμε με βεβαιότητα να προβλέψουμε μέχρι που θα κατρακυλήσει η ποιότητα της κομματικής αντιπαράθεσης, δοθέντος ότι φραγμός και πάτος μάλλον δεν υπάρχει….! Το βασικότερο χαρακτηριστικό του εν εξελίξει κλίματος, η απουσία κριτικού – διαλεκτικού, δηλαδή δημιουργικού πολιτικού λόγου, που να ασκεί έλεγχο στις όποιες κυβερνητικές αντιπαραγωγικές πολιτικές πρωτοβουλίες και προθέσεις και παράλληλα να προβάλλει εναλλακτικές πειστικές προγραμματικές θέσεις έναντι των θέσεων των άλλων κομμάτων.
Βλέπουμε δηλαδή, ότι αντί τα κόμματα να ασκούν πειστική κριτική και να προβάλλουν ρεαλιστικές αντιπροτάσεις και υλοποιήσιμες προγραμματικές θέσεις, η πολιτική σκηνή κυριαρχείται μονίμως από άκρατη, εριστική καταγγελτική διάθεση και καταστροφολογικό παροξυσμό. Πάντοτε στο φόντο της μοναδικότητας των θέσεων και του αναντικατάστατου του προγράμματος κάθε κόμματος για την αντιμετώπιση, όχι μόνο των συγκυριακών κρίσεων, αλλά και των χρόνιων προβλημάτων που κρατούν τη χώρα δεμένη στο παρελθόν. Κομματικές πρακτικές δηλαδή που θέτουν υπό συνεχή αμφισβήτηση τις προθέσεις του εκάστοτε κυβερνητικού αλλά και των άλλων αντιπάλων κομμάτων, φανατίζουν και διχάζουν το κοινωνικό σώμα και αποκλείουν οποιαδήποτε συνεννόηση και σύμπτωση για συλλογική αντιμετώπιση των αναπόφευκτων ποικίλων περιοδικών κρίσεων αλλά ακόμα και των γνωστών διαχρονικών προβλημάτων.
Επιβεβαίωση των παραπάνω ο χρόνιος χαρακτήρας των κοινωνικών προβλημάτων που ταλανίζουν το λαό μας, παρά την εναλλαγή των κομμάτων (του ευρωπαϊκού τόξου) στο κυβερνητικό πηδάλιο κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο.

Και βέβαια είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι αυτή η ακραία αντιπαλότητα στα όρια της εχθροπάθειας μεταξύ των κομμάτων, κυριαρχεί σήμερα με δεδομένα:
α. τις νωπές μνήμες ανάλογων κομματικών συμπεριφορών και των συνεπειών τους κατά τη δεκαετία που πέρασε και
β. το πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της χώρας που θέτουν όρια στον προσανατολισμό, το χαρακτήρα και το εύρος των αποφάσεων των εκάστοτε κυβερνήσεων (πρόσφατη σχετική εμπειρία από τη μνημονιακή δεκαετία…). Δεδομένα δηλαδή που αντικειμενικά ορίζουν το βαθμό υλοποίησης των θέσεων και εξαγγελλιών των διαφόρων κομμάτων και συνεπώς την αξιοπιστία τους.

Και όμως εξαγγέλλονται θέσεις και προγράμματα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα αυτά, ούτε το επίπεδο και η ποιότητα της κρατικής οργάνωσης, ούτε η εκάστοτε δημοσιονομική κατάσταση, ούτε και οι μεταβαλλόμενες κοινωνικές αξιακές αναφορές και κοινωνικές συμπεριφορές. Μοναδικός στόχος η επικοινωνιακή απήχηση του «κομματικού μηνύματος» σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.
Με τη συγκυρία λοιπόν να θέτει μια σειρά σοβαρά προβλήματα, η εικόνα που κυριαρχεί στην πολιτική σκήνη αποκλείει οποιαδήποτε προσπάθεια για διαφορετική προσέγγιση του απαραίτητου κατά τα άλλα προεκλογικού, ακόμα και έντονου, κομματικού ανταγωνισμού ώστε σε κάθε περίπτωση και ιδιαίτερα σε περίπτωση σοβαρού εθνικού κινδύνου ο λαός να βρεθεί στοιχισμένος. Δυστυχώς όμως, όπως εξελίσσεται το προεκλογικό κλίμα, χώρος για υγιή ανταγωνισμό θέσεων αντίστοιχης σοβαρότητας των κινδύνων που ελλοχεύουν δεν υπάρχει. Γι΄ αυτό ακριβώς και ο παροχολογικός και επιδοματικός χαρακτήρας του κομματικού προεκλογικού λόγου και το σαφάρι για ινφλουένσερ και «αναγνωρισιμότητες». Φαίνεται πως κρίνεται απολύτως αναγκαία η κόσμηση των κομματικών ψηφοδελτίων με φανταχτερά ονόματα, προς εντυπωσιασμό και περιχαράκωση των ισχνών κομματικών ακροατηρίων και παγίδευση των πολιτικά αδιάφορων, που σε εκλογικές περιόδους, συνηθίζουν να κάνουν τις βόλτες τους στους διάφορους κομματικούς διαδρόμους…

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή