Κωνσταντίνος Κοντογιάννης ,Συγγραφέας -Συνθέτης :Συναισθήματα ,προβληματισμοί ,ήχοι ,εικόνες ότι περιλαμβάνεται στην καθημερινότητα μου καταγράφεται

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Κωνσταντίνος Κοντογιάννης ,Συγγραφέας -Συνθέτης :Συναισθήματα ,προβληματισμοί ,ήχοι ,εικόνες ότι περιλαμβάνεται στην καθημερινότητα μου καταγράφεται
Ο Κωνσταντίνος Κοντογιάννης
γεννήθηκε στο Λιάσκοβο της Αργιθέας. Σπούδασε µουσική, ζει
στην Αθήνα και δουλεύει χρόνια
σε λαϊκορεµπέτικα στέκια. Ασχολείται µε τη συγγραφή βιβλίων
και τη σύνθεση.

Το 2014 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο «Της
καταχνιάς το πέπλο», από τις εκ-
δόσεις Λεξίτυπον. Η δισκογραφική δουλειά «Μ’ Ένα Γιατί»,
στην οποία έχει γράψει τη µου-
σική, είναι η πρώτη απόπειρα
που επιχειρεί ως εµπνευστής και
µέλος του µουσικού συγκροτήµατος «ΜΠΑΡΚΟ» και στην
οποία συµµετέχει φιλικά ο Γιάννης Ζουγανέλης.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΜΑΙΡΗ ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ ΓΚΙΩΝΗ

Ο τόπος καταγωγής σας είναι το Λιάσκοβο της Αργιθέας. Μιλήστε µας γι’ αυτόν.

Το Λιάσκοβο, ένα ορεινό χωριό
στην Αργιθέα Καρδίτσας, αποτέλεσε
µέχρι τα δώδεκά µου χρόνια, το µικρό
επίγειο παράδεισό µου. Αυτό µπορώ
να το λέω τώρα µε βεβαιότητα, γιατί
οι συνθήκες διαβίωσης και κυρίως οι
αντιξοότητες λόγω κακών καιρικών
συνθηκών, παρέπεµπαν µάλλον σε
«κόλαση» κατά τη διάρκεια των χει-
µερινών µηνών. Τα παιδιάστικα µάτια
όµως, έχουν το πλεονέκτηµα να βλέ-
πουν διαφορετικά και συνήθως µ’ ένα
ροµαντισµό, ακόµη και τις πιο δύσκολες καταστάσεις. Είµαι απ’ τους τυχε-
ρούς της ζωής, γιατί µεγάλωσα σε
επαρχία, έπαιξα σε αλάνες, µάτωσα
τα γόνατά µου κι ευλογηµένος, γιατί
κουβαλάω ακόµα στην ψυχή µου, τις
µυρωδιές και τα χρώµατα της γης
µου
.

Σε ποια ηλικία ανακαλύψατε
το ταλέντο σας στη µουσική;


Η βάση για να προκύψει και
ν’ ανακαλυφθεί το ταλέντο, πιστεύω
πως είναι τα πρώτα ακούσµατα. Στη
δική µου την περίπτωση, ήταν Ηπειρώτικοι σκοποί, Στερεοελλαδίτικοι
ήχοι και κάποια παλιά λαϊκά τραγού δια. Μέσω αυτών των ακουσµάτων,
γεννήθηκε µέσα µου, αυτό που εµείς
ονοµάζουµε στο χώρο µας µουσικό
σαράκι. Σε ηλικία δέκα ετών, όταν
έπιασα στα χέρια µου ένα µπουζούκι,
ξεκίνησα να «σκαλίζω» τις πρώτες
νότες δύο τριών τραγουδιών, χωρίς
να µου έχει δείξει κανείς. Ήταν φα-
νερό ότι κάτι συµβαίνει κι άρχισα να
παραδίνοµαι σιγά-σιγά στη µαγεία
αυτού του θαυµάσιου µουσικού οργάνου.
 
Σπουδάσατε µουσική;

 Το 1985 κατέβηκα στην
Αθήνα. Παράλληλα µε τα µαθήµατα
σε Γυµνάσιο και Λύκειο είχα τη µεγάλη τύχη να βρεθώ και να µαθη-
τεύσω δίπλα σ’ένα πολύ σπουδαίο
δάσκαλο της µουσικής, τον κύριο
Θέµη Παπαβασιλείου. Εκεί στη σχολή
του, µέσα απ’ τις διδαχές του, άρχισα να αποκτώ µουσικό ύφος και να
χτίζω χαρακτήρα ως άνθρωπος.Ο
δάσκαλός µου, στον οποίο αναφέρο-
µαι συχνά, προσπαθούσε να διευρύ-
νει τους ορίζοντες των µαθητών
του, έτσι ώστε να µη βλέπουν τη
ζωή µονοδιάστατα. Επέµενε δε, ότι
το µπουζούκι δεν είναι το «ζητιανό-
ξυλο» που κρατούσαν οι ρεµπέτες
προπολεµικά, το περιθωριοποιηµένο
µουσικό όργανο των παλιών καιρών,
αλλά το ευγενικό, το προορισµένο
για τα µεγάλα σαλόνια. ∆ίδασκε µ’
ένα µοναδικό θαυµαστό τρόπο, που
έκανε τη διδασκαλία του να µοιάζει
µαγική
.

Πώς σας προέκυψε η συγγραφή;


Η συγγραφή δεν είναι κάτι
που επεδίωξα. Ακούγοντας κάποιες
παλιές ιστορίες απ’ τον πατέρα µου
για τα χρόνια της κατοχής και τον
πόλεµο του ‘40, αποφάσισα να του
κάνω ένα µικρό δώρο. Να ξυπνήσω
τις θύµησές του, µέσα από τη δύ-
ναµη της πένας µου. Κατάφερα αν
µη τι άλλλο, να τον συγκινήσω. Το
θέµα βέβαια, είναι ότι άνοιξε για τα
καλά η όρεξη µου κι έτσι κυκλοφορεί
τη νέα χρονιά το δεύτερο βιβλίο µου.
Περισσότερα όµως γι αυτό, θα
πούµε κάποια άλλη στιγµή
.

Το 2014 εκδόθηκε το
πρώτο σας βιβλίο «Της καταχνιάς
το πέπλο» από τις εκδόσεις Λεξίτυπον. Τι πραγµατεύεται;


Πρόκειται για ένα µυθιστόρηµα βασισµένο σε αληθινά περιστατικά. Η ιστορία του, εξελίσσεται
σ’ ένα ορεινό χωριό στη διάρκεια του
πολέµου, όπου οι άνθρωποι ζούνε
δύσκολες στιγµές, καθώς υποτασσό-
µενοι στη µοίρα τους, αναµετρώνται
µε την προσµονή και το καρτέρεµα
τον αγαπηµένων τους από το Μέτωπο.

 Έχει ερεθίσµατα από βιωµατικά σας στοιχεία η γραφή σας;

 Φυσικά… Αυτό ισχύει σε
κάθε έκφανση της δηµιουργικότητας
µου. Τα βιώµατα αποτελούν τα
ισχυρά κίνητρα και τα «όπλα» της τέχνης. Εικόνες, ήχοι, συναισθήµατα,
προβληµατισµοί αναζητήσεις, ότι περιλαµβάνεται στην καθηµερινότητά
µου, καταγράφεται. Γίνεται στίχος κι
ύστερα τραγούδι.

 Εµπεριέχονται µηνύµατα
στο βιβλίο σας;

Εξαρτάται από ποια οπτική
γωνία το βλέπει κάποιος. Εγώ πιστεύω ότι το «Της καταχνιάς το πέπλο», είναι γραµµένο µε ιδιαίτερο
ροµαντισµό. Τρία κεντρικά πρό-
σωπα, παπάς, πρόεδρος και δάσκαλος, ενώνουν τις δυνάµεις τους για
να κρατήσουν ψηλά τον ενθουσιασµό και το φρόνηµα των απλοϊκών
κατοίκων, την ίδια στιγµή που ο θάνατος χτυπά καθηµερινά και θερίζει
αθώες ψυχές. Εδώ, ανάγεται το πιο
κεντρικό, το πιο µεστό µήνυµα. Αυτό
της συναδέλφωσης και της συσπεί-
ρωσης, απέναντι στην αντιξοότητα
και στην απελπισία.
 
Ποιες δυσκολίες συναντάτε
στη µουσική σας πορεία;

Για ένα νέο δηµιουργό, τα
πράγµατα είναι ζόρικα. Οι πόρτες
συνήθως είναι κλειστές και µοιραία
για να µοιραστείς το πόνηµά σου µε
το κοινό, πρέπει να σκεφτείς και ν’
αναλάβεις τους τρόπους προώθη-
σης της δουλειά σου. Όλο αυτό, θα
το χαρακτήριζα, ως την πιο µεγάλη
δυσκολία. Πρέπει ωστόσο να λά-
βουµε υπόψιν, τι ακριβώς επιδιώκει
να πετύχει κάποιος, µέσα από την
τέχνη του. Εµένα προσωπικά, δεν µ’
ενδιαφέρει η λογική του σουξέ. Αν
δηλαδή, ένα ρεφραίν µου αγγίξει µια
µερίδα κόσµου για ένα δύο µήνες κι
ύστερα ξεχαστεί… Γι’ αυτό φροντίζω
να πατάω γερά στα πόδια µου, αγνο-
ώντας το µουσικό σύστηµα της εποχής µας που αποφασίζει ποιους θ’
«ανεβάσει», ποιους θ’ «απογειώσει»
και πόσο θα µείνουν στην κορυφή.


Ποιες είναι οι µουσικές σας
επιρροές;

 Όπως προανέφερα, έχω
επιρροές από τη δηµοτική – παραδο-
σιακή, αλλά κι απ’ τη λαϊκορεµπέτικη
µουσική. Ανακάλυψα νωρίς τους
σπουδαίους δηµιουργούς και τρα-
γουδιστές των δεκαετιών ‘60 και ‘70.
Τότε γεννήθηκαν µουσικά αριστουρ-
γήµατα για µελέτη και σπουδή και δεν
είναι τυχαίο ότι ακόµη και σήµερα,
παραµένουν το ίδιο δυνατά. Συγκλο-
νίζουν, συγκινούν κι εµπνέουν. Αυτά
τα ακούσµατα, αποτελούν τη βάση
για ό,τι καλλιτεχνικό επιχειρώ.
 
Κινείστε στα λαϊκορεµπέτικα στέκια. Καλλιτεχνικά, πως είναι
αυτός ο χώρος;


Συνηθίζω να λέω, ότι είναι η
καλή πλευρά της νύχτας. Οι άνθρωποι που αγαπούν την παλιά λαϊκο-
ρεµπέτικη µουσική, ψάχνουν στέκια
να σιγοτραγουδήσουν, να περάσουν
όµορφα µε την παρέα τους. Να
φάνε, να πιουν κρασάκι, να χορέ-
ψουν και να διασκεδάσουν «ανθρώ-
πινα», χωρίς τον πάταγο που
δηµιουργείται στις µεγάλες πίστες
από µπαλέτα, εµφανίσεις τραγουδι-
στών µε ακροβατικά, ασύρµατα µικρόφωνα και λουλουδοπόλεµο.
Καλλιτεχνικά, αν αγαπάς πραγµατικά
αυτό που κάνεις και σε γεµίζει, νιώ-
θεις τη µαγεία ότι τέρπεις ανθρώπι-
νες ψυχές, συµβάλλοντας στη χαρά
και στην ευτυχία τους.
 

Θα προτείνατε στους νέους
να ασχοληθούν µε τη λαϊκή-ρεµπέτικη µουσική; Θα βρουν δουλειά;


Θα το πρότεινα χωρίς δεύτερη σκέψη και είµαι χαρούµενος
που τα τελευταία χρόνια, µε τα µου-
σικά σχολεία, υπάρχει πληθώρα
νέων που έχουν στραφεί στην ενα-
σχόληση µε τη λαϊκή µας µουσική.
Όσο για επεγγελµατική αποκατά-
σταση, είναι δύσκολα τα πράγµατα.
Οι χώροι εργασίας, είναι λιγότεροι σε
σχέση µε τους µουσικούς και τους
τραγουδιστές. Άρα, µια δεύτερη
σκέψη, το µεράκι να µην γίνει η κύρια
εργασία, θαρρώ πως δεν βλάπτει.

 Στην πρώτη σας δισκογραφική δουλειά µε τίτλο «Μ’ ένα
γιατί», ποιες οι δυσκολίες που συναντήσατε;

 Η πρώτη δυσκολία, είχε να
κάνει µε την έκδοση του cd. Στις
µέρες µας δεν υπάρχουν οι δισκογραφικές εταιρείες µε την παλιά έν-
νοια, που αναλάµβαναν τον
καλλιτέχνη και τον προωθούσαν. Ως
εκ τούτου, ενώσαµε τις δυνάµεις
µας τα µέλη του µουσικού σχήµατος
και κάναµε µόνοι µας τη παραγωγή.
Άλλη µια δυσκολία έγκειται στο γεγο-
νός της προώθησης, πως προείπα.
Προσπαθούµε κι εδώ µε γνωστούς
και φίλους στα µέσα κοινωνικής δι-
κτύωσης, να ακουστούµε όσο φυ-
σικά µας επιτρέπεται. ∆εν είναι
εύκολο, αλλά τουλάχιστον το πα-
λεύουµε, γιατί αγαπάµε αυτό που
κάνουµε και κυρίως το πιστεύουµε.

 Ως συνθέτης στοχεύεται
στη διάσωση της λαϊκής παράδοσης;

Ο δικός µου στόχος και η
προσωπική µου φιλοδοξία, είναι να
γράφω καλά τραγούδια. Αυτό, και
ως προς τα δύο σκέλη του, δηλαδή
το στίχο και τη µουσική, είναι ένα
βαρύ φορτίο που απαιτεί σύνεση,
συνέπεια, έµπνευση και πολύ αγάπη.
Προς το παρών, δεν παρεκλίνω του
στόχου µου, γιατί όπως σας είπα
ψάχνω κι επιδιώκω το καλύτερο
στην τέχνη µου, χωρίς να νοιάζοµαι
για το εφήµερο χειροκρότηµα. Η
φράση διάσωση της παράδοσης έχει
ένα τεράστιο, ειδικό βάρος. Εγώ,
κάνω τώρα τα πρώτα µου βήµατα
ως δηµιουργός. Η πορεία και η µου-
σική µου κυρίως διαδροµή, θα δείξει
αν κάποια στιγµή πρόσθεσα έστω
ένα µικρό λιθαράκι στην τέχνης που
επέλεξα να υπηρετώ.

Είστε µέλος του µουσικού
συγκροτήµατος «Μπάρκο». Μιλήστε µας γι’ αυτό.

Το µουσικό µας σχήµα, δη-
µιουργήθηκε πριν τρία χρόνια. Πέντε
φίλοι και συνεργάτες µε κοινά ακού-
σµατα και αναζητήσεις, σµίξαµε και
µε γνώµονα την αγάπη µας για τη
µουσική, ξεκινήσαµε να παίζουµε
αγαπηµένα µας τραγούδια, κάνο-
ντας µικρά αφιερώµατα σε συνθέτες
και στιχουργούς αλλά και αναφορές
στο παλιό λαϊκό τραγούδι. Η πρώτη
µας δισκογραφική δουλειά, είναι το
αποτέλεσµα µιας προσπάθειας που
είχε σαν στόχο, να µοιραστούµε σκέ-
ψεις αγωνίες και συναισθήµατα. Η
ισχύς εν τη ενώσει λοιπόν και η χαρά
µας ανείπωτη στην παρουσίαση που
έγινε στις 12 Νοεµβρίου, στον κατα-
πληκτικό χώρο «Πέραν»
.

Η οικονοµική κρίση, επιτρέπει την ανάδειξη της πολιτιστικής
µας κληρονοµιάς; Η τάση της ραγδαίας παγκοσµιοποίησης τι κακό
προµηνύει;


Η οικονοµική κρίση, δυστυ-
χώς πλήττει πολλούς τοµείς και
όπως είναι µοιραίο, πρωτίστως,
κάθε µορφή τέχνης. Τώρα πια µι-
λάµε, για ένα υπαρκτό πανευρω-
παϊκό φαινόµενο, την κρίση στην
καθηµερινότητά µας. Ζούµε ένα
σύγχρονο αλαλούµ. Κάθε µέρα χά-
νουµε την ταυτότητα µας ως άν-
θρωποι, ως πολίτες, ως έθνος. Η
συµπεριφορά µας, είναι απότοκο της
ευρύτερης παιδείας που στερούµα-
στε ως λαός. ∆ιακρινόµαστε από τέ-
τοιο εγωκεντρισµό, ώστε όταν τα
προσωπικά συµφέροντα προπο-
ρεύονται, η προκοπή του συνόλου
πολύ απλά δεν υφίσταται. Συνεπώς,
πως µπορούµε να µιλάµε µέσα σε
όλη αυτή τη χαώδη κατάσταση, για
ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονο-
µιάς µας. Αστεία πράγµατα… Νο-
µίζω, πως οδηγούµαστε βήµα-βήµα
σε µια ζωή «ροµποτική», χωρίς
αξίες, ιδέες, ιδανικά και το πιο ση-
µαντικό, χωρίς σκέψη και µνήµη.
 
Βοηθάει η φιλική συµµετοχή του Γιάννη Ζουγανέλη, στην
επιτυχία της πρώτης σας απόπειρας στη δισκογραφία;

 Είναι ευκόλως αντιληπτό, ότι
µια τέτοια συµµετοχή, είναι ένα
ακόµη εφόδιο στην προώθηση της
δουλειάς σου. Ο κύριος Ζουγανέλης
δέχτηκε µε χαρά την πρόσκλησή
µας, συµµετέχει µ’ ένα τραγούδι –
ένα ροµαντικό παραµύθι – και µας
βοήθησε τόσο µε την µοναδική του
ερµηνεία, όσο και µε την πολύτιµη
εµπειρία του. Στήριξε την προσπάθεια µας και τον ευχαριστούµε γι
αυτό από καρδιάς.


Τι άνθρωπος είστε;


Θα έλεγα πως µε χαρακτηρίζει µια ροµαντική διάθεση όσον
αφορά τον καλλιτεχνικό τοµέα, αλλά
ταυτόχρονα ρεαλισµός και σύνεση
στην καθηµερινότητά µου. Η τάση
να αποµονώνοµαι συχνά, κυρίως για
να γράψω ή να µελετήσω, ευτυχώς
διαρκεί λίγο, γιατί κατά τα άλλα όπου
αισθάνοµαι όµορφα, είµαι αρκετά
κοινωνικός και εξωστρεφής. Γκρινιά-
ρης, ανυπόµονος, όταν κάποια πράγ-
µατα δεν συµβαίνουν όπως τα
περιµένω, αυστηρός κριτής κυρίως
του εαυτού µου, αλλά και επίµονος,
µεθοδικός σε ό,τι αναλαµβάνω και
αγαπώ..
.

Τι θέλετε να περάσετε για
εσάς µέσω του συγγραφικού ή του
µουσικού σας έργου;

Τίποτα περισσότερο από τη
χαρά, την ευτυχία και τη γαλήνη που
νιώθω, όταν αντιλαµβάνοµαι ότι
αυτό που δηµιούργησα είναι τουλά-
χιστον ευπρεπές και άξιο αναφοράς.
Είναι αρκετό, για να µε κάνει να
νιώθω πως κάπου µόχθησα, αλλά τα
κατάφερα.
 
Ποιο είναι το λαϊκό τραγούδι σήµερα;

Έχουν αλλάξει τόσα πολλά
στην εποχή µας και κυρίως ο τρόπος
της ζωής µας, που δεν ξέρω αν µας
επιτρέπεται να µιλάµε για σηµερινό
λαϊκό τραγούδι. Το λαϊκό τραγούδι
άγγιξε κάποτε τις ψυχές των Ελλή-
νων, γιατί τα θέµατά του ήταν καυτά
και άµεσα. Λειτούργησε ως βάλσαµο
στα βάσανά τους. Σήµερα υπάρχουν
προβλήµατα, αλλά βαδίζουµε και σε
µία εποχή όπου οι άνθρωποι δεν σµί-
γουν, δεν επικοινωνούν, δεν µοιρά-
ζονται, δεν αφουγκράζεται ο ένας
τον πόνο του άλλου. Σχεδόν όλα
προκύπτουν από τον ψεύτικο κόσµο
του διαδικτύου. Λέξεις µε τεράστια
σηµασία και δύναµη, όπως έρωτας,
αγάπη, συµπόνια, κατανόηση χάσανε
στις µέρες µας το νόηµά τους και µε-
ρίδιο ευθύνης έχουµε όλοι σ ‘ αυτό,
γιατί κρύψαµε την αληθινή ταυτό-
τητά µας, πίσω από ένα τάµπλετ ή
από ένα κινητό. ∆εν είµαι βέβαιος αν
τα δικά µου τραγούδια ή κάποιων
συναδέλφων µου, µπορεί να χαρα-
κτηριστούν ως λαϊκά, γιατί ίσως η
λέξη αδικήσει όλα αυτά τα παλιά αρι-
στουργήµατα που φτιάχτηκαν για το
λαό και µόνο γι αυτόν, για να υπηρε-
τήσουν τις ανάγκες του.

Θα µοιραστείτε µαζί µας
ένα από τα όνειρά σας.

 Παρ’ ότι είναι αφορολόγητα,
τα τελευταία χρόνια σταµάτησα να
κάνω όνειρα. Εξάλλου σύµφωνα και
µε µια κινέζικη παροιµία, «όταν οι άν-
θρωποι σχεδιάζουν, οι Θεοί γελούν».
Επειδή όµως µου αρέσει να µιλώ αρ-
κετές φορές µε στίχους ή αποφθέγ-
µατα, επιτρέψτε µου να µοιραστώ
µαζί σας ένα κουπλέ από ένα παλιό
τραγούδι µε τίτλο «Προσµονή»…
Αποτελεί τον κοινωνικό µου προβλη-
µατισµό και πιστεύω το διακαή πόθο
όλων των ευαίσθητων και καλών αν-
θρώπων.
«…Πότε θα ρθει ένας καιρός,
φτωχοί κι αποσταµένοι
να περπατούνε αγκαλιά στο δίκιο
ακουµπισµένοι;…»

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή