Άλλος με τη βάρκα μας! Άλλος με τη βάρκα μας…!

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Άλλος με τη βάρκα μας!   Άλλος με τη βάρκα μας…!
Άλλος με τη βάρκα μας! Άλλος με τη βάρκα μας…!

Γωνία Βεΐκου και Γαλατσίου, μπροστά στο μνημείο της Εθνικής Αντίστασης, συναντώ την κυρά Μαρκέλα. Έχει ξηλώσει, που λέτε, όλα τα χαλκώματα από το μνημείο της Εθνικής Αντίστασης, και τά ‘χει φορέσει στο στήθος της παριστάνοντας την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η κυρά Μαρκέλα μένει κάπου στην οδό Δρίσκου, κοντά στην πλατεία Λιναρά και είναι ίδια η Γεωργία Βασιλειάδου. Η «ομορφότερη άσχημη» του ελληνικού κινηματογράφου. Με τό ‘να χέρι πάνω απ’ το στόμα της και το άλλο να δείχνει μια ταμπέλα που έγραφε «Μανταλένα», φώναζε ασταμάτητα «Άλλος με τη βάρκα μας, άλλος με τη βάρκα μας»!


Με το που κοντοζυγώνω την κυρά Μαρκέλα αρχίζει τα τρελά της.
«Μας ραντίζουν, κύριε Τάσο, μας ραντίζουν για να μη μιλάμε.»
Στις ομορφιές σου σε βλέπω κυρά Μαρκέλα… «Αν φορολογήσουν την ομορφιά και την εξυπνάδα μας, κύριε Τάσο, ξεχρέωσε η Ελλάδα».
Την κυρά Μαρκέλα την ξέρω απ’ τα Δημοτικά Συμβούλια του Δήμου Γαλατσίου, κάθεται πάντα δίπλα μου και σχολιάζει ασταμάτητα με ευφάνταστο χιούμορ κάθε πρόσωπο και κάθε θέμα του Δημοτικού Συμβουλίου. Γνωρίζει τους πάντες και τα πάντα. Έχει κολλήσει σε όλους τους δημοτικούς συμβούλους ένα ανεξίτηλο παρατσούκλι και με το δηλητηριώδες χιούμορ της περνάει τους πάντες γενεές δεκατέσσερις. Βέβαια, δεν τολμώ να γράψω αυτά που ακούω, γιατί μου παρήγγειλαν πως δεν είναι πρέπον να τσαλακώνεις τους τοπικούς άρχοντες. Πρόσεχε τι γράφεις Τάσο, μου λέει ο Ίκαρος. Οι τοπικοί άρχοντες είναι εδώ και φροντίζουν για το καλό μας, είναι το μέλλον μας, είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας, είναι οι χαρισματικοί μας ηγέτες, εμείς τους επιλέξαμε για να μας υπηρετούν, αυτοί είναι η εικόνα του Γαλατσίου, το φωτεινό παράδειγμα της πόλης. 
Το άλλο με τον Αλέξη τό ‘μαθες;; συνεχίζει η κυρά Μαρκέλα. Πήγαν τον Αλέξη στη Γαλλία να συγχαρεί τον Ολάντ, και επειδή ο Ολάντ δεν τον δέχτηκε, το παιδί τσατίστηκε και τον έβρισε, τον είπε λέει Ολαντ-ρέου. Και για να του περάσει ο θυμός, τον παίρνει ο Λαφαζάνης απ’ το χέρι και τον πάει στην Ντίσνεϋλαντ. Και δώστου τρενάκι ο Αλέξης και δώστου μαλλί της γριάς, είδαν και έπαθαν να τον γυρίσουν πίσω. Έχει απωθημένα, βλέπεις, το παιδί, δεν τον άφησαν να χαρεί κι αυτός τα παιδικά του χρόνια. Μια οι καταλήψεις, μια το κόμμα, τον βάζει κι ο Αλαβάνος στη Βουλή, κι απ’ το μπιμπερό ο Αλέξης ντουγρού για Πρωθυπουργός. Εγώ τό ‘πα, το παιδί είναι μικρό, τι νομίζεις, μόνο δώδεκα χρονών ήταν στο Τσερνομπίλ, δεν είναι απλό πράγμα η ραδιενέργεια, ό,τι και να κάνεις, το κουσούρι θα στο αφήσει. Μην κοιτάς εμείς που τη βγάλαμε καθαρή.
«Άλλος με τη βάρκα μας, άλλος με τη βάρκα μας»! Κυρία Μαρκέλα, την διακόπτω, τι μεταφέρεις με την βάρκα; Κόσμο, κύριε Τάσο, κόσμο! Ανεβάζω γριούλες και γεροντάκια στο ΙΚΑ, στα Καραγιαννέικα και πάλι πίσω. Εκείνη την ώρα περνάει από μπροστά μας ο Δήμαρχος. Ζυγώνει στ’ αφτί μου η κυρά Μαρκέλα και με το δηλητηριώδες χιούμορ της σιγοψιθυρίζει, «βρε καλώς τον Βασιλάκη τον Καΐλα». «Αυτά βλέπω κυρ’ Τάσο μου και δεν ζυγώνω άντρα» και με έναν δυνατό αναστεναγμό τινάζει τα χέρια της στον ουρανό κι αφήνει τα εσώψυχά της να σκίσουν τον αέρα. «ΑΑΑΧΧ θεούλη μου, όπως μου τό ‘δωσες, θα σου το φέρω πίσω».
Για πού τό’βαλες, Δήμαρχε, τον ρωτάει η κυρά Μαρκέλα… Πάω απέναντι, στην καφετέρια για ένα εσπρεσάκι κυρά Μαρκέλα… Μπα, ήρθες στην Αθήνα, Δήμαρχε, και ‘μαθες και το εσπρεσάκι; Ξέχασες που έκοβες στη Θεσσαλία τον πατσά με το ψαλίδι!!
Και χωρίς ανάσα συνεχίζει ακάθεκτη. Πλήρωνε, που λες, ο προηγούμενος Δήμαρχος, ο κουβαρντάς ο Φούντας, 140.000 ευρώ το χρόνο στον ΕΘΕΛ για τις γραμμές 623 και 624. Είχε τουλάχιστον έναν τρόπο ο κοσμάκης να σκαρφαλώνει στο ΙΚΑ και στα Καραγιαννέικα. Τα σημερινά ξεφτέρια του Δήμου Γαλατσίου πληρώνουν 160.000 ευρώ για μία μόνο γραμμή και το λεωφορείο περνάει στην καλύτερη περίπτωση κάθε μια ώρα απ’ τη στάση. Και σε ρωτώ, πώς θα ανέβουν οι γριούλες και τα γεροντάκια στο ΙΚΑ και στα Καραγιαννέικα με τόσα προβλήματα υγείας, μου λες;; Όπως ξέρεις, κύριε Τάσο, τα γεράματα είναι αγιάτρευτη αρρώστια. Γι’ αυτό και εγώ πήρα τη βάρκα του φίλου μου του Κώστα του Παπαϊωάννου απ’ το Λιθόστρωτο και κάνω δρομολόγια.
«Άλλος με τη βάρκα μας», «Άλλος με τη βάρκα μας».
Αν μου έδινες εμένα 160.000 ευρώ, θα αγόραζα κάθε χρόνο δυο λεωφορεία, για να ‘χουμε ρεζέρβα και θα ‘δινα ψωμί και σε πέντε Γαλατσιώτες οδηγούς να ταΐσουν την φαμίλια τους. Πού σκατά μάθανε να διοικούν οι φωτισμένοι άρχοντες του τόπου, μου λες;; Δε φτάνει που τα ‘χουν κάνει Αιγαίον Πέλαγος, κύριε Τάσο, προσπαθούν να μας παρουσιάσουν στο δημοτικό συμβούλιο την ανικανότητα ως κατόρθωμα. Αυτοί σε λίγο θα μας βαφτίσουν το ψάρι κρέας.
Μια χαρά τα λες κυρία Μαρκέλα, της λέω. Άσε τα λόγια και τις γαλιφιές, κύριε Τάσο, από λόγια και υποσχέσεις, μας χόρτασε και ο Κυριάκος δυο τετραετίες τώρα. «Εγώ δεν πιστεύω στα λόγια, αλλά στο προσωπικό παράδειγμα». Αυτό να πεις στα παιδιά σου, αυτό να γράψεις και στον «Παλμό» να το ακούσουν και τα υπόλοιπα. «ΑΑΑν θέλουμε να πάει η χώρα μπροστά».
«Άλλος με τη βάρκα μας», «Άλλος με τη βάρκα μας».
Μανταλένα, δεν πιστεύω να βγάλει κύμα σήμερα, λέει με τρεμάμενη φωνή και φτηνό χιούμορ ο μπάρμπα Γιάννης, ο στρατηγός, τρεκλίζοντας με τη μπαστούνα του. «Ίσα ρε ερείπιο, μη σωριαστείς σαν το ναό του Σολομώντα» ήρθε κι άστραψε πληρωμένη απάντηση πριν καν τελειώσει, απ’ την κυρά Μαρκέλα.
«Άλλος με τη βάρκα μας», «Άλλος με τη βάρκα μας»!
Πήγαινε στην κορυφή