ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, Συνθέτης της ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, Συνθέτης της  ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ

ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ«Πιστεύω στο ταλέντο, σ’αυτό που η φύση
σου χάρισε αλλά και στη σκληρή δουλειά και μελέτη»

Γεννήθηκε σε ένα ιστορικό χωριό του Δήμου Πύλου του Νομού Μεσσηνίας, την Ικλαινα. Το Δημοτικό σχολείο της Αλαγονίας, πρώην κοινότητα της επαρχίας Καλαμάτας, φιλοξένησε τα παιδικά του χρόνια μα και εκείνα του Δημοτικού Σχολείου καθώς ο πατέρας του ήταν αγρονόμος. Η φιλαρμονική του Δήμου Καλαμάτας είναι το «Κρυφό σχολειό » για την πρώτη του επαφή με την Μουσική κατά βάση σε θεωρητικά μαθήματα. Η μετάθεση του πατέρα του στα Καλάβρυτα, του δημιουργεί την εποχή εκείνη μεγάλα αδιέξοδα και η καλύτερη φυγή για διέξοδο είναι η μουσική με την Φιλαρμονική του Δήμου όπου και αρχίζει και την εκμάθηση του οργάνου που αγαπούσε, του κλαρίνου. Η σπουδή του συγκεκριμένου οργάνου τον βοήθησε να ανιχνεύσει σε βάθος τον υπέροχο μουσικό κόσμο της παραδοσιακής μας μουσικής και να ανακαλύψει τη μαγεία της δημιουργίας. «Ο κόσμος της με συναρπάζει τόσο που νιώθω την ανάγκη να εκφραστώ προσπαθώντας να κάνω τη δική μου μουσική σύνθεση. Είναι η αρχή» εξομολογείται ο Κώστας Νικολόπουλος.

Οι πρώτες του συνθέσεις βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στην Δισκογραφική εταιρεία ΛΥΡΑ, έτσι η πρώτη του δουλειά ως τραγουδοποιός – συνθέτης είναι πλέον γεγονός. Δυο νέες φωνές στον χώρο, της Ξένιας Ασημάκη και του Βασίλη Μπάρνη, μέσα από την μουσική του δίνουν τις δικές τους εξετάσεις.
Ο Γιάννης Μπογδάνος είναι ο ερμηνευτής μιας δισκογραφικής δουλειάς που ακολούθησε στην οποία συμμετείχε ο Γιάννης Καλαμίτσης, ο Πάνος Φαλάρας, ο Μιχάλης Τερζής, ο Θανάσης Πολυκανδριώτης. Ο Μιχάλης Ροζάκης, διευθυντής του Εθνικού Ωδείου Αθηνών, ακούει μουσική του και αναλαμβάνει να την παρουσιάσει με την κρατική ορχήστρα ΕΡΤ στο κρατικό Ραδιόφωνο, χαρακτηριστική απόδοση στην μελοποίηση του ποιήματός του Νίκου Καββαδία Fata Morgana κάνει η Ξένια Ασημάκη με μια πρωτοποριακή για την εποχή ενορχήστρωση – παράσημο.
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ακούει μουσική του σε μελοποιημένα ποιήματα του ποιητή Κώστα Ουράνη και η κριτική του τού δίνει τη δύναμη να συνεχίσω. Η Άννα Μπιθικώτση, κόρη του μεγάλου μας Γρηγόρη, τον στηρίζει και έτσι τολμά να πλησιάσει τον τραγουδιστή της Ρωμιοσύνης και να του ζητήσει να ερμηνεύσει τα συγκεκριμένα μελοποιημένα ποιήματα. Κι έτσι το όνειρο γίνεται πραγματικότητα. Τίτλος «παράπονα της πλώρης».
Σημαντικό έργο του Κώστα Νικολόπουλου, μεταξύ άλλων, είναι η μελοποίηση της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» σε σύγχρονη απόδοση από τον ποιητή και συγγραφέα Κώστα Δεβούρο. Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάστηκε στο πολεμικό μουσείο σε μουσική παράσταση με κορυφαίο ερμηνευτή τον Σωτήρη Δογάνη και στην αφήγηση την Άννα Μπιθικώτση. Οι πιο γνωστοί δίσκοι του είναι οι: Περιμένοντας τα καλοκαίρια (1979), Παράπονα της πλώρης (1981), Για όσους αγαπάνε (1987), Χαρέμι των αγγέλων (1992), Χορός η ζωή (1996), A Wave of Melodies (2003). Στο A Wave of Melodies συνδυάζει την ορχηστική μουσική με τον ήχο παραδοσιακών μουσικών οργάνων των Ίνκας και των Περουβιανών σε μια συνάντηση με την κρητική λύρα του Πέτρου Σαριδάκη

 

«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε;
ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ: Έζησα και μεγάλωσα με δυο υπέροχους γονείς και μια αδελφή, λάτρεις όλοι της μουσικής. Η μητέρα μου με μια εκπληκτική φωνή που τότε ακούγοντας την ο Μανώλης Χιώτης σε παρέα λίγο πριν γνωρίσει την Μαίρη Λίντα, της ζήτησε να τον ακολουθησει, η μητέρα όμως αφοσιώθηκε στην οικογένεια. Ο πατέρας, ένας εξαιρετικός κλασικός κιθαρίστας, στο πλαίσιο όμως του ερασιτέχνη, καθότι τον κέρδισε το Δικαστικό σώμα. Η αδελφή μου, Χριστίνα, σπούδασε μουσική, κάνοντας εκμάθηση στο όργανο τρομπέτα, σπούδασε παράλληλα στην Ανωτάτη Βιομηχανική Πειραιά και έκανε καριέρα στο Υπουργείο Συγκοινωνιών.

 

 

«Π»: Τι είναι η Πύλος της Μεσσηνίας για εσάς;
Κ.Ν.: Η ιδιαίτερη μου πατρίδα, λίγο πιο πέρα το χωρίο μου η Ικλαινα Πυλίας εκεί που έζησα τα παιδικά μου χρόνια, όλα τα καλοκαίρια κοντά στη γιαγιά και τον παππού. Εκεί ήταν οι φίλοι, οι συγγενείς και οι γονείς του πατέρα μου – τους γονείς της μητέρας δυστυχώς δεν τους γνώρισα. Κάθε καλοκαίρι με το που τέλειωνε η σχολική χρονιά, εκεί ζούσα την ξεγνοιασιά των παιδικών μου χρόνων. Οι γονείς λογω της ιδιότητας του επαγγέλματος του πατέρα παρέμεναν εκεί που η υπηρεσία τον είχε τοποθετήσει. Κάθε τρία χρόνια μετάθεση. Η ιδιαίτερη μου πατρίδα λοιπόν ήταν η ξεγνοιασιά μου!

 

«Π»: Τι σας ώθησε στη μουσική;
Κ.Ν.: Γεννήθηκα και μεγάλωσα από δυο γονείς που αντί για παραμύθια άκουγα μουσική και ποίηση. Η μητέρα να μου μαθαίνει τραγούδια της παράδοσης και τον πατέρα τα δώρα του να είναι η δημοτική ποίηση και οι σύγχρονοι ποιητές μας. Σε ηλικία 13 χρόνων ο πατέρας υπηρετούσε στην Καλαμάτα όταν με παρότρυνση των γονιών μου έκανα εγγραφή στην Φιλαρμονική. Εκεί, ο μαέστρος της φιλαρμονικής Παπασταθόπουλος με αξιοποίησε, διακρίνοντας την έφεσή μου για μάθηση. Έτσι ξεκίνησα την σπουδή του οργάνου που αγαπούσα το Κλαρίνο. Σε βάθος χρόνου ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στο όργανο.

 

«Π»: Ποια τ΄ ακούσματα στην παιδική σας ηλικία;
Κ.Ν.: Τα τραγούδια της παράδοσης – ρεμπέτικα- ελαφρό τραγούδι μελοποιημένη ποίηση – λαϊκό τραγούδι. Είχα την βοήθεια αλλά και το ταλέντο να διακρίνω σε όλα τα είδη της μουσικής το ουσιαστικό.

 

«Π»: Ποιο το πρώτο σας έργο; Πότε ξεκινήσατε να συνθέτετε;
Κ.Ν.: Οι πρώτοι αυτοσχεδιασμοί συνθετικά ξεκίνησαν κάπως έτσι. Όταν μου έδινε ο δάσκαλος ένα κομμάτι, μια παρτιτούρα για μελέτη και εγώ την επομένη, στην εξέταση, πέραν αυτού που έπρεπε να έχω μελετήσει έδινα συνέχεια στη μελωδία με πράγματα δικά μου και φυσικά τα άκουγα από τον δάσκαλο χωρίς φυσικά και να με αποθαρρύνει. Άρχισα να βλέπω σοβαρά την σύνθεση όταν έτυχε να ακούσει κάτι δοκιμές μου ο πατριάρχης της Ελληνικής δισκογραφίας, Αλέκος Πατσιφάς, ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρίας ΛΥΡΑ και με παρότρυνε να το δω σοβαρά «διαφορετικά θα μου κόψει τα πόδια». Μου απαγόρευσε την χαζοδιασκέδαση και μου «επέβαλε» την μελέτη. Έτσι ξεκίνησα το 1978 την επαγγελματική μου συνθετική δραστηριότητα.

 

«Π»: Σας ενδιέφερε η καριέρα στο εξωτερικό; Εδώ πώς είναι τα πράγματα;
Κ.Ν.: Φυσικά και με ενδιέφερε η καριέρα και έξω από τον τόπο μου και όταν μου έκαναν πρόταση για μετεγκατάσταση, δεν το τόλμησα έχοντας μια ουσιαστική αδυναμία, την μη ικανότητα μου στην καλή γνώση της γλώσσας. Φοβήθηκα ότι η οικογένεια δεν ήταν δυνατόν να μπει σε διαδικασίες σφοδρής αλλαγής της καθημερινότητας. Πίστευα παράλληλα ότι και στον τόπο μου μπορούσα να κάνω πράγματα. Με ρωτάτε για το τώρα, πώς είναι εδώ τα πράγματα. Δεν λειτουργεί η δισκογραφία και όταν αυτό το κομμάτι της παραγωγής έχει εκλείψει η κατάσταση δεν είναι ευχάριστη. Η πολυπλοκότητα των προβλημάτων δημιουργεί αδιέξοδα. Το φτηνό κυριαρχεί και η μουσική έχει χάσει την αποστολή της. Παλεύεις μόνος αλλά παλεύεις γιατί έχεις συναίσθηση της αποστολής σου. Έτσι το βλέπω και έτσι πορεύομαι…

 

«Π»: Ποιά τα πρότυπά σας στη μουσική;
Κ.Ν.: Νοιώθω ερωτευμένος με την μουσική και τα έργα του Μάνου Χατζηδάκη. Όλοι εμείς της γενιάς μου είχαμε την τύχη να νοιώσουμε στην τέχνη την παρουσία του Μάνου, του Μίκη, του Μαμαγκάκη, του Λοΐζου, του Μούτση, του Ξαρχάκου …

 

 

«Π»: Τι σας εμπνέει;
Κ.Ν.: Για να συνθέσω ένα τραγούδι, πηγή έμπνευσης μου είναι ο στίχος. Για να κάνω ορχηστική μουσική μπορεί να με εμπνεύσει μια όμορφη εικόνα της φύσης ή ένα έντονο καιρικό φαινόμενο ή μια ευτυχισμένη στιγμή ενός φίλου, μια αδικία, ένα δάκρυ, ένα χαμόγελο, το φευγιό ενος αγαπημένου μου προσώπου, η απεργία των νόμων, το δάκρυ του Θεού.

 

«Π»: Ποια διαδικασία ακολουθείται στην σύνθεση ενός έργου;
Κ.Ν.: Συνθέτω στο πιάνο ή στην κιθάρα μου, ξεκινώ πάντα από τον στίχο που είναι η πηγή έμπνευσής μου και εδώ μιλώ για το τραγούδι. Το σενάριο πάντα είναι οδηγός αλλά και η παιδεία των συμμετεχόντων σε ένα έργο, πέρα από το ταλέντο, είναι μια «ιδιοτροπία» μου.

 

«Π»: Οι παρτιτούρες είναι χειρόγραφες, χρησιμοποιείτε συνθεσάιζερ;
Κ.Ν.: Ναι είναι χειρογραφες χωρίς να απορρίπτω την τεχνολογία που εξυπηρετεί. Την ψυχή σου δεν την χάνεις έτσι, υπάρχουν άλλοι πειρασμοί να χάσεις τις ευαισθησίες σου. Η τεχνολογία όταν ξέρεις να την δουλέψεις, σου ανοίγει δρόμους, όπως σου ανοίγει η μελέτη ενός καλού βιβλίου ή το άκουσμα μιας όμορφης μουσικής σύνθεσης. Χρησιμοποιώ από την τεχνολογία ό,τι με βοηθά να ανοίξω και άλλους ορίζοντες. Κατα βάση στις ηχογραφήσεις μου χρησιμοποιώ τους φυσικούς ήχους οργάνων με την φυσική παρουσία των μουσικών. Ο φυσικός ήχος δεν αντικαθίσταται, μπορείς να πλαισιώνεις ένα έργο σου και με ήχους της σύγχρονης τεχνολογίας και να έχεις ένα υπέροχο αποτέλεσμα!

 

«Π»: Ποια τα συναισθήματά σας για τα έργα σας που έγιναν επιτυχίες απο μεγάλους ερμηνευτές όπως ο Γρηγόρης Μπιθηκώτσης ;
Κ.Ν.: Ό,τι πιο όμορφο, ό,τι πιο συναρπαστικό, ό,τι πιο χρήσιμο, ό,τι πιο γλυκό. Διδάχτηκα να είμαι στον χώρο μου και στη ζωή μετρημένος, σεμνός, καρτερικός. Θυμάμαι σε μια ηχογράφηση πήγα πιο νωρίς μαζί του στο studio, ο ενορχηστρωτής άργησε, μου λέει «Κώστα, πάμε να ηχογραφήσουμε», «θα έρθει, ξέρετε, του λέω, δεν περιμένουμε λίγο ακόμα;», «όχι» μου απαντά αυστηρά, «πάμε και κάνεις κουμάντο εσύ», ο ηχολήπτης δυστρόπησε τότε ο Μπιθικώτσης γυρίζει αυστηρά και του λέει «πρέπει να ξέρεις ότι όποιος μπορεί και γράφει τραγούδια και τον τραγουδά ένας Μπιθικώτσης έχεις υποχρέωση να τον ενθαρρύνεις όπως κάνω και εγώ, ένα μέρος της δουλειάς σου, κύριε, πρέπει να είναι και ο χαρακτήρας σου». Άφωνος ο ηχολήπτης! Μπιθικώτσης – Καλογιάννης – Σκουλάς, τιμή για μένα που η φωνή τους έντυσε τα τραγούδια μου χωρίς να απορρίπτω τίποτα και κανέναν από τους υπόλοιπους τραγουδιστές που μου έκαναν την τιμή να με τραγουδήσουν.

 

«Π»: Πώς πρωτοπαρουσιάζονται τα έργα ενός συνθέτη;
Κ.Ν.: Σήμερα μέσα σε όλα και το διαδίκτυο, εκεί είναι όλος ο αγώνας δύσκολος, αδυσώπητος, επίπονος, αλλού μπορείς σε μια μουσική σκηνή να δίνεις τις εξετάσεις σου για να πείσεις. Ο κάθε ένας συνθέτης επιλέγει τον τρόπο παρουσίασης της δουλειάς του. Προσωπικά επιλέγω όταν χρειαστεί ζεστούς χώρους επικοινωνίας. Την τελευταία μου δουλειά με τον Βασίλη Σκουλά και την Μαρία Αναματερού, την παρουσίασα στον ΙΑΝΟ. Μια αφαιρετική ορχήστρα μα τρία όργανα, πιάνο, βιολί και κρουστά και τις φωνές των ερμηνευτών έδωσαν ένα υπέροχο αποτελεσμα…

 

«Π»: Ποια μουσικά είδη είναι τα αγαπημένα σας ;
Κ.Ν.: Λατρεύω nino rota ο,τι αγγίζει την ψυχή μου, χωρίς διακρίσεις και κλισέ. Μπορεί να ακούσω Καλομοίρη και να συγκινηθώ, την άλλη στιγμή να ακούσω ένα ατόφιο δημοτικό και να ανατριχιάσω, ή να ακούσω Γιάννη Σπανό και τρίτη ποιητική ανθολογία και να ευγνωμονώ το Θεό που μπορώ να αντιληφτώ το μέγεθος της δημιουργίας! Ακούω τα πάντα, από όλα κάτι έχεις να πάρεις…

 

«Π»: Ποια η καλύτερη συνεργασία στην καλλιτεχνική σας πορεία ;
Κ.Ν.: Η πρώτη και αξεπέραστη αυτή με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ουσιαστικές θεωρώ όμως όλες μου τις συνεργασίες ανεξάρτητα από το μέγεθος της αναγνωσιμότητας των ερμηνευτών. Όπως όμως και αυτή της ταινίας που έκανα. Η συνεργασία μου με έναν νέον άνθρωπο, τον ερμηνευτή Σωτήρη Δογάνη και την Άννα Μπιθικώτση με οδηγεί σε άλλους δρόμους και σε ένα άλλο επίπεδο επικοινωνίας.

 

«Π»: Πιστεύετε στο ταλέντο;
Κ.Ν.: Πρώτα το ταλέντο, πρώτα η θεϊκή βοήθεια, πρώτα αυτό που η φύση σου χάρισε και μετά στην σκληρή δουλειά, στην συνεχή ανίχνευση και στις υπερβάσεις, στην μελέτη των ακουσμάτων, στην συνεχή πληροφόρηση, στην ασταμάτητη ανικανοποίηση, δεν ψάχνω για το τέλειο, ψάχνω αυτό που δεν θα προσβάλει τον ακροατή ή τον θεατή. Αυτά για το ταλέντο, ναι πιστεύω φανατικά.!

 

«Π»: Τι σας οργίζει;
Κ.Ν.: Αυτό που προσπαθούν οι ατάλαντοι να κάνουν και τελικά το καταφέρνουν, να πείσουν ότι είναι ταλαντούχοι και το πιο εξοργιστικό σε αυτή τους την προσπάθεια να έχουν αρωγούς πολλά μέσα ηλεκτρονικά και έντυπα.

 

«Π»: Σκηνοθετήσατε την ταινία «E motions ». Ποιά η πορεία της και τι απήχηση είχε στο κοινό;
Κ.Ν.: Emotions επιλέχθηκε με τη δυνατότητα προβολής από την Agora Film Market του 57ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και Festival Scope, στο πλαίσιο των εργασιών της οποίας συμμετείχαν εξειδικευμένοι επαγγελματίες (programmers) από διεθνή κινηματογραφικά Φεστιβάλ…
Είναι καθαρά μια υπερβατική δουλειά με σενάριο την μουσική. Σ΄ αυτή την κατεύθυνση υπερθεματίζω τον λόγο της δημιουργίας μου στην ανάγκη η ταινία «Συναισθήματα» (Emotions), μια ταινία με σενάριο την Μουσική, να λειτουργήσει ως οδηγός έκφρασης και υπέρ των ατόμων με ολική απώλεια όρασης, μια και η «φωνή» της ψυχής δεν καταγράφει τον λόγο της μονάχα με πένα, αλλά μπορεί και να τον «ζωγραφίζει» με παλέτα τη μουσική και τους δρόμους της. «Μονόδρομος στη ζωή του καλλιτέχνη η δημιουργία και ο χρωματισμός συναισθημάτων στον κοντινό περίγυρο μα και σε ολόκληρο τον κόσμο με την τέχνη να εξελίσσεται φτιάχνοντας νέους τρόπους έκφρασης και με τη μουσική να εκφράζει αυτά που δεν μπορούν να ειπωθούν μα που αδύνατο να μείνουν στη σιωπή.»
Την τύχη της δεν την ξέρω, καθημερινά έχει και μια διαδρομή σε βάθος χρόνου θα ξέρω το αποτέλεσμα ή θα μαζέψω τα κομμάτια μου.
Αυτήν την περίοδο την παρουσιάζω στο διαδίκτυο σε επεισόδια. Ευελπιστώ να την παρουσιάσω ολοκληρωμένη και σε αίθουσες πνευματικών κέντρων. Εκεί που θα βρω ότι συντελείται πολιτιστικό έργο και τέτοιοι χώροι υπάρχουν, εκεί μέσα θέλω να εκφραστώ χωρίς κραυγές. Ελπίζω να τα καταφέρω.

 

«Π»: Μελλοντικά σχέδια ;
Κ.Ν.: Η ταινία Emotios… έχει ένα τραγούδι που περιγράφει τα ταξίδια του ασυμβίβαστου σε στίχους της Άννας Μπιθικώτση με ερμηνευτή τον Σωτήρη Δογάνη. Αυτή την εποχή ολοκληρώνω τα γυρίσματα για τις ανάγκες του τραγουδιού και σύντομα θα παρουσιαστεί σε μια μορφή μουσικοθεατρικής παράστασης.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή