«Παρακαλούμε, μην κόβετε τα λουλούδια» Γράφει ο Β.Ντάλης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Παρακαλούμε,  μην κόβετε τα λουλούδια» Γράφει ο Β.Ντάλης

Είδα αυτή την επιγραφή (από φωτογραφία) σε τοίχο του χωριού Κάμπος της Τήνου. Μου έφερε στο νου τη φράση του αγαπημένου Χιλιανού ποιητή Πάμπλο Νερούδα: «Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την άνοιξη να ‘ρθεί».

Υπάρχει και μία αντίστοιχη πινακίδα σε τοίχο σπιτιού στην Πρέβεζα: «Μην κόβετε τα λουλούδια, υπάρχει Θεός και σας βλέπει». Και οι δύο πινακίδες απευθύνονται στους περαστικούς. Αυτούς που περνώντας από έναν ωραίο κήπο, μια περιποιημένη γλάστρα σε αυλή ανοιχτή στο δρόμο, βλέπουν ένα ωραίο λουλούδι και δεν αρκούνται στο να απολαύσουν την αισθητική του ή έστω να το μυρίσουν αλλά θέλουν να το πάρουν μαζί τους. Πού; Στην βόλτα τους κι από κεί μάλλον σε κάποιο καλάθι σκουπιδιών, όταν το βαρεθούν. Μπορεί και απλά να το πετάξουν στο δρόμο μετά από λίγο.
Η πινακίδα στην Πρέβεζα έχει μια αγριάδα. Σε κοιτάει συνοφρυωμένη. Σε παρακολουθεί να δει ποιά θα είναι η κίνησή σου την ώρα που περνάς από τα λουλούδια. Ξέρει ότι δεν μπορεί να σε αποτρέψει με τη βία και γι’ αυτό σε απειλεί. Με την πανάρχαια φοβική επίκληση: υπάρχει Θεός, σε βλέπει και θα σε τιμωρήσει. Δε θα γλιτώσεις επειδή νομίζεις ότι δε σε βλέπει κανείς. Σε βλέπει. Φοβού!
Η πινακίδα στην Τήνο έχει μια ευγένεια. Σου μιλάει όμορφα, γλυκά. Παρά το «ΜΗΝ», δεν είναι προστακτική. Δεν ενέχει βία ή απειλή. «Παρακαλούμε» λέει. Είναι στη βούλησή σας αλλά δεχτείτε, αν θέλετε, την επιθυμία μας. Σεβαστείτε μας. Δεν σας ικετεύουμε. Αξιοπρεπώς σας ζητάμε κάτι μικρό. Κάτι που για σας δεν θα αλλάξει τη ζωή σας αλλά αν δεν το κάνετε θα ασχημύνει τη δικιά μας.
Η πινακίδα έχει μια λαϊκή αισθητική. Είναι απλοϊκή αλλά επειδή είναι αυθεντικά ειλικρινής αποκτά καλλιτεχνική διάσταση. Όπως οι πίνακες των λαϊκών ζωγράφων. Η μαγεία τους δεν έγκειται στην αρτιότητα των γραμμών του πινέλου τους αλλά στην αυθεντικότητα της έκφρασης, στον πλούτο της ψυχής που βγάζουν. Γι’ αυτό και δεν τραβούν το μάτι εξαρχής. Δεν εντυπωσιάζουν αμέσως. Πρέπει να τους παρατηρήσει κανείς προσεκτικά, να τους χαϊδέψει με το μάτι και τότε κι αυτοί θα χαϊδέψουν τη ψυχή και τις αισθήσεις του.
Τα σοκάκια του χωριού της Τήνου, όπως και τους οικισμούς των περισσότερων νησιών, τα κοσμούν άνθη. Τα σοκάκια είναι φτιαγμένα από πέτρες ή τσιμέντο και κλείνονται από τους τοίχους των σπιτιών. Όσο κι αν τα ομορφύνει ο ασβέστης και το αρχοντικό λευκό του, δεν παύουν να είναι νεκρή ύλη. Τα λουλούδια που κρέμονται από τους τοίχους, που ξεπροβάλλουν μέσα από τις αυλές σα τα νέα παιδιά την ώρα που βγαίνουν για σουλάτσο, δίνουν ζωή. Γεμίζουν το δρόμο με αρώματα θαρρείς και ανασαίνουν. Μιά γλυκειά τρυφερή ανάσα που το βράδυ γίνεται μεθυστική ή απόκοσμη.
Είναι η ζωή. Μεγαλώνουν μέρα με τη μέρα, θέλουν το νερό να δροσίσει τα σωθικά τους, θέλουν να δώσουν τη δροσιά του οξυγόνου, θέλουν να σηκωθούν στις μύτες για να δουν κι αυτά τον κόσμο να περνάει. Θέλουν να ψηλώσουν, θέλουν να μεγαλώσουν. Είναι η παρέα όποιου πάρει την καρέκλα ή το σκαμνάκι του για να βγει στο σοκάκι και να απολαύσει τη δροσιά του δειλινού. Μετά τη μεσημεριανή κάψα και την απογευματινή ζέστη τα λουλούδια αναθαρρεύουν κι αυτά. Τεντώνονται, απλώνουν περισσότερο τα πέπλα τους, ισιώνουν τις γραμμές τους, σιάχνουν τις καμπύλες τους. Αλλά κι όταν πέσει το σκοτάδι είναι ακόμα εκεί. Κουρασμένα από το ενεργειακό βύζαγμα του ήλιου, αποκαμωμένα από το κυτταρικό τους μεροκάματο, εξαντλημένα από το λαχάνιασμα της φωτοσύνθεσης, κοιμούνται με τα μάτια ανοιχτά. Με την ανάσα του μικρού παιδιού στην κούνια την ώρα που κοιμάται.
Στο μικρό παιδί αρέσει να το πάρεις αγκαλιά. Κι είναι το πρώτο συναίσθημα που νιώθεις όταν το αντικρύζεις. Θέλεις να το χαϊδέψεις, να του μιλήσεις, να το φιλήσεις, να το πάρεις στα χέρια σου κι ας μην είναι δικό σου. Ίσως έτσι να νιώθει κάποιος και για ένα ωραίο λουλούδι. Να θέλει να το πάρει μαζί του σα να το παίρνει αγκαλιά. Μπορεί όμως και απλά να θέλει να το αποκτήσει. Όπως κι ένα ωραίο αντικείμενο. Που θα ήθελε να το έχει δικό του.
Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού στην Τήνο το ξέρει και γι’ αυτό υπενθυμίζει. Τα λουλούδια δεν είναι αντικείμενα. Δεν είναι κοσμήματα. Κοσμούν όσο είναι στο φυσικό τους χώρο κι αν τα βάλεις οπουδήποτε αλλού, είτε στο πέτο, είτε στο βάζο, η απόλαυσή τους θα είναι εφήμερη. Στον κήπο ή στη γλάστρα όμως σου κάνουνε χαρές. Μπορείς να τα απολαμβάνεις πολλές φορές, όσο θες κάθε φορά. Είναι εκεί και αναπτύσσονται. Ομορφαίνουν για σένα. Αν τα κοιτάξεις απλά, θα γίνουν ακόμα πιο όμορφα. Η ματιά σου είναι τροφή, η προσοχή σου δύναμή τους. Αν τα κόψεις θα μαραθούν. Αν τα πάρεις μαζί σου, πήρες τη ζωή τους.
Ο άνθρωπος που τα φροντίζει δεν τα κρατάει για τον εαυτό του. Τα μοιράζεται μαζί σου και με όλους τους περαστικούς. Δεν τα φυλάει κρυφά από περίεργα μάτια. Είναι χαρά του να τα προσφέρει. Στον τόπο όμως. Στο τοπίο. Σεβάσου την αισθητική αυτού του ανθρώπου. Βρήκε την ομορφιά της φύσης, την καλλιέργησε και σου προσφέρει τη μέθεξή της. Άδολα, χωρίς σκοπιμότητα, χωρίς να ζητάει ανταλλάγματα. Σκέψου. Πόσα πράγματα σου προσφέρονται πλέον αφιλοκερδώς για να μπορείς να δείχνεις τέτοια αχαριστία;
Και να σου πω και κάτι άλλο; Είσαι ανάγωγος. Ναι, καμία ευγένεια, καμία αγωγή δεν έχεις. Πήρες κάτι που δεν σου ανήκει, χωρίς να ρωτήσεις κανένα. Επειδή δεν σε έβλεπαν; Τί, μα ένα πήρες, ήταν τόσα πολλά; Μπας και νομίζεις ότι μόνο εσύ υπάρχεις σε αυτόν τον κόσμο; Ένα εσύ, ένα ο επόμενος … δεν θα μείνει κανένα. Κοίτα πόση ευγένεια είχε ο ντόπιος άνθρωπος. Παρακαλούμε, είπε. Και τί έκανες; Έδειξες την ασχήμια σου.
Να ξέρεις λοιπόν ότι αυτός ο τόπος δεν θα ασχημύνει ποτέ. Όσα λουλούδια κι αν κόψεις. Γιατί έχει όμορφους ανθρώπους. Που σέβονται, που εκτιμάνε, που νιώθουν, που είναι διακριτικοί κι έχουν ευγένεια ψυχής ακόμα κι όταν κάποιοι σαν εσένα τους κάνουν κακό. Κι η ομορφιά είναι στους ανθρώπους, η ομορφιά είναι οι άνθρωποι που την αναδεικνύουν.
Και να σου πω κι ένα τελευταίο; «Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την άνοιξη να ‘ρθεί».
Αφιερωμένο στη Σοφία μου, την έμπνευσή μου, το λουλούδι μου.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή