Δεν έχω πού να πάω, Γράφει ο Βαγγέλης Ντάλης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Δεν έχω πού να πάω, Γράφει ο Βαγγέλης Ντάλης

Δεν έχω πού να πάω
Πέρασε τα σύνορα σε ηλικία
πέντε ετών, αλλά το θυμάται σαν
να ήταν χθες. Ο Φιόρι Ντουρμι-
σάι κατάλαβε από πολύ μικρός
ότι το ποδόσφαιρο είναι κάτι πα-
ραπάνω από ένα παιχνίδι. Για το
παιδάκι από την Αλβανία που
δεν μιλούσε ελληνικά, ήταν τρό-
πος κοινωνικοποίησης και εκμά-
θησης της γλώσσας στη νέα
πατρίδα του.
ια τον έφηβο, ήταν η απάντηση
στον ρατσισμό και ένα δρομο-
λόγιο για έναν προορισμό χωρίς
φτώχεια και κακουχίες. Και για τον
22χρονο πλέον σέντερ φορ του Πα-
νιωνίου, μια δικαίωση. Δικαίωση για
την επιμονή, την προσπάθεια, τα πα-
γωμένα βράδια σε 25 τετραγωνικά,
τα μεσημέρια με σκέτα μακαρόνια.
«Ήρθα 5 χρονών, με την οικογέ-
νειά μου με λεωφορείο. Θυμάμαι
πως καθόμουν με τον πατέρα μου
στο λεωφορείο. Δίπλα μου αυτός κι
εγώ ήμουν τόσο ενθουσιασμένος
που φεύγαμε από την Αλβανία. Γιατί
ήμασταν πάρα πολύ άσχημα. Μέ-
ναμε σε ένα χωριό που το σπίτι είχε,
να φανταστείτε, τρύπες από σφαί-
ρες. Από τον εμφύλιο πόλεμο και
ήταν μισογκρεμισμένο. Θυμάμαι ότι
όταν πρωτοήλθαμε στη Ρόδο, τότε
ήταν πολύ εντονότερος ο ρατσισμός
με τους Αλβανούς. Τώρα στρέφεται
περισσότερο προς ανθρώπους από
άλλες χώρες. Θυμάμαι όταν προ-
σπαθούσαμε να νοικιάσουμε ένα
σπίτι, ο πατέρας μου έπαιρνε τηλέ-
φωνα και έλεγε ότι ενδιαφέρεται.
Από το σπαστά ελληνικά καταλάβαι-
ναν ότι είμαστε Αλβανοί και ρωτού-
σαν από που είναι, έλεγε από
Αλβανία και απαντούσαν ότι δεν το
νοικιάζουν το σπίτι.
»Όταν πρωτοήλθαμε μέναμε στη
θεία μου, σε ένα σπίτι 60 τετραγωνι-
κών 9 άτομα μέχρι να βρούμε δικό
μας σπίτι. Περνούσε ο καιρός και ο
πατέρας μου δεν έβρισκε. Πήρε σε
κάποια στιγμή έναν τηλέφωνο, για
σπίτι 27 τετραγωνικών με την τουα-
λέτα έξω. Επειδή δεν είχαμε χρή-
ματα, αναγκάστηκε να πει ότι ήμα-
σταν τέσσερα άτομα για να μην
ζητήσουν περισσότερα από το ενοί-
κιο. Και κάθε φορά που ερχόταν o
ιδιοκτήτης να εισπράξει το ενοίκιο, ο
αδερφός μου κρυβόταν. Για να μην
καταλάβει ότι είμαστε πέντε άτομα
και πάρει παραπάνω λεφτά. Εγώ δεν
το έβλεπα βέβαια μικρός ως ρατσι-
σμό όλο αυτό».
«Στο σχολείο δεν με έκαναν παρέα
στην αρχή. Ξέρεις πώς με έκαναν
παρέα; Όταν πήγαινα και έπαιζα
μπάλα. Το ποδόσφαιρο ενώνει, όπως
άλλωστε όλα τα αθλήματα. Επειδή
έπαιζα με καλούσαν, δεν καταλά-
βαινα στην αρχή τι μου έλεγαν, διά-
βαζα τη γλώσσα του σώματος και
πήγαινα να παίξω. Έτσι σιγά-σιγά,
μέσω του ποδοσφαίρου μπήκα στο
κλίμα. Στην αρχή, επειδή είχα ξεκινή-
σει παιδικό σταθμό στην Αλβανία και
όταν έφυγα δεν μπορούσα να πάω
σχολείο, πήγαινα σε ένα πάρκο και
ήταν κάποια παιδιά. Και έτσι, παίζον-
τας μπάλα έμαθα τα πρώτα μου ελ-
ληνικά. Έτσι έκανα και τους πρώτους
μου φίλους».
«Έχω αντιμετωπίσει ρατσιστικά
κρούσματα πάρα πολλές φορές. Κλα-
σικά πράγματα, σχετικά με την κατα-
γωγή μου. Στην αρχή με πείραζαν
πολύ, έλεγα “γιατί, γιατί;”. Μετά από
λίγο καιρό σταμάτησε να με νοιάζει.
Είναι πραγματικά σαν να μην ακούω
τίποτα. Δεν στεναχωριέμαι, γιατί
ξέρω ότι αυτοί που τα λένε δεν έχουν
επίπεδο. Συγχωρώ αυτούς που με
βρίζουν, αλλά εγώ δεν μπορώ να
συγχωρέσω αυτό που κάνουν στον
εαυτό τους. Πρέπει να το κάνουν
μόνοι τους, να καταλάβουν πόσο
κακό κάνουν στον εαυτό τους».
«Όταν είχα πρωτοέλθει στην
Αθήνα, δοκιμάστηκα στον Πανιώνιο,
στην Κ-17. Παίζω μερικά παιχνίδια
και ήταν πιο αισιόδοξη η οικογένειά
μου. Μετά, στους Κ-20 ήταν να μην
έρθω καν στην Αθήνα. Δεν είχαμε κα-
θόλου λεφτά, δεν είχα που να μείνω.
Προσπάθησε να μου το πει με τρόπο
ο πατέρας μου, σε ένα οικογενειακό
γεύμα. Μου είπε μπροστά σε όλους
ότι δεν ξέρω τι θα κάνεις αλλά δεν
έχουμε άλλα λεφτά για να πας στην
Αθήνα. Με πιάνουν τα κλάματα, αρ-
χίζω να τσακώνομαι. Του λέω “δεν
ξέρω τι θα κάνεις, κλείσε μου εισιτή-
ρια και θα μείνω και στο δρόμο. Δεν
με νοιάζει”. Είχα ελπίδες, να παίξω
τουλάχιστον Κ-20.
»Τέλος πάντων, βρίσκει ο πατέρας
μου έναν θείο μου από τα παλιά, από
Αλβανία. Και κανόνισε να μείνω εκεί
όσο χρειάζεται μέχρι να βρω σπίτι.
Τότε είχαμε προπονητή τον Τερεζό-
πουλο, ο οποίος ήταν πολύ αυστη-
ρός, αλλά με την καλή έννοια. Μας
ήθελε επαγγελματίες, μας έλεγε να
φέρνουμε μπανάνες στην προπό-
νηση και δύο λίτρα νερό. Εγώ δεν
είχα χρήματα να πάρω και μπανάνες
και νερά και εισιτήρια για τα λεωφο-
ρεία. Αλλά δεν μπορούσα να το πω
του προπονητή. Μας είπε ότι αν μας
πιάσει, στις τρεις φορές, θα ήμασταν
υπότροποι. Εμένα με είχε πιάσει ήδη
δύο φορές, χωρίς να του έχω πει
ποτέ ότι έχω οικονομικό πρόβλημα,
πίστευα ότι θα του το έχει πει κά-
ποιος από την ομάδα. “Την τρίτη
φορά φεύγεις”, μου λέει. Τα είχα πει
στους γονείς μου, έλεγαν γύρνα
πίσω. Πολλή πίεση.
»Τέλος πάντων, παίζαμε με τα
Γιάννενα και λίγες μέρες μετά είχα
κλείσει εισιτήρια να φύγω με καράβι.
Και με παίρνει σε αυτή την αγωνι-
στική! Μπαίνω αλλαγή 25 λεπτά και
την άλλη μέρα πάμε στα αποδυτήρια
και λέει μπροστά σε όλους “θέλω τέ-
τοιους παίκτες, σαν τον Ντουρμισάι
που να προσπαθούν, να βγάζουν
ψυχή και πάθος”. Και το είπα στον
πατέρα μου και μου λέει: “Κάτσε
εκεί!” Έμενα με ένα παιδί και θυμά-
μαι σηκωνόμουν το πρωί 6.40,
έπαιρνα τραμ, μετρό, πήγαινα σχο-
λείο Αργυρούπολη, κατέβαινα με τα
πόδια Σούρμενα, τελείωνα προπό-
νηση, έτρωγα κάτι, πήγαινα γυμνα-
στήριο στην Αργυρούπολη και γύ-
ριζα σπίτι γύρω στις 11. Έπλενα
ρούχα, άπλωνα, έτρωγα κάτι και κοι-
μόμουν. Κάθε μέρα αυτό, κάθε μέρα
γυμναστήριο.
»Πήγαινα προπόνηση με ένα μηχα-
νάκι που μου είχε δώσει ο αδερφός
μου, γιατί από Αργυρούπολη να πας
ΟΑΚΑ με μέσα μεταφοράς θέλεις δύο
ώρες. Μέσα στη βροχή, πήγαινα προ-
πόνηση και έσταζαν τα ρούχα μου.
Με έβλεπαν και γελούσαν. Δεν ήξε-
ραν όμως ότι δεν έχω την οικονομική
δυνατότητα να έχω αμάξι, ας πούμε.
To πιο δύσκολο προσωπικά ήταν ότι
έβλεπα τους γονείς μου να ταλαιπω-
ρούνται για μένα και αισθανόμουν
άσχημα. Να δανείζονται χρήματα από
άλλους για να τα καταφέρω εγώ.
Υπήρχαν μέρες που πήγαινα προπό-
νηση και πονούσε το στομάχι μου
επειδή δεν έτρωγα, ή έτρωγα μακα-
ρόνια σκέτα. Αλλά με ρωτούσαν οι
γονείς μου και τους έλεγα ότι έχω να
περάσω. Από τις δυσκολίες και τα
λάθη όμως γίνεσαι καλύτερος».
– Αν θα μπορούσες να αλλάξεις
μόνο ένα πράγμα στην κοινωνία
που ζεις, ποιό θα ήταν αυτό;
«Κοιτάξτε, αυτά που θα ήθελα να
αλλάξω, όπως π.χ. το να μην πεινάει
κανένας άνθρωπος, ή να μην σκοτώ-
νονται παιδιά, μάλλον είναι ουτοπία.
Με αυτό το πολιτικό και οικονομικό
σύστημα που έχουμε τώρα, δεν γί-
νεται να μην πεινάσει κανένας άν-
θρωπος. Και αυτό το σύστημα θα
μας κυριεύει για πάντα. Ακόμα και
έτσι όμως θα ήθελα αλληλεγγύη,
αγάπη, γιατί αν υπάρχει αγάπη,
υπάρχει και σεβασμός. Αυτές τις
αξίες ο καθένας θα πρέπει να τις καλ-
λιεργήσει για τον εαυτό του και έτσι
ίσως δούμε διαφορά».
Τα αποσπάσματα είναι από συ-
νέντευξη που δόθηκε στους Θάνο
Σαρρή και Θοδωρή Βασίλη για το
gazzetta.gr. Αφιερώνεται σε όσους
πιστεύουν ότι οι μετανάστες ήρθαν
για να «βρωμίσουν» τον τόπο μας…

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή