Πολιτικό κόστος, γράφει ο Γιώργος Πένταρης

Έχω αναφερθεί στο «πολιτικό κόστος» πολλές φορές μέσα στα άρθρα μου και πάντα με αρνητικό χαρακτηρισμό. Ως έννοια την έμαθα από το πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ του 1980 και εντεύθεν, αλλά σήμερα χρησιμοποιείται κατά κόρον από την κυβέρνηση και χρησιμοποιήθηκε και από τις προ ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσεις. Σε κάθε εξαγγελία αντικοινωνικών μέτρων, ή όταν η κυβέρνηση αναγκάζεται να πάρει μέτρα που είναι αντιλαϊκά, η φράση «δεν υπολογίζουμε το πολιτικό κόστος» χρησιμοποιείται κατά κόρον από το κυβερνητικό επιτελείο.

Η έννοια «πολιτικό κόστος» είναι βασικό εργαλείο της επικοινωνιακής πολιτικής, είναι προσεκτικά επιλεγμένη και όχι ένα τυχαίο κλισέ μιας ξύλινης γλώσσας. Στην πολιτική γλώσσα, η χρήση της φράσης «δεν υπολογίζουμε το πολιτικό κόστος», έχει ως στόχο την παρουσίαση της κυβέρνησης ως μιας θαρραλέας, ανιδιοτελούς, πατριωτικής, ηθικής και υπεύθυνης ομάδας ανθρώπων, που βρίσκονται σε εθνική αποστολή και πράττουν με μόνο γνώμονα το όφελος των πολιτών και της χώρας.
Επίσης χρησιμοποιείται για την «ηρωοποίηση» του πολιτικού σχηματισμού που το επικαλείται και μεταδίδει το μήνυμα για την αναγκαιότητα της εφαρμογής μιας αντιλαϊκής πολιτικής και ότι η κρισιμότητα της κατάστασης επιβάλλει την λήψη σκληρών μέτρων.
Οι επικοινωνιολόγοι που παρέχουν τις υπηρεσίες τους στα κόμματα, είναι διαφημιστές και προσπαθούν να στηρίξουν το προϊόν, είτε αυτό είναι η ανερμάτιστη και ευμετάβλητη πολιτική είτε είναι η αλλαγή του επικοινωνιακού προφίλ των κομματικών αρχηγών.
Θα έχετε παρατηρήσει τελευταία τον τρόπο με τον οποίο μιλά ο Μητσοτάκης και τον τρόπο επιχειρηματολογίας του Πρωθυπουργού. Η επικοινωνιολογία χρησιμοποιεί τα ίδια εργαλεία, άσχετα με το προϊόν και επιχειρεί να δημοσιοποιήσει τις «αρετές» του προϊόντος σε μια ομάδα στόχο. Η ομάδα στόχος, που είναι η ελληνική κοινωνία, πρέπει να πειστεί ότι όλες οι δυσάρεστες και αντικοινωνικές αποφάσεις που λαμβάνονται είναι νομιμοποιημένες, αφού η κυβέρνηση υπερβαίνει το πολιτικό συμφέρον του κόμματός της, επειδή δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος, και πως πρόκειται για την μόνη ικανή να διαχειρισθεί την κρίση.
Τι είναι όμως το πολιτικό κόστος που επικαλείται πολύ τακτικά κάθε κυβέρνηση; Το πολιτικό κόστος εξ ορισμού δεν έχει άλλη ερμηνεία, ως κόστος, παρά μόνο την απώλεια των εκλογικών ποσοστών ενός κόμματος και γενικότερα την απώλεια του λαϊκού ερείσματος μέσα στην ίδια την κοινωνία, από την οποία εκλέγονται και στηρίζονται. Συνεπώς και κατά δήλωση, η απώλεια του ερείσματος μέσα στην κοινωνία δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν στις αποφάσεις της κυβέρνησης. Όπως καταλαβαίνετε η κυβέρνηση κυβερνά αγνοώντας την βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών. Η επίκληση της «σωτηρίας της χώρας» είναι η συμπληρωματική επικοινωνιακή στήριξη – επεξήγηση για την διακυβέρνηση χωρίς κοινωνική νομιμοποίηση. Η δήλωση «δεν λαμβάνουμε υπόψη μας το πολιτικό κόστος» υποθάλπει την απείθεια, της κυβέρνησης και όλων όσον συντάσσονται μαζί της στην άποψη αυτή, προς το ίδιο το πολίτευμα της χώρας. Μια κυβέρνηση που δηλώνει κατηγορηματικά πως δεν λαμβάνει υπόψη της την ψήφο των πολιτών και υπερβαίνει την βούληση του εκλογικού σώματος, χωρίς να έχει τεθεί η χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, εκτρέπει εξόφθαλμα το πολίτευμα. Η παραδοχή πως κυβερνά αυθαίρετα, χωρίς την ανάγκη της δημοκρατικής νομιμοποίησης, αναστέλλοντας κατά το πνεύμα αλλά και κατά την ερμηνεία το Σύνταγμα, είναι ένα συνταγματικό ζήτημα, το οποίο στην μητέρα του καπιταλισμού τις ΗΠΑ ούτε κατά διάνοια δεν θα γινόταν.
Το «πολιτικό κόστος» έχει συνδεθεί με την αλλαγή πλεύσης κάθε κυβέρνησης, ο οποία εκλέγεται με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο αθετείται «άμα τη αναλήψει της εξουσίας». Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν δίστασε να αλλάξει πρόγραμμα αγνοώντας την λαϊκή εντολή. Ακούμε τους εκάστοτε κυβερνώντες να κλαυθμυρίζουν: Εμείς θέλουμε να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας, αλλά τα πράγματα δεν ήταν όπως τα περιμέναμε και τώρα θα πρέπει να κάνουμε τα αντίθετα απ’ ότι υποσχεθήκαμε. Οι ανάγκες της πατρίδας το επιβάλλουν, θα μας πουν, και δεν υπολογίζουμε μπροστά στο συμφέρον της αν θα επανεκλεγούμε. Μα, παιδιά, αν είναι έτσι γιατί κατεβήκατε στις εκλογές;
Οι αναμνήσεις είναι νωπές. Λεφτά υπάρχουν έλεγε ο Παπανδρέου, Ζάππειο 1 και 2 ο Σαμαράς και κατάργηση των μνημονίων με ένα νόμο και ένα άρθρο ο Τσίπρας. Είπε κανείς την αλήθεια και δεν το κατάλαβα; Όλοι όμως επικαλέστηκαν το πολιτικό κόστος και άλλαξαν πολιτική ρότα. Κανονικά η επίκληση του πολιτικού κόστους από ένα πολιτικό θα πρέπει να είναι ένας σοβαρός λόγος να εξαφανιστεί αυτός από την πολιτική σκηνή με την τιμωρία που θα επέλθει από το εκλογικό σώμα. Για να γίνει αυτό όμως θα πρέπει η λαϊκή μνήμη να είναι ισχυρή και να μην υπάρχει το «δικαίωμα στην λήθη» για τους πολιτικούς.
Ακόμη η επίκληση του πολιτικού για αλλαγή πολιτικής είναι συνώνυμο με την απάτη και την υφαρπαγή της λαϊκής ετυμηγορίας. Αν θυμάμαι, η τελευταία επίκληση του πολιτικού κόστους από τον Πρωθυπουργό ήταν αυτή σχετικά με τα προβλήματα του ποδοσφαίρου όπου δήλωσε: «πρέπει να αποφασίσουμε ότι αυτός ο γόρδιος δεσμός πρέπει να κοπεί και πρέπει να αποφασίσουμε όλοι μαζί ότι πρέπει να αγνοήσουμε το πολιτικό κόστος». Τι πάει να πει «όλοι μαζί»; Γνωρίζουμε ότι στις δημοκρατίες δυτικού τύπου, που ευτυχώς έχουμε, υπάρχει η εκτελεστική εξουσία και υπάρχει εκτός των άλλων εξουσιών και η αντιπολίτευση, η οποία ουσιαστικά έχει υπό διαρκή έλεγχο την κυβερνητική πλειοψηφία. Δηλαδή μας ζητά ο Πρωθυπουργός με το «όλοι μαζί» να εφαρμόσουμε κάποιους νόμους που είναι ψηφισμένοι από την Βουλή, αλλά δεν εφαρμόζονται και για να εφαρμοστούν χρειάζεται και την συμφωνία των άλλων κομμάτων για να μην χάσει πολιτικά η κυβέρνηση. Αυτό είναι το νόημα των λόγων του Πρωθυπουργού.
Γίνεται φανερό ότι η προσήλωση μιας κυβέρνησης στο πολιτικό κόστος ανοίγει τον δρόμο προς την παρανομία. Τα παραδείγματα είναι χιλιάδες και θα σας αναφέρω μερικά κραυγαλέα. Τα αυθαίρετα που κυρίως στην Αττική έχουν δημιουργήσει ολόκληρες πόλεις χωρίς κανένα πολεοδομικό σχεδιασμό, επετράπησαν λόγω πολιτικού κόστους. Νόμοι υπήρχαν για την παράνομη δόμηση, αλλά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ λόγω πολιτικού κόστους. Να πούμε για την αυθαιρεσία στα πανεπιστήμια που έχω γράψει πολλάκις;
Το πολιτικό κόστος φοβούνταν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και πολύ περισσότερο η παρούσα και έτσι έχουν γίνει κέντρα παρανομίας και εκπαίδευσης στις συγκρούσεις με την αστυνομία. Θυμηθείτε τι γίνεται κάθε Παρασκευή βράδυ στο Πολυτεχνείο. Αν κάποια στιγμή η κυβέρνηση εκ των πραγμάτων αναγκαστεί να πάρει κάποια μέτρα, να είστε βέβαιοι ότι θα επικαλεστεί το πολιτικό κόστος και όχι την ανάγκη εφαρμογής του νόμου όπως γίνεται στις ευνομούμενες πολιτείες. Βλέπουμε δηλαδή, ότι με την επίκληση του πολιτικού κόστους όχι μόνο γίνεται αλλαγή πολιτικής, αλλά και παραβίαση των νόμων.
Αυτά βέβαια συμβαίνουν σε δημοκρατίες που θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι είναι κατ’ επίφαση δημοκρατίες. Μια βαθιά δημοκρατική κοινωνία ποτέ δεν θα δεχόταν ούτε αλλαγή πολιτικής από μια εκλεγμένη κυβέρνηση, ούτε βέβαια την μη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας.
Το συμπέρασμα είναι ότι η έκφραση «πολιτικό κόστος», την οποία σχολιάσαμε θα πρέπει να διαγραφτεί όχι μόνο από το λεξιλόγιο των κομμάτων, αλλά κυρίως από την συνείδηση του λαού αν θέλουμε κάποια στιγμή να γίνουμε ευνομούμενη κοινωνία.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή