ΝΟΤΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ, Συνθέτης «Ένας δημιουργός οφείλει να δώσει τη σκυτάλη της παιδείας και της μόρφωσης στη νεότερη γενιά»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΝΟΤΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ, Συνθέτης   «Ένας δημιουργός οφείλει να δώσει τη σκυτάλη της παιδείας και της  μόρφωσης στη νεότερη γενιά»

Ο Νότης (Παναγιώτης) Μαυρουδής είναι Έλληνας συνθέτης, κιθαρίστας και ραδιοφωνικός παραγωγός. Τα δυο πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στη φυλακή δίπλα στη μητέρα του, που ήταν πολιτική κρατούμενη. Το 1958 ξεκίνησε μαθήματα κιθάρας στο Εθνικό Ωδείο με καθηγητή τον Δημήτρη Φάμπα και πήρε το δίπλωμά το 1969 με Άριστα. Το 1970 εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου του ανατέθηκε η έδρα κλασικής κιθάρας στη Scuola Ciciva di Milano, στην οποία δίδαξε ώς το 1975. Το 1970 επίσης παρακολούθησε τα μαθήματα της Ακαδημίας Santiago de Compostella στην Ισπανία με τον Jose Tomas. Το 1975 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα και από αυτή τη χρονιά δίδαξε κλασική κιθάρα στο Εθνικό Ωδείο. Τα έτη 1975, 1977 και 1979 έδωσε ρεσιτάλ στο Φεστιβάλ Κλασικής Κιθάρας του Esztergom της Ουγγαρίας. Το 1978 πήρε μέρος στο διεθνές Φεστιβάλ Πολιτικού Τραγουδιού στο Ανατολικό Βερολίνο και στο 11ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στην Αβάνα της Κούβας. Ως συνθέτης και σολίστ έχει δώσει πολλά ρεσιτάλ σε πολλές χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Φινλανδία, Ελβετία, Γερμανία, Ουγγαρία, Αυστρία, Κούβα). Ως καθηγητής στο Εθνικό Ωδείο Αθήνας, είχε μαθητές αρκετούς δημοφιλείς καλλιτέχνες όπως οι Μανώλης Ανδρουλιδάκης, Σωκράτης Μάλαμας, Παναγιώτης Μάργαρης, Γιώργος Μελάς, Λάμπρος Ντούσικος, Δημήτρης Σωτηρόπουλος, κ.ά.. Από το 1994 ανέλαβε καθήκοντα προέδρου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού και από το 1995 ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής στο διεθνές Φεστιβάλ της Πάτρας (από το 1999 τη θέση κατέχει ο Αλέξανδρος Μυράτ).

Tο 1965 κατέκτησε το Α΄ βραβείο στο 4ο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, με το τραγούδι «Ήταν μεγάλη η νύχτα» (στίχοι: Γιάννης Κακουλίδης, ερμηνεία: Σούλα Μπιρμπίλη).
Το 1969 τιμήθηκε με το Α΄ βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό κιθάρας στο Μιλάνο, και το βραβείο του ιταλικού μουσικού Τύπου “Mario de Luigi”.
Το 1990 βραβεύεται στον διεθνή διαγωνισμό παιδικού τραγουδιού στη Λισαβόνα. Την ίδια χρονιά η πρεσβεία της Βραζιλίας στην Ελλάδα του απένειμε το βραβείο «Heitor Villa-Lobos» για την προσφορά του στη διάδοση του έργου του Βραζιλιάνου συνθέτη στην Ελλάδα.
Την ίδια χρονιά, το τραγούδι του «Ο παλιάτσος» με την παιδική χορωδία του Δημήτρη Τυπάλδου, πήρε το Α΄ βραβείο στον 12ο διεθνή Διαγωνισμό Παιδικών Χορωδιών στη Λισαβόνα.
Το 2005 και 2006 του απονέμεται το βραβείο «Αρίων» για τους δίσκους Cafe de l’ art – Cinema και Cafe de l’art – Τσιτσάνης – Βαμβακάρης.
«ΠΑΛΜΟΣ»: Ποια η αίσθηση από το άγγιγμα των δικών σας ουρανών;
ΝΟΤΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: Δεν νιώθω να έχω αγγίξει ουρανούς. Προσπαθώ βέβαια προς αυτή την… κατεύθυνση αλλά νομίζω πως θα χρειαστώ άλλη μια ζωή με προσήλωση και σοβαρότητα.

 

«Π»: «Η προεξάρχουσα ροπή του ανθρώπου είναι η μουσική», μας λέει ο Νίκος Καρούζος. Μήπως αυτή χαρακτηρίζει και τη σχέση του ανθρώπου με το σύμπαν;
Ν.Μ.: Το ερώτημα είναι βαθιά φιλοσοφικό, τόσο που θα δυσκολευτώ να απαντήσω. Θεωρώ όμως πως στη συμβολική σας φράση, περί σχέσης ανθρώπου και Σύμπαντος, δεν θα οδηγηθούμε μέσω μόνο της Μουσικής, αλλά μέσω και της εκπαίδευσης, της μόρφωσης και βέβαια μέσω όλων των Τεχνών, των Επιστημών, των Τεχνολογιών και ό,τι άλλο θα δημιουργηθεί στο μέλλον, μέσα από την αδιάκοπη έρευνα και δημιουργική αγωνία των ανθρώπων τού πνεύματος. Και ετούτη η έρευνα, δεν θα σταματήσει ποτέ!

 

 

«Π»: Μισός αιώνας στη δημιουργία, ως ιδιαίτερα καταξιωμένος καλλιτέχνης. Θεωρείτε ότι εκπληρώθηκε το όνειρό σας;
Ν.Μ.: Τα όνειρα, θα γνωρίζετε πως δεν σταματάνε. Για ποια όνειρα λοιπόν μιλάμε; Για τα ως τώρα ή για τα μελλούμενα; Νιώθω πως έχω μπροστά μου άλλα… 100 χρόνια και ποιος ξέρει πόσα όνειρα θα προστεθούν! Όνειρα έστω και ατελέσφορα, από τα οποία ποτέ δεν απαλλάχτηκα. Ιδιαίτερα στη νεότητά μου, τα ουτοπικά όνειρα ήταν καθημερινά και έμαθα να χάνω αλλά και να κερδίζω απ’ αυτά. Εξάλλου, η χώρα Ελλάδα έτσι προχώρησε έως σήμερα κι έτσι θα πορευτεί. Μέσα από τα όνειρα που καταφέραμε να υλοποιήσουμε, αλλά και από εκείνα που οι ονειροπόλοι συνεχίζουν να ονειρεύονται…

 

 

«Π»: Αρκεί η αγάπη για τη μουσική, την ποίηση, την Τέχνη, ή το ταλέντο, μαζί με την εργατικότητα, είναι αναγκαία ώστε να «αναδείξει» έναν καλλιτέχνη;
Ν.Μ.: Βεβαίως και τα στοιχεία αυτά είναι απολύτως αναγκαία. Υπάρχει όμως άλλο ένα στοιχείο, που μάλλον θα συμπλήρωνε δημιουργικά τα αναγκαία και απαραίτητα και αυτό είναι η πρακτική συμπαράσταση μιας κρατικής στήριξης, η οποία απουσιάζει μεγαλοπρεπώς! Όσοι βιώνουμε την καλλιτεχνική πραγματικότητα, στη Μουσική, στο βιβλίο, γενικώς στις εκδόσεις, στο Θέατρο, στον κινηματογράφο, στον αθλητισμό και παρακολουθήσει τις παροχές και τα υλικά στηρίγματα, θα συναντήσει την απουσία ή την αδιαφορία των αρμόδιων υπουργείων – θεσμών. Η παρατήρηση αυτή χρονολογείται πολλά χρόνια τώρα…

 

 

«Π»: Ποια θεωρείτε ότι είναι η κύρια υποχρέωση ενός δημιουργού;
Ν.Μ.: Θα έλεγα πως είναι πολύ σημαντικό να δώσει την σκυτάλη τής παιδείας και της μόρφωσης στη νεότερη γενιά. Να μεταλαμπαδεύσει στους νεότερους το πάθος, την επιμονή, το πείσμα, την πίστη σε ιδανικά, την βαθύτερη γνώση εκεί όπου μπορούμε, την διάθεση για επικοινωνία, την αναγκαιότητα για εξοικείωση με την τεχνολογία (έστω και ελλιπή), το άνοιγμα του πνευματικού μας ορίζοντα και την προσπάθειά μας να αντιληφθούμε τις πρωτοποριακές τέχνες, οι οποίες καθημερινά δημιουργούνται και πλάθονται. Δεν μπορούμε να παραμένουμε ακατέργαστοι και να πορευόμαστε με το υλικό που αποκτήσαμε από παλιά. Όλα αλλάζουν, όλα μεταβάλλονται, όλα αποκτούν διαφορετικό νόημα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Δεν μπορούμε να ερμηνεύουμε σήμερα (στον 21ον αιώνα) τον κόσμο, μέσα από παλαιές αντιλήψεις γιατί θα κάνουμε ολέθρια λάθη… Αν παρατηρήσει κανείς θα διαπιστώσει πως, χοντρικά, δυο είναι οι δρόμοι – οι κατευθύνσεις. Ο συντηρητισμός από τη μια, και ο προοδευτισμός από την άλλη. Βλέπουμε πως οι κυβερνήσεις, η Εκκλησία, εμμένουν στο να συντηρηθούν τα υπάρχοντα Συστήματα, σε αντίθεση με ομάδες και πολιτικούς σχηματισμούς πολιτών που σπρώχνουν προς φιλοπρόοδες αλλαγές. Ο κάθε δημιουργός είναι, θα έλεγα, υποχρεωμένος να ταχθεί προς μια από τις δυο κατευθύνσεις.

 

 

«Π»: Η τεχνολογία, ποιες δυνατότητες πιστεύετε ότι παρέχει στους δημιουργούς, και ποιους περιορισμούς;
Ν.Μ.: Η ανακάλυψη της ιντερνετικής τεχνολογίας και των δορυφόρων, άνοιξαν μεγάλους ορίζοντες για την καθημερινότητά μας, αλλά και σε κάθε μορφή Τέχνης και Επιστήμης. Η πληροφορία, η έρευνα, άνοιξαν πύλες που επί 20 αιώνες δεν είχαμε φανταστεί. Τα χρόνια που βιώνουμε αφήνουν τεράστιο αποτύπωμα σε κάθε επίπεδο, σε κάθε έκφραση, με την ανθρωπότητα να έχει φτάσει σε απόλυτη εξάρτηση από την άμεση πληροφορία και την επαφή.
Πάντα όμως υπάρχει και το αντίθετο, όπως σε όλα τα πράγματα. Η εξάρτηση του ευρύτερου κόσμου από το διαδίκτυο φέρνει και αρνητικές επιπτώσεις. Νομίζω πως η γραφή και η γνώση τής ελληνικής γλώσσας, αν δεν προσέξουμε, θα περάσει βαθιά κρίση αφού όλο και περισσότερο οι νέες γενιές χάνουν την επαφή τής ιδιόχειρης γραφής και μένουν κυρίως στο πληκτρολόγιο του pc. Η ευκολία με την οποία ένα… πληκτρολόγιο κατεβάζει ταχύτατα πληροφορίες, θα αποδυναμώσει και θα απομακρύνει ένα μεγάλο κοινό από την προσωπική βάσανο της έρευνας. Τέτοιες περιπτώσεις αναπόφευκτα δεν θα είναι λίγες. Η ανθρωπότητα οφείλει να παλέψει και μ’ αυτά.

 

 

«Π»: Ποια η άποψή σας για την αθρόα μετανάστευση των νέων και ως προς τις μουσικές σπουδές; Κρίνετε απαραίτητη τη στροφή αυτών προς το εξωτερικό;
Ν.Μ.: Όταν η πατρίδα σου δεν παρέχει τα εχέγγυα τής αξιοπρεπούς διαβίωσης και την δημιουργική χρησιμοποίηση των γνώσεων και των ικανοτήτων σου, τότε αναγκάζεσαι να φύγεις… Λυπάμαι αλλά αυτή είναι η απάντηση. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος τής ερώτησής σας, θεωρώ πως όταν θέλει κάποιος νέος να σπουδάσει ανώτερα μουσικά θεωρητικά και σε επίπεδο ανωτέρων σπουδών ενός οργάνου, θα πρέπει να στραφεί προς τις μουσικές ακαδημίες τού εξωτερικού. Δεν υπαινίσσομαι πως η Ελλάδα είναι… άχρηστη επί του ζητήματος. Όμως, είναι αλήθεια πως η λόγια μουσική τέχνη, έχει ανάγκη από ένα περιβάλλον κατάλληλα διαμορφωμένο για να οξύνει τη φαντασία, μέσα σε κλίμα ηρεμίας και τάξης. Έχει ανάγκη από «ευκαιρίες» με παρουσιάσεις, φεστιβάλ, διαγωνισμούς, εμπειρίες για μουσική δωματίου, μαζί με άλλα όργανα, με την ευγενή άμιλλα σε ημερήσια διάσταση, με αυστηρές διαδικασίες σπουδών και όχι σε ξέφραγο αμπέλι όπως γίνεται εδώ στα περισσότερα Ωδεία…

 

«Π»: Πώς θεωρείτε ότι η παγκοσμιοποίηση επηρεάζει τον πολιτισμό;
Ν.Μ.: Η παγκοσμιοποίηση μας ήρθε κυρίως λόγω ειδικών αναγκών τής Οικονομίας και λιγότερο για την ανάπτυξη των παγκόσμιων τεχνών. Όσες χώρες-κράτη διαθέτουν ιδιαίτερη γλώσσα, όχι διαδεδομένη, όπως η ελληνική, η αλβανική, η μαλτέζική, η σέρβικη, η σλοβένικη κα, δεν επωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση σε σχέση π.χ. με την τραγουδιστική τους βιομηχανία. Δεν αντέχουν έναν παγκόσμιο ανταγωνισμό επειδή η γλώσσα τους μιλιέται εντός των ορίων της χώρας τους. Αντίθετα, η αγγλοσαξονική, η ισπανική, η γαλλική, ακόμα και η ιταλική, γλώσσες που έχουν ευρύτητα διάδοσης, μπορούν και παίζονται σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις.
Έτσι, δημιουργούνται πρώτες, δεύτερες και τρίτες κατηγορίες, με τις καλλιτεχνικές δυναμικές να μην μπορούν να ανταγωνιστούν το διεθνές χρηματιστήριο.
Το παράδειγμα αυτό είναι μια μικρογραφία της δυναμικής τής παγκοσμιοποίησης. Πολλά θα μπορούσα να αναφέρω, αλλά ο χώρος της συνέντευξης αυτής, δεν μας αρκεί.

 

 

«Π»: Ως πολυπράγμων, γράφετε, σχολιάζετε, αγγίζετε και πολλά θέματα της επικαιρότητας. Θεωρώ ότι τα σχόλιά σας είναι σαν μαθήματα ανοικτού πανεπιστημίου. Τι είναι όμως, αυτό που σας οργίζει;
Ν.Μ.: Σας ευχαριστώ για το καλό σας σχόλιο, για τα σχόλιά μου. Μου έχουν γίνει απαραίτητα, σε μια εποχή όπου η καθημερινή επικαιρότητα, εκτός από τις δυσκολίες, αφήνει πολλά περιθώρια στους γελοιογράφους και τους σχολιαστές… Είναι μια εποχή κρίσιμη από πάσης πλευράς. Όπου και να κοιτάξουμε διαπιστώνουμε την κρίση, όχι μόνο του κράτους αλλά και του Έθνους. Το να κάνω πια αντιπολίτευση, θεωρώ πως απλώς διαμαρτύρομαι και προσθέτω έναν κόκκο οργής που προστίθεται στην ήδη υπάρχουσα. Έχω μεγαλώσει και στα 72 μου, δεν θέλω να παίζω πια έναν τέτοιον συνηθισμένο ρόλο ακτιβιστή.
Ωστόσο δεν σταματάω να διαμαρτύρομαι. Προσπαθώ να κατανοώ όσο γίνεται καλύτερα το κάθε θέμα που επιλέγω από την καθημερινότητα και να φτάνω στο βάθος του, για να κατανοήσω εγώ και οι αναγνώστες μου τι είναι εκείνο που ξεχωρίζει μέσα από την πολυσχιδή καθημερινότητα.
Εξάλλου, εγώ δεν είμαι παρά ένας μουσικός, κιθαριστής, συνθέτης τραγουδιών και… σοσιαλίζων παρατηρητής. Δεν έγινα ακόμα συγγραφέας, έτσι όπως θα ήθελα.
Περιγράφω πάντα την οργή, τον θυμό, την απορία, το να είμαι κι εγώ εμπαιζόμενος πολίτης κλπ. Αυτό το μίγμα συναισθημάτων με οδηγεί κατ’ ευθείαν στη γραφή. Όπως ένα συναίσθημα θα με οδηγούσε στην κιθάρα μου για να γράψω μουσική ή ένα τραγούδι. Κι επειδή εξ’ ορισμού είναι άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, έτσι κι εγώ. Μπορεί να με προκαλέσει το πέταγμα μιας πεταλούδας, το κούνημα από ένα στάχυ, για να σκεφτώ δημιουργικά. Μπορεί να με οργίσει μια λέξη, μια τραγική εικόνα, ένα ψέμα, ένα ειρωνικό χαμόγελο, πάντως όχι η… τσάκιση από το παντελόνι του τάδε ή η κατινίστικη κόμμωση της δείνα.
Με εννοείτε ελπίζω…

 

«Π»: 1965-2017. Η Ελλάδα του τότε και του σήμερα. Πώς σχολιάζετε την κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει;
Ν.Μ.: Παρά τα όσα τραβάμε, θεωρώ πως βρισκόμαστε σε μια Ελλάδα, όχι στάσιμη, όχι ακίνητη. Όποιος θεωρεί πως όλα είναι στάσιμα, πρέπει να πάει σε… οφθαλμίατρο επειγόντως! Τέτοιες απολυτότητες λέγονται μόνο από εμπαθείς και δογματιστές.
Η χώρα είναι ριζικά αλλαγμένη από το ’65. Τόσο ως ανάπτυξη, όσο και ως κοινωνία. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, προχώρησε με τα κυβερνητικά σχήματα που επιλέγει ο λαός και την διοίκησαν. Δεν είμαστε ευχαριστημένοι και απαιτούμε περισσότερες διορθωτικές κινήσεις σε κάθε επίπεδο, αλλά δεν θα κλείσουμε τα μάτια, ούτε και τα αυτιά μας, σε ό,τι δημιουργήθηκε μετά τον πόλεμο, τους εμφυλίους και τις άλλες δυσάρεστες σελίδες της νεότερης ιστορίας μας. Το ότι δεν είμαστε ευχαριστημένοι είναι καλό σημάδι και δείχνει πως επιμένουμε να επιθυμούμε μια καλύτερη πατρίδα.
Υπάρχει βέβαια η συνειδητή επιμονή για μια πολιτική με κοινωνικές παροχές, με σωφροσύνη στις περικοπές και άρνηση να καταντήσουμε φτωχότεροι και περισσότερο αδικημένοι από αυτό που ήδη μας βρήκε.
Απαιτώ κι εγώ αποκατάσταση των τόσων αδικιών που έχουν φέρει τα πάνω κάτω. Δεν μπορώ να είμαι αδιάφορος στη μορφή άσκησης τής πολιτικής των τελευταίων δέκα χρόνων. Η χώρα δυστυχώς θα στενάξει για πολλά χρόνια, για να ξαναβρεί το πρόσωπο που θα την εκφράζει στον 21ο αιώνα.
Θα το καταφέρει άραγε μέσα στο παγκόσμιο τοπίο τής τρέλας, της παραφροσύνης, της εξαθλίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων και ανάμεσα σε πολλούς ακατάλληλους και παρανοϊκούς ηγέτες που διαφεντεύουν και κρατούν τα ηνία της παγκοσμιοποίησης;

Πήγαινε στην κορυφή