Για τις χαμένες πατρίδες

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Για τις χαμένες πατρίδες

Έτρεξα κι εγώ την Κυριακή. Στον Αγώνα Ιστορικής Μνήμης στη Νέα Σμύρνη. Όχι για τον αγώνα. Αλλά για τη συγκίνηση. Για να διατηρηθούν οι μνήμες των χαμένων πατρίδων. Γιατί όσο η μνήμη είναι συλλογική, όσο αγγίζει τις καρδιές μας, τόσο θα αναδεικνύει τη σημαντικότητα της ιστορίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς αυτού του τόπου.

O 3ος Αγώνας Ιστορικής Μνήμης ήταν αφιερωμένος στις μνήμες της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922, επιχειρώντας να παντρέψει τις αλησμόνητες πατρίδες με ένα δρομικό γεγονός, το μεγαλύτερο μετά τον Αυθεντικό Μαραθώνιο και τον Ημιμαραθώνιο της Αθήνας. Γι’ αυτό και συμμετείχαν, εκτός από τους πρωταθλητές και τους Ολυμπιονίκες, δεκάδες άνθρωποι της τέχνης, του πνεύματος και του πολιτισμού.
Άνθρωποι που γνωρίζουν ότι η σύγχρονη Ελλάδα δεν θα ήταν όπως είναι σήμερα, αν δεν είχε μπολιαστεί από τις νέες ιδέες, το δημιουργικό πνεύμα, τις πολιτισμικές και αθλητικές αξίες που έφεραν μαζί τους οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες. Στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, η οποία προσπαθούσε να οριοθετήσει τα σύνορά της από τη μια αλλά και να βρει μία ταυτότητα απαλλαγμένη από τα 400 χρόνια οθωμανικού ζυγού από την άλλη, το ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα των προσφύγων ήταν ακριβώς αυτό που έλειπε.
Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, όπως και της Πόλης αλλά και του Πόντου, ναι μεν ήταν πολύ περισσότερα χρόνια υποταγμένοι στο Σουλτάνο αλλά είχαν καταφέρει να διατηρήσουν τη δικιά τους ταυτότητα. Χάρη σε μια σειρά προνομίων, χάρη στο κοσμοπολίτικο και εμπορικό πνεύμα που διέθεταν, χάρη στον υψηλής ποιότητας πολιτισμό που είχαν αναπτύξει, μπορούσαν να ξεπερνούν τα όρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και να ανοίγονται στην Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο.
Η Σμύρνη ήταν η μητρόπολη του μικρασιατικού Ελληνισμού. Από τον 18ο αιώνα αποτελούσε σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης αφού ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα διεθνούς εμπορίου και ανάπτυξης σε όλη τη Μεσόγειο. Έλληνες, Αρμένιοι, Εβραίοι και άλλες φυλές συνυπήρχαν αρμονικά. Στα πάντα όμως κυριαρχούσε η ελληνική παιδεία. Όχι μόνο στα σχολεία αλλά σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτιστικής δημιουργίας.
Η μεγάλη άνθηση των ελληνικών γραμμάτων έγινε το 19ο αιώνα στις μεγάλες πόλεις του ελληνισμού: την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τις Κυδωνίες, την Τραπεζούντα και αλλού. Εκεί η ελληνόφωνη εκπαίδευση είχε φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Οι ελληνικές κοινότητες ήταν πολύ «δεμένες» μεταξύ τους και η αλληλεγγύη μεταξύ των μελών τους απαράμιλλη. Είχαν αναπτύξει φορείς και συλλόγους, είχαν βγάλει σημαντικούς λόγιους ανθρώπους και πολλοί ομογενείς υπήρξαν ευεργέτες και αρωγοί σε όλες αυτές τις προσπάθειες. Την ίδια περίοδο που η υπόλοιπη Ελλάδα προσπαθούσε να ανασυσταθεί ως κράτος, να αντιμετωπίσει τις απανωτές πτωχεύσεις και να «χορτάσει» τον από πολλές κακουχίες ταλαιπωρημένο πληθυσμό της. Στηριζόμενη κυρίως στη γεωργία και την κτηνοτροφία, εξαιρουμένων των νησιών που άνθισαν από τη ναυτιλία.
Οι Ίωνες, φύλο ελληνικό, εγκαταστάθηκαν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας κατά τον 10ο-11ο αιώνα π.Χ. Ίδρυσαν πόλεις όπως η Έφεσος και η Μίλητος. Οι Οθωμανοί εμφανίστηκαν πρώτη φορά το 1330 κυριεύοντας αρχικά την Προύσα και τη Νίκαια και αργότερα (1390) τη Φιλαδέλφεια. Η προσπάθεια δημιουργίας ενός «οθωμανικού πατριωτισμού» ξεκίνησε με τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ (1839 – 1856) και ολοκληρώθηκαν με το οθωμανικό σύνταγμα του 1876. Το κίνημα των Νεότουρκων κατάφερε να επιβληθεί το 1908. Διακήρυσσε τη συνταγματική ισοπολιτεία μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών πληθυσμών αλλά στην πράξη ισοπέδωσε διοικητικά όλους τους μη Μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Τότε καταργήθηκαν και η δικαιοδοσία του Πατριαρχείου και τα προνόμια και καθιερώθηκε η υποχρεωτική στράτευση όλων των χριστιανών υπηκόων.
Στο σημείο αυτό θα μου επιτραπεί μία διευκρίνιση προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Σκοπός του παρόντος άρθρου δεν είναι να ξυπνήσει αλυτρωτικές τάσεις, να αφυπνίσει σε στόχους του τύπου «να πάρουμε την Πόλη» ή έστω τη Σμύρνη. Όπως έδειξε και η ιστορία, τέτοιες εθνικιστικές εξάρσεις αποδεικνύονται τελικά καταστροφικές.
Με την Ανακωχή του 1918 τερματίστηκε ο πόλεμος ανάμεσα στις δυνάμεις της Αντάντ (Entente) και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αγγλογαλλικά στρατεύματα εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και τα στενά των Δαρδανελλίων καταλήφθηκαν, με τη συμμετοχή του θωρηκτού «Αβέρωφ» και τριών ελληνικών αντιτορπιλικών. Στις 22 Απριλίου 1919 το Συμμαχικό Συμβούλιο στο Παρίσι έδωσε στον Ελευθέριο Βενιζέλο την εντολή κατάληψης της Σμύρνης και με τη Συνθήκη των Σεβρών τον Αύγουστο του 1920 φαινόταν να δικαιώνεται το όραμα της «Μεγάλης Ιδέας» αφού η Ελλάδα προσαρτούσε την ανατολική Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου.
Ο ελληνικός στρατός όμως που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη αφέθηκε αβοήθητος να επιβάλλει τους ευνοϊκούς όρους της Συνθήκης. Παρά τις ηρωϊκές προσπάθειες των Ελλήνων στρατιωτών που έφτασαν λίγο έξω από την Άγκυρα, ο αντίπαλος ήταν πολυπληθέστερος, εξοπλισμένος και κάνοντας μία επωφελή συμφωνία με τους αγγλογάλλους οι οποίοι «πούλησαν» το Βενιζέλο, κατάφερε να κάνει μία ταπεινωτική συμφωνία, αβελτηρία σύστασης του σημερινού τουρκικού κράτους. Στην καταστροφή της Σμύρνης το 1922 συμπυκνώνεται η τραγωδία όλου του μικρασιατικού ελληνισμού.
Ήταν τέτοια η έκταση της ανθρώπινης τραγωδίας, τέτοια η οδύνη της εθνικής ήττας, τόσο δραματικά τα γεγονότα που ακολούθησαν, ώστε καταγράφηκαν στην ιστορική μνήμη με τον ιδιαίτερα φορτισμένο όρο «Μικρασιατική Καταστροφή».
Το 1922 τελείωσε η μακραίωνη ελληνική παρουσία στη μικρασιατική γη. Η έλευση των προσφύγων υπήρξε όμως καταλυτική για το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Ο προσφυγικός κόσμος, αφού κατάφερε να ξεπεράσει τις φρικιαστικές δυσκολίες επιβίωσής του αλλά και την εχθρότητα και το ρατσισμό πολλών γηγενών, αναδείχτηκε σε παράγοντα προόδου. Μια εκσυγχρονιστική και ανορθωτική πορεία άρχισε για το κράτος. Χωρίς υπερβολή, έκαναν την Ελλάδα μια άλλη χώρα!
Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες πρωταγωνίστησαν στην ανάπτυξη του εμπορίου, στην ανάπτυξη καινοτόμων, για την εποχή, επιχειρήσεων, στα γράμματα και τις τέχνες και έδωσαν έναν αέρα κοσμοπολιτισμού σε αυτή την απομακρυσμένη ευρωπαϊκή επαρχία. Μόνο οι αθλητικοί σύλλογοι που δημιούργησαν αρκούν για να πιστοποιήσουν τη δύναμη της ψυχής τους. Άνθρωποι πεινασμένοι και χωρίς δικό τους «κεραμίδι» έστελναν τα παιδιά τους σε σχολεία και φρόντιζαν ώστε να αθλούνται επιπλέον!
Η Νέα Σμύρνη οικοδομήθηκε εξαρχής με σχέδιο πόλεως κι όχι άναρχα. Παστρικά. Όπως ήταν και στη Σμύρνη. Την κατοίκησαν πρόσφυγες από τη Σμύρνη, το Αϊβαλί, τη Φώκαια, τα Μοσχονήσια, την Έφεσο αλλά και από την Πόλη και τον Πόντο. Κατάφεραν κάτω από αντίξοες συνθήκες να διατηρήσουν όλα εκείνα τα κοινωνικά και πολιτιστικά τους στοιχεία τα οποία συνιστούν την προσφυγική ιδιαιτερότητα.
Ας θυμόμαστε!

Πήγαινε στην κορυφή