ΝΙΚΟΣ ΠΕΡΓΙΑΛΗΣ Ο έσχατος ρεμπέτης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΝΙΚΟΣ ΠΕΡΓΙΑΛΗΣ  Ο έσχατος ρεμπέτης

O καλλιτέχνης του ρεμπέτικου τραγουδιού Νίκος Περγιάλης πρωτάκουσε τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Στράτο, τον Μπάτη και τους άλλους σκαπανείς του είδους, μωρό ακόμα, στην αγκαλιά του πατέρα του, τον οποίο έχασε στην Κατοχή. Αργότερα θα τραγουδήσει στο πλάι του Μάρκου, αλλά και του Παπαϊωάννου, του Παγιουμτζή, του Μπαγιαντέρα κ.ά…

«ΠΑΛΜΟΣ»: Μοιραστείτε μαζί μας τις εμπειρίες της παιδικής σας ηλικίας.
ΝΙΚΟΣ ΠΕΡΓΙΑΛΗΣ: Για ποιά παιδική ηλικία να μιλήσω όταν από 3 χρονών μπαινόβγαινα στα νοσοκομεία, πάσχων από λευκό όγκο γόνατος (φυματίωση των οστών) μέχρι το 1944. Τότε ο ευεργέτης μου, καθηγητής ορθοπεδικής Μιχαήλ Χρυσάφης, μου έσωσε το πόδι που άλλοι γιατροί είχαν για κόψιμο!

 

 

«Π»: Πώς ανακαλύψατε το ταλέντο σας στο τραγούδι;
Ν.Π.: Δεν ανακάλυψα κανένα ταλέντο! Μεγάλωσα μέσα στα ρεμπέτικα τραγούδια κι αυτό ήρθε από μόνο του.

 

 

 

«Π»: Σας είπαν «ο Έσχατος Ρεμπέτης». Τι απαντάτε εσείς;
Ν.Π.: Όλοι οι παλιοί ρεμπέτες που είμαστε στο σύλλογο των ρεμπέτηδων, υπό τον συγγραφέα και λαογράφο Τάσο Σχορέλη, μου δώσανε αυτό το προσωνύμιο γιατί ήμουν λίγο μικρότερος από όλους τους άλλους. Κι αυτό το «έσχατος» έχει μια μικρή ιστορία. Μια νύχτα στην ταβέρνα, με ρώτησε ένας, ειρωνικά, τι εννοώ «έσχατος». Δηλαδή, μου λέει, τελευταίος καλλιτεχνικώς ή χρονικώς; Και πήρε την απάντησή μου εν μέσω χειροκροτημάτων: «Όπως και να το ερμηνεύσεις, φίλε μου, το κάνω αποδεκτό!»

 

 

«Π»: Ποιά φωνή θεωρείτε γάντι για αμανέ; Εσείς τραγουδήσατε ποιόν;
Ν.Π.: Για μένα και πολλούς όμως ειδικούς, η μεγαλύτερη φωνή στους αμανέδες ήταν ο Σμυρνιός Κώστας Νούρος. Εμένα, η φύση δεν με προίκησε γι’αυτό κι αν επιχειρούσα κάτι τέτοιο, θα γινόμουν ρεζίλι. Η φύση προσδιορίζει τι τραγούδι θα πει επιτυχώς ο καθένας.
Πάντως, και ο Στράτος ήταν σπουδαίος ανανατζής, ιδίως στο τετράστιχο «Χτυπώ, νεκροί ανοίχτε μου – να μπω για να σκουπίσω – τον τάφο τον παντοτινό – όπου θα κατοικήσω».

 

 

«Π»: Τι σημαίνει ρεμπέτης;
Ν.Π.: Ρεμπέτης είναι ο ανυποχώρητος και ανυπότακτος αγωνιστής της ζωής. Ρεμπέτης είναι αυτός που κατεβαίνει όλα τα σκαλοπάτια και στις μισοσκότεινες γωνίες της ζωής, αγωνίζεται αφιλοκερδώς με τη φτωχολογιά. Που παίρνει όλα τα βιώματα των απλών ανθρώπων, που είναι και δικά του, και τα επιστρέφει μελοποιημένα, έτοιμος πάντοτε να τα βάλει με όλο τον κόσμο για το δίκιο και την ισότητα.

 

 

«Π»: Όπως λέει ο Γιώργος Ξηντάρης, «πρώτη ύλη ο Μάρκος Βαμβακάρης». Μιλήστε μας για τον Πατριάρχη του ρεμπέτικου.
Ν.Π.: Τί να πει κανείς για τον μεγάλο αυτό δημιουργό;;; Με δυο λόγια, μας έμαθε να τραγουδάμε απλά και κατανοητά.

 

 

 

«Π»: Ρεμπέτικο ίσον ροκ τραγούδι;
Ν.Π.: Τί θα πει ίσον;;; Δεν μπορώ να καταλάβω. Το ρεμπέτικο είναι βιωματικό τραγούδι – αν είναι και η ροκ, τότε μπράβο της!

 

 

«Π»: Το μπουζούκι ήταν ή και είναι όργανο παρεξηγημένο;
Ν.Π.: Το μπουζούκι κυνηγήθηκε αγρίως από το κατεστημένο γιατί εξέφραζε το ρεμπέτικο που είναι τραγούδι διαμαρτυρίας.

 

 

 

«Π»: Ποιόν ρεμπέτη αγαπήσατε; Ποιόν θεωρήσατε δάσκαλο;
Ν.Π.: Δείγμα γραφής για μένα ήταν ο πρόεδρος του Συλλόγου μας, ο λαογράφος Τάσος Σχορέλης, κι αυτό επειδή τον έζησα. Μεγάλος δάσκαλος και ρεμπέτης. Ξέρετε, δεν είναι υποχρεωτικό ο ρεμπέτης να είναι και τραγουδιστής.

 

«Π»: Υπήρξαν ρεμπέτες μπεσαλήδες, ωραίοι άνθρωποι; Υπάρχουν σήμερα;
Ν.Π.: Μα αν δεν είσαι μπεσαλής και ωραίος άνθρωπος, δεν θα μπορείς να είσαι ρεμπέτης!

 

«Π»: Ποιό τραγούδι είναι όλη σας η ζωή;
Ν.Π.: Είπαμε το ρεμπέτικο είναι βιωματικό τραγούδι. Κάθε βίωμα είναι μια ξεχωριστή, υπαρκτή πραγματικότητα. Και επειδή έχω πολλά βιώματα, ακόμα και τώρα, κάθε τραγούδι που αναφέρεται σε βίωμά μου, είναι και αγαπημένο μου.

 

 

«Π»: Λέγεται για τον βάρδο του ρεμπέτικου Στράτο Παγιουμτζή, ότι είχε φωλιές από αηδόνια στη φωνή του. Τον είχατε ακούσει;
Ν.Π.: Με ρωτάς αν έχω ακούσει το Στράτο. Περίεργη ερώτηση. Με λίγα λόγια η φύση είπε ότι ο Στράτος στο ρεμπέτικο θα είναι ο πιο σπουδαίος. Οφείλουμε να υποκλιθούμε και να διδαχτούμε. Πάντως, η φωνή της ρωμιοσύνης είναι ο Μπιθικώτσης, ο οποίος ερμήνευσε καταπληκτικά τον Μάρκο. Και επειδή τον γνώρισα πολύ καλά, λέω μετά βεβαιότητας ότι είναι ένα απλό παιδί του λαού και ένας γνήσιος ρεμπέτης.

 

 

«Π»: Λέτε εσείς ότι «οι Ρεμπέτες δίδαξαν τη δικαιοσύνη». Μοιραστείτε μαζί μας αυτή τη σκέψη.
Ν.Π.: Όταν πολεμάς μανιωδώς την αδικία της σάπιας κοινωνίας, τι είναι αυτό; Διδασκαλία δικαιοσύνης δεν είναι;;;

 

 

«Π»: Ο μπαγλαμάς, «εξέλιξη της αρχαιοελληνικής πανδούρας», αυτό το μικρό όργανο με τον οξύ ήχο, τι είναι για εσάς;
Ν.Π.: Ο μπαγλαμάς είναι η ζωή μου! Είναι η τροφή του πνεύματος και της σάρκας μου. Αγκαλιά γυρνούσαμε τις φτωχογειτονιές και τραγουδούσαμε τους καημούς και τα βάσανα των απλών ανθρώπων και βγάζαμε και τασάκι κι ό,τι μας έδιναν, ήταν ευχαρίστως δεκτό.

 

 

«Π»: Είναι το δημοτικό μας τραγούδι, όπως λέτε, η μήτρα όλων των τραγουδιών. Πόσο το έχουμε αδικήσει;
Ν.Π.: Μόνο το έχουν αδικήσει;;; Οι βρωμερές εταιρίες και μερικοί άσχετοι κλαρινιτζήδες το έχουνε σακατέψει…

 

 

«Π»: Ζήσατε ρεμπέτικα τη ζωή σας, ελεύθερα. Επιλέξατε εσείς τον τρόπο που ζήσατε; Μετανοιώσατε για κάτι;
Ν.Π.: Επειδή ήμουν συνειδητός και ορθολογισμένος, δε μετάνοιωσα για τίποτα. Και ούτε έδωσα λογαριασμό ποτέ και σε κανέναν!

 

 

«Π»: Είσαστε ένας άνθρωπος γεμάτος γνώση και απίστευτες εμπειρίες. Γνωρίσατε όλα τα μεγάλα ονόματα στο χώρο του τραγουδιού και όχι μόνο. Ποιόν άνθρωπο ξεχωρίσατε;
Ν.Π.: Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω ανθρώπους που αγωνίστηκαν κοντά στο λαό γιατί οι περισσότεροι είναι, αυτό που λέμε, «ανώνυμοι». Όμως από τους «επώνυμους», είμαι υποχρεωμένος να αναφερθώ στους αείμνηστους Τάσο Σχορέλη, Γιάννη Παπαϊωάννου και Πάνο Γεραμάνη.

 

«Π»: Πώς είσαστε σήμερα; Πώς σχολιάζετε την κατάσταση στη χώρα μας;
Ν.Π.: Σήμερα, με ηρεμία και καρτερικότητα, μετράω τα γηρατειά. Αν και έχω σοβαρά προβλήματα υγείας, το μυαλό μου αστράφτει και βροντάει, που λένε, κι αυτό χάρη στη δεύτερη αγάπη μου, το σκάκι. Είμαι συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων από νέος και έχω γίνει γνωστός και διεθνώς, χάρη στη διδασκαλία του διακεκριμένου συνθέτη και αναλυτή – συγγραφέα – εκπαιδευτικού Μανώλη Μανωλά, τον οποίο και ευχαριστώ και μέσω της εφημερίδας σας.
Η κατάσταση στην πατρίδα είναι τραγική – και το ξέρετε κι εσείς καλά αυτό! Είμαστε από χρόνια πολλά αποικία. Μας έχουνε δώσει μερικές, ανώδυνες για τους επικυρίαρχους, ελευθερίες για να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ελεύθεροι. Οι δε νέοι σήμερα δεν έχουνε καμία σχέση με τους νέους της γενιάς μου… Δυστυχώς, κοιμούνται όρθιοι. Σταματάω εδώ για να μην πω καμιά βαριά κουβέντα, άλλωστε τα ξέρετε και εσείς αυτά…

 

 

«Π»: Έχετε γράψει και τραγουδήσει δικά σας τραγούδια. Ποιό το αγαπημένο σας;
Ν.Π.: Βεβαίως έχω φτιάξει. Το ρεμπέτικο, να ξέρετε, φτιάχνεται, δεν γράφεται. Έχω φτιάξει πολλά τραγούδια. Δεν παραδέχομαι τον διαχωρισμό σε καλά και άσχημα γιατί, όπως είπαμε, τα ρεμπέτικα αναφέρονται σε βιώματα και τί να πεις, το τάδε βίωμα ήταν όμορφο και το άλλο άσχημο;

Πήγαινε στην κορυφή