ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Σύντομη επισκόπηση της υπερτριαντάχρονης δημαρχιακής του πορείας

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΔΙΟΝΥΣΙΟΥ    Σύντομη επισκόπηση  της υπερτριαντάχρονης  δημαρχιακής του πορείας

Όπως είδαμε, στο 1ο Μέρος,
οι πρακτικές του Δημάρχου
Β. Παπαδιονυσίου σταδιακά
άρχισαν να υποκαθιστούν και να απαξιώνουν τη συλλογική λειτουργία του Συνδυασμού «Δημοκρατική Συνεργασία»
των δημοκρατικών και αριστερών κομμάτων, με αποτέλεσμα την ουσιαστική αυτονόμηση
της Διοίκησης. Η διαβούλευση μεταξύ των δημοτικών
Συμβούλων, από λειτουργία αποφασιστικής σημασίας,
κατάντησε, μέσα από
μια επίφαση δημοκρατικής
διαδικασίας – γνωστή ως
προσυμβούλιο – εντελώς
προσχηματική.
Το ποια έργα, πότε και πώς
θα γίνουν, σε ποια γειτονιά,
σε ποιο δρόμο ή τμήμα δρόμου, ο τρόπος διαχείρισης
των συλλογικών αιτημάτων κλπ, αποφασίζονταν πλέον στο γραφείο του Δημάρχου.
Οι πρακτικές αυτές σταδιακά δόμησαν το πλέγμα
των πελατειακών σχέσεων.
Αποτέλεσμα: τριβές μεταξύ
Συμβούλων, αντιπαραθέσεις, συγκρούσεις με κοινωνικούς φορείς και ενεργούς πολίτες που πρόβαλαν ιδέες και προτάσεις για θέματα συλλογικού
ενδιαφέροντος.
(Ενδεικτικά αναφέρω την
πρωτοφανή σε σφοδρότητα σύγκρουση με το Ιερατείο της Αγ. Γλυκερίας, τους Συλλόγους Γονέων, Λαμπρινής, περιοχής ΛΑΤΟ κ.α., τους ενεργούς
πολίτες Β. Ζαφειράκη,
Ι. Πετρόπουλο, Χ. Ράνιο κ.α.)
ρος το τέλος της δεκαετίας του 1970, παράλληλα με αυτές τις πρακτικές, πύκνωναν και οι ενδείξεις ύπαρξης και λειτουργίας μιας ολιγομελούς, αφανούς ομάδας γύρω από το Δήμαρχο, από δημ. Συμβούλους μεταξύ των οποίων και ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, δυνητικά ανταγωνιστική προς τους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις του Δήμου. Ήταν φανερό ότι η ομάδα αυτή διαμόρφωνε την πολιτική και για τα βασικά προβλήματα της πόλης. Αυτό στην πράξη σήμαινε τον αποκλεισμό των συνεργαζόμενων κομμάτων από κρίσιμες αποφάσεις. Το Δ.Σ. στην πραγματικότητα υποβαθμίστηκε σε ρόλο γραφειοκρατικής νομιμοποίησης ήδη ειλημμένων αποφάσεων μέσα από συζητήσεις χωρίς μαγνητοφώνηση ή στενογράφηση. Τα πρακτικά διαμορφώνονταν εκ των υστέρων με σημειώματα…!
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα η άρνηση του Δημάρχου, το 1980 και 1981, να προωθήσει αποφάσεις (η μία ομόφωνη) του Δ.Σ. για χαρακτηρισμό ως κοινόχρηστων δύο οικοπέδων στο κέντρο της πόλης, με αποτέλεσμα να οικοδομηθούν (το ένα μάλιστα από επιχειρηματία δημ. Σύμβολο), δοκίμασε και τραυμάτισε ανεπανόρθωτα τη συνοχή της «Δημοκρατικής Συνεργασίας».
Στη συνέχεια η απόρριψη του αιτήματος να καταγγελθούν δημόσια παρόμοιες πράξεις είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση του ΚΚΕ από το Συνδυασμό στις εκλογές του 1982.
Από το 1983 ο όποιος εσωτερικός, ουσιαστικός έλεγχος του Δημάρχου περιορίστηκε σημαντικά και διεξαγόταν πλέον δημόσια στο Δ.Σ. μέσα σε κλίμα πρωτοφανούς οξύτητας. Ο εγωιστικός, αυταρχικός και συγκεντρωτικός τρόπος διοίκησης άγγιξε ακραίες μορφές. Οι διαδικασίες εκτέλεσης των έργων κινούνταν στα όρια της νομιμότητας. Η εκτός ελέγχου κατάσταση, που δημιουργήθηκε στον τομέα αυτό, προκάλεσε την ευθεία πολυετή (επί 15 χρόνια περίπου) ζημιογόνο για το Δήμο σύγκρουση του Δημάρχου με στελέχη της Τεχνικής Υπηρεσίας – τρείς μηχανικοί δεν άντεξαν και παραιτήθηκαν στη διάρκεια της πρώτης 5ετίας του 1980. Οι πρακτικές αυτές παραβίαζαν βασικές διακηρύξεις και του κυβερνητικού πλέον ΠΑΣΟΚ και η αντίθεση του τοπικού στελεχικού δυναμικού του εκδηλώθηκε, στις εκλογές του 1986, με τη δημιουργία ξεχωριστού Συνδυασμού υπό τον Η. Μιμιγιάννη.
Ακόμα, η εγωιστική υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του και η ψευδαίσθηση του αλάθητου εκφράζονταν με την υποτίμηση και απόρριψη ιδεών, απόψεων, προτάσεων που διατυπώνονταν από δημοτικούς Συμβούλους και αξιόλογους κοινωνικούς παράγοντες. Παράλληλα συστηματική υπήρξε η υπονόμευση κινητοποιήσεων και παρεμβάσεων του τοπικού κοινωνικού κινήματος, που ο δυναμισμός του ήταν απαραίτητος για τη στήριξη κρίσιμων πρωτοβουλιών για τη πόλη. Έτσι εξηγείται η απουσία πρωτογενούς πολιτικής του Δήμου για τα πολεοδομικά προβλήματα, το Κτήμα Βέικου, τα Τουρκοβούνια κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα 30 χρόνια δεν δέχτηκε, ούτε μία φορά, να συζητηθούν τα θέματα αυτά αυτοτελώς στο Δ.Σ. και με κάθε τρόπο υπονόμευσε πρωτοβουλίες για την αντιμετώπισή τους συλλογικά με τους γειτονικούς Δήμους.
Συμπερασματικά: Στο Δήμο μας, τα τριάντα αυτά χρόνια, έγινε έργο που δεν αμφισβητείται. Το έργο αυτό όμως δεν ξεπερνά τα όρια του αυτονόητου. Αυτού δηλαδή που έγινε σε όλα τα αστικά κέντρα, ως αποτέλεσμα της δυναμικής των πραγμάτων. Της βελτίωσης δηλαδή του βιοτικού επιπέδου των πολιτών κατά τη περίοδο της μεταπολίτευσης γεγονός που επέβαλε την ικανοποίηση των δυναμικά εξελισσόμενων αστικών αναγκών τους. Πόλεις σκαρφάλωσαν και ατά βραχώδη γκρεμνά του Υμηττού , της Πάρνηθας, του Αιγάλεω κλπ. Εκεί όμως οι δήμαρχοι, εκτός από τις επιτακτικές αστικές υποδομές παρέδωσαν και πλατείες, πολιτιστικά κέντρα, βιβλιοθήκες, ιδιόκτητα σύγχρονα Δημαρχεία, στάδια κλπ .κλπ.
Δυστυχώς το Γαλάτσι, δεν ξεχωρίζει από το έργο που έγινε αλλά από το έργο που μπορούσε και δεν έγινε..! Από την απουσία Κέντρου Πόλης ξεχωρίζει. Ως ένα άχαρο και επικίνδυνο κυκλοφοριακό σταυροδρόμι στο χαώδες πολεοδομικό σύμπαν του Λεκανοπεδίου. (Φανταστείτε το και με μια, εκτρωματικής αισθητικής, κυκλοφοριακή αερογέφυρα ύψους 7 μέτρων στο Παλιό Τέρμα, που στο «παρά πέντε» απέτρεψε η κινητοποίηση των δημοτών). Το Γαλάτσι με έναν από τους υψηλότερους δείκτες οικιστικής πυκνότητας και με αξιόλογους, αυτή την τριακονταετία, σε έκταση αδόμητους χώρους μέσα στον αστικό ιστό, έμεινε χωρίς μια άξια λόγου πλατεία. Το Γαλάτσι, με τους ονομαστούς, θερινούς κυρίως, κινηματογράφους, βίωσε τραυματικά την απώλεια όλων και ιδιαίτερα του θερινού «Αλέξανδρου», κυριολεκτικά στη πολεοδομική και κοινωνική καρδιά της πόλης.
Το έργο του Δημάρχου Β. Παπαδιονυσίου δεν μπορεί παρά να κριθεί από το αποτέλεσμα. Από το Γαλάτσι που παρέδωσε στο τέλος του 2002. Έργο χαρακτηριστικό της απουσίας οράματος, σχεδιασμού και προγραμματισμού που καθήλωναν τη δράση της Δημοτικής Αρχής στη διαδικασία του «βλέπουμε και κάνουμε». Που δεν είχε ανάγκη από ανθρώπους με φαντασία, ιδέες, γνώσεις, άποψη και τόλμη. Αρκούσε και βόλευε ο αυτοσχεδιασμός, ο ερασιτεχνισμός, ο εμπειρισμός, η διαχείριση της καθημερινότητας.
Έτσι ο μεγαλύτερος όγκος των έργων έγινε με την αδιαφανή και σπάταλη πρακτική: χωρίς τεχνικοοικονομικές μελέτες, ευρεία κατάτμηση έργων, απευθείας αναθέσεις και αυτεπιστασία που προκάλεσαν και τη σύγκρουση με την Τεχνική Υπηρεσία. Γι’ αυτό και δεν αξιοποιήθηκαν η θεσμική βελτίωση της λειτουργίας των Ο.Τ.Α. και η οικονομική εύνοια που επιδείχθηκε προς το Δήμο μας την περίοδο αυτή για πρωτοβουλίες που θα αναβάθμιζαν το Γαλάτσι πολεοδομικά, λειτουργικά, αισθητικά κλπ. Γι΄ αυτό και δεν υπήρξε φροντίδα για την εξασφάλιση αποθεμάτων αστικής γης για τις μελλοντικές ανάγκες της πόλης. Ούτε μέριμνα για έτοιμες μελέτες των σοβαρών προβλημάτων όπως π.χ. για το κυκλοφοριακό κόμβο στο Παλιό Τέρμα ώστε να υπάρχει ετοιμότητα αξιοποίησης ευκαιριών για αποτελεσματική διεκδίκηση όπως η περίπτωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ευκαιρία μοναδική, που όμως θυσιάστηκε στις εμμονές του Δημάρχου Β. Παπαδιονυσίου. Εμμονές, που κληρονόμησαν στο Γαλάτσι το απρόσφορο για ελεύθερο μαζικό αθλητισμό, αντιαισθητικό, ΠΑΛΑΙ στην αναδασωτέα – δασική έκταση «εν επαφή» με το Βυζαντινό Μνημείο της Ομορφοκκλησιάς.
Τα παραπάνω, στο σύνολό τους με στοιχεία, είναι καταγεγραμμένα στα πρακτικά του Δ.Σ. και σε δημοσιεύματα σε κεντρικές και τοπικές εφημερίδες. Η σχέση μου με το Δήμαρχο Β. Παπαδιονυσίου, σε κάθε περίπτωση απαλλαγμένη από οποιασδήποτε μορφής προσωπική εξάρτηση, μου επέτρεπε να αντιμετωπίζω με απόλυτη ειλικρίνεια και ευθύτητα τις απόψεις και τις πράξεις του, που έκρινα μη παραγωγικές για το Γαλάτσι, και συνεπώς να κρίνω τις αντιλήψεις, τις πρακτικές και τα πεπραγμένα του απολύτως ανεπηρέαστα από δικαιολογημένες ή μη δουλείες. Το έργο της υπερτριαντάχρονης δημαρχίας του είναι το Γαλάτσι της σημερινής πολεοδομικής, ρυμοτομικής, λειτουργικής και αισθητικής πραγματικότητας. Μια πραγματικότητα που υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις να είναι σημαντικά διαφορετική. Το Γαλάτσι δεν ήταν δυνατόν να γίνει Ψυχικό. Μπορούσε όμως να είναι ανθρωπινότερο.
Τα παραπάνω αφορούν αποκλειστικά τον πολιτικό Β. Παπαδιονυσίου που τον έζησα για πολλά χρόνια από τη θέση του εκπρόσωπου και συνεπώς υπόλογου απέναντι στην τοπική κοινωνία για τα πώς και τα γιατί της πόλης που ο καθένας μας διάλεξε ή που του έλαχε να ζει με την οικογένεια του. Δεν έχουν να κάνουν με την άλλη διάσταση. Την ανθρώπινη. Που όσο μπόρεσε – το γνωρίζω πολύ καλά – συμπαραστάθηκε στις δύσκολες στιγμές που βρέθηκαν υπάλληλοι του Δήμου και δημότες και φυσικά πάντοτε θα τον θυμούνται με ευγνωμοσύνη. Σε κάθε περίπτωση είναι σεβαστά τα συναισθήματα και εκείνων που η σημερινή εικόνα του Γαλατσίου τους ικανοποιεί πραγματικά (!) και εκείνους που δυσαρεστεί. Μπορώ να τα εξηγήσω και γι’ αυτό και τα σέβομαι.
Προσωπικά, εκτός από τις σφοδρές πολιτικές συγκρούσεις, στη μνήμη μου μένουν και στιγμές ευχάριστες, αν και ελάχιστες, που όμως απάλυναν την ένταση της μεταξύ μας πολιτικής αντιπαράθεσης και τη πικρία από τις ασύμμετρες και κυρίως ανεπίτρεπτες προσωπικές επιθέσεις του, και μπορούσαμε να κουβεντιάζουμε φιλικά. Στιγμές εξομολογητικής ειλικρίνειας που άφηναν να πλανιέται μια ανεπαίσθητη μη ομολογημένη αλληλοεκτίμηση. Και βέβαια στιγμές χαλάρωσης που ξάφνιαζε με τη δεκτικότητά του ακόμα και σε δεικτικούς αστεϊσμούς ή με την πολύ ανθρώπινη υποκριτική αδιαφορία του σε φιλοφρονήσεις με έκδηλη όμως την ικανοποίηση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του που παρότρυνε στη συνέχισή τους…!

Πήγαινε στην κορυφή