ΠΕΝΗ ΠΑΠΟΥΤΣΗ, Ηθοποιός «Ο ηθοποιός καλείται να ενσαρκώσει μορφές άλλων εποχών ενώ ο ίδιος δεν γνωρίζει καλά καλά τον εαυτό του»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΠΕΝΗ ΠΑΠΟΥΤΣΗ, Ηθοποιός «Ο ηθοποιός καλείται να ενσαρκώσει  μορφές άλλων εποχών ενώ ο ίδιος  δεν γνωρίζει καλά καλά τον εαυτό του»

Η Πένη Παπουτσή αποφοίτησε από την δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου 1973, όπου διδάχτηκε την υποκριτική από τους Α. Τερζάκη, Α. Διαμαντόπουλο, Ν. Τζόγια, Μ. Αρώνη, Κατερίνα Ανδρεάδη, T. Μουζενίδης, Στ. Βόκοβιτς, Ελ. Χατζηαργύρη, Μ. Χορς, Στ. Καρρά, Ελ. Τσουκαλά. Παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής από τον ζωγράφο – σκηνογράφο Β. Βασιλειάδη, και μαθήματα φωνητικής με την μουσικολόγο Έλλη Νικολαΐδη.

Αμέσως μετά την αποφοίτησή της από την σχολή προσλαμβάνεται στο Εθνικό Θέατρο, όπου παρέμεινε στον θίασό του επί σειρά ετών, ερμηνεύοντας βασικούς ρόλους σε όλο το φάσμα του ρεπερτορίου. Συνεργάστηκε με τους σκηνοθέτες Α. Μινωτή, Α. Σολομό, Μ. Κακογιάννη, Κ. Δαμάτη, Σ. Ντουφεξή, Γ. Σεβαστίκογλου, Β. Νικολαΐδη, Κ. Μιχαηλίδη, Ντ. Δημόπουλο, Γ. Θεοδοσιάδη, Τ. Μουζενίδη, Κ. Μπάκα, Σ. Ευαγγελάτο, Γ. Μιχαηλίδη, Δ. Χρονόπουλο, Γ. Ρεμούνδο, Α. Σακελλάριο, Στ. Παπαδάκη. Έλαβε μέρος στις παραστάσεις του αρχαίου δράματος στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου και σε περιοδείες στην Ελλάδα και το εξωτερικό ως μέλος χορού, κορυφαία, και πρώτη κορυφαία. Ερμήνευσε ρόλους στα έργα: Φ. Ντοστογιέφσκι «Μουσαφιραίοι στο Στεπαντσίκοβο» (Ιλιούσα), Πωλ Ζίντελ «Διάστημα Χρυσανθέμων» (Τζάνις Βίκερυ), Γκ. Μπύχνερ «Ο θάνατος του Νταντών» (Σουζάνα), Λ. Πιραντέλλο «Η Ζωή που σου έδωσα» (Λίντα), Μ. Χουρμούζη «Ο Υπάλληλος» (Καλυψώ), Φ. Γκ. Λόρκα «Περλιμπλίν και Μπέλισα» (Δαιμόνο), Δ.Ρώμα «Ο Καζανόβας στην Κέρκυρα» (Μπελίνα), Ν. Καζαντζάκη «Βούδας» (Ανθισμένη κερασιά), Ι. Τουργκιένιεφ «Ένας μήνας στην εξοχή» (Βέρα), Α. Στρίντμπεργκ «Η σονάτα των Φαντασμάτων» (Αδέλα), Λ. Πιραντέλλο «Ερρίκος ο Δ’» (Φρίντα), Α. Τσέχωφ «Οι τρεΙς αδερφές» (Ειρήνα), Μολιέρου «Ο Ταρτούφος» (Μαριάννα), Φ. Γκ. Λόρκα «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» (Μαρτίριο), Ο. Ουάιλντ «Ένας ιδανικός σύζυγος» (Μέημπελ Τσίλτερν), Α. Τσέχωφ «Ο Βυσσινόκηπος» (Άννια), Αριστοφάνη «Εκκλησιάζουσες» (Νέα), Α. Στρίντμπεργκ «Ο Πατέρας» (Βέρθα), Σαρλ Περρώ «Αντζελίνα η Σταχτοπούτα» (Αντζελίνα), Μ. Σαμουηλίδη «Τα χειρόγραφα» (Ελένη), Ζ. Ανούιγ «Το παντελόνι» (Μαρία Χριστίνα), Γ. Ξενόπουλου «Δεν είμαι εγώ» (Βάσω), Δ. Κόκκου «Ο μπάρμπα Λινάρδος» (Ζούλια), Αλ. Σακελλάριου «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (Φωφώ),  Μ. Μέτερλινγκ «Το γαλάζιο πουλί» (Μυτύλ), Ευριπίδη «Ορέστης» (Ερμιόνη), Ευριπίδη «Ιππόλυτος» (Α’ Κορυφαία).
Το 1993 τελειώνει η συνεργασία της με το Εθνικό Θέατρο και συνεργάζεται με θιάσους του Ελεύθερου θεάτρου: Θέατρο «Αλφα» Μπωμαρσαί «Οι γάμοι του Φίγκαρο» (Κοντέσσα Ροζίνα), Θέατρο «Καλουτά» Β.Ουγκώ «Οι άθλιο» (Φαντίνα) – για την παράσταση των «Αθλίων» γράφει τους στίχους των δώδεκα τραγουδιών που μελοποιεί ο συνθέτης Γ. Τσαγκάρης – Θέατρο «Ιλίσσια» Λ.Τολστόι «Πόλεμος και Ειρήνη» (Λίζα Μπολκόνσκι), ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κρήτης Μολιέρου «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (Μπελίν), Θέατρο «Σταθμός» Κ. Μουρσελά «Ενυδρείο» (Αλεξάνδρα), Μέγαρο Μουσικής Φ.Ρόχας «Σελεστίνα» (Αλίσια), ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Αγρινίου Ε. Ιψεν «Έντα Γκάμπλερ» (Τέα ‘Ελβστεντ).
Διετέλεσε διευθύντρια του Θεατρικού τμήματος του δήμου Χαϊδαρίου, παρουσιάζοντας σε σκηνοθεσία της ίδιας στο δημοτικό θέατρο, το έργο του Α Τερζάκη «Γαμήλιο Εμβατήριο» με την ομάδα «Σκηνοβάτες». Ιδρυτικό μέλος της πολιτιστικής Εταιρείας Θ.Ε.Ρ.Ο.Σ. Δίδαξε το μάθημα της υποκριτικής σε δραματικές σχολές του Υ.Π.Π.Ο επί επτά (7) έτη. Έλαβε μέρος σε εκπομπές λόγου στο ραδιόφωνο και πρωταγωνίστησε σε έργα στην τηλεοπτική εκπομπή «Το θέατρο της Δευτέρας» της Ε.Ρ.Τ.
Έλαβε επίσης μέρος στη σειρά «Κόντρα στον άνεμο» της Ε.Ρ.Τ., σε σκην. Κ. Κουτσομύτη, από το ομώνυμο μυθιστόρημα της Ειρήνης Γαλανού, και στη σειρά «Θάλεια» σε σκην. Ερρίκου Ανδρέου, από το μυθιστόρημα του Γρ. Ξενόπουλου στον ομώνυμο ρόλο.
Έχει γράψει την ποιητική συλλογή «Μικροί βιότοποι».
«ΠΑΛΜΟΣ»: Έχετε ένα βαρυφορτωμένο βιογραφικό, μια λαμπρή θεατρική πορεία, στο Εθνικό θέατρο, με εξαιρετικές συνεργασίες και ρεπερτόριο. Έγιναν όλα τα όνειρα σας πραγματικότητα;
ΠΕΝΥ ΠΑΠΟΥΤΣΗ: Όλα αυτά τα ευλογημένα για μένα χρόνια, ήταν μια περίοδος μακράς μαθητείας. Εκπληρώθηκε ένα μεγάλο μέρος των επιθυμιών μου όσον αφορά τις συνεργασίες με σπουδαίους της τέχνης στη χώρα μας και σε προέκταση κάποια από τα καλλιτεχνικά μου όνειρα ερμηνεύοντας ρόλους από το κλασικό ρεπερτόριο που εμπεριέχει αλήθειες ζωής, που έχουν κύρος και αξία σε όλες της εποχές. Το Εθνικό ήταν το καλλιτεχνικό μου λίκνο και η αφετηρία μου στην περιπέτεια του θεάτρου.
«Π»: Χορτάσατε πνευματική τροφή στο θέατρο;
Π.Π.: Όχι ασφαλώς. Είναι ένα λειτούργημα που εξετάζει την πολυπλοκότητα του ανθρώπου. Απαιτεί από τον ηθοποιό – λειτουργό εγρήγορση, γνώση, βάσανο, επαφή με το «ακατόρθωτο» και μελέτη σε βάθος του αντικειμένου που κάθε φορά πρέπει να το αποκρυπτογραφείς. Κι όσο προσπαθείς, τόσο η επιθυμία γίνεται πιο δυνατή. Ποτέ δεν χορταίνει κανείς από το πνεύμα που βρίσκεται κάτω και πίσω από τις μεγάλες αξίες.
«Π»: Η αγάπη σας για το θέατρο θα ήταν και στην «άλλη ζωή», όπως λέμε;
Π.Π.: Είχα από μικρή μια έφεση προς τα κει. Στο σχολειό έπαιζα στις παραστάσεις και διάβαζα κείμενα στο μάθημα των νέων ελληνικών με μεγάλη ευκολία. Δεν ξέρω αν θα το επέλεγα σε μιαν άλλη ζωή. Πάντως θα επιθυμούσα να ασχοληθώ πάλι με ανθρωπιστική τέχνη.
«Π»: Το κοινό αγαπά τα μονόπρακτα έργα;
Π.Π.: Δεν αντιλήφθηκα διαφορά στη συμπεριφορά του κοινού σε σχέση με τα τρίπρακτα ή τα τετράπρακτα έργα. Το μονόπρακτο είναι ένα συμπυκνωμένο θεατρικό έργο σε μια μόνο πράξη. Συνήθως ανεβαίνουν σε πρόγραμμα δύο ή τρία μαζί με κοινό μήνυμα για να υπάρχει μια νοητή γραμμή ένωσής τους. Δεν έχω καταλάβει αν το κοινό τα «συμπαθεί» ή όχι. Αν το θέμα έχει ενδιαφέρον, ο θεατής δεν θα σταθεί στην διάρκεια αλλά σ’ αυτό που τον συγκινεί: στον τρόπο του ανεβάσματος και στις ερμηνείες των ηθοποιών.
Είχα την χαρά να σκηνοθετήσω φέτος τους μαθητές μου σε μια σειρά μονόπρακτων ελληνικών και ξένων. Η ανταπόκριση από το κοινό ήταν εξαιρετική. Πολλοί σπουδαίοι θεατρικοί συγγραφείς μας έχουν γράψει μονόπρακτα έργα (Αναγνωστάκη, Μουρσελάς, Μανιώτης, Σκούρτης κ.α) και έχουν παιχτεί με επιτυχία από την κρατική σκηνή, το θέατρο Τέχνης και από άλλους θιάσους.
«Π»: Ποιά μεταφορά κλασικού έργου της λογοτεχνίας στο θέατρο είναι για εσάς καλύτερο;
Π.Π.: Πολύ δύσκολο εγχείρημα. Πώς να συμπεριλάβει κανείς τη σκέψη του συγγραφέα σ΄ ένα δίωρο έργο στη σκηνή. Απαιτεί γνώση και αφαιρετική ικανότητα του διασκευαστή ώστε να μην αλλοιωθεί το πνεύμα και η ατμόσφαιρα του λογοτεχνικού έργου. Ωστόσο έχουν γίνει στο παρελθόν εξαιρετικές μεταφορές στην σκηνή, μυθιστορημάτων μεγάλων συγγραφέων. Ξεχωρίζω τρεις: Ντοστογιέφκυ «Έγκλημα και τιμωρία» σε διασκευή του Γκαμπριέλ Αρρού, οι «Δαιμονισμένοι» πάλι του Ντοστογιέφσκυ Σε διασκευή του Αλμπέρ Καμύ, και οι «Άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ σε διασκευή του Πέτρου Μάρκαρη.
«Π»: Αγαπάτε τους τολμηρούς σκηνοθέτες μας;
Π.Π.: Το θέατρο είναι τόλμη. Έτσι προχωρά, αλλάζει με την εποχή του, ζυμώνεται με τον άνθρωπο, τις κοινωνικές αναγκαιότητες, τις αναζητήσεις, χωρίς βέβαια να χάνει την ποιητική του διάσταση. Ακολουθεί και ακολουθείται αέναα. Οι άνθρωποι που το υπηρετούν κατά πρώτο λόγο είναι οι ηθοποιοί λειτουργοί του, οι άμεσα «εμπλεκόμενοι» μεταξύ συγγραφέα και κοινού. Ο σκηνοθέτης είναι αυτός που θα ενώσει τα στοιχεία σ’ ένα όλον. Οφείλουμε πολλά κι εμείς οι καλλιτέχνες και το κοινό σε ρηξικέλευθους σκηνοθέτες που άνοιξαν νέους δρόμους αλλάζοντας την ματιά πάνω στα κείμενα χωρίς ωστόσο να «χάσουν» την επαφή με το πνεύμα του ποιητή ή συγγραφέα. Αυτοί όμως είναι ελάχιστοι και βαθύτατα τους εκτιμώ.
«Π»: Ποιά η σχέση σας με το θεατρικό κοινό;
Π.Π.: Είναι η τρίτη δύναμη που εδρεύει μέσα σε μένα και σε κάθε ηθοποιό. Οι άλλες δύο είναι ο ρόλος και ο ίδιος μας ο εαυτός. Αυτό το τρίπτυχο είναι η βάση που μας δίνει την ώθηση για τη δημιουργία του ρόλου. Η έννοια του κοινού ενσωματώνεται στην έρευνά σου. Την φέρεις εντός σου. Σ’ αυτό απευθύνεσαι.
«Π»: Έχετε για κάτι μετανιώσει στην καριέρα σας;
Π.Π.: Όχι για ό,τι έπαιξα αλλά για ό,τι δεν διακινδύνευσα να παίξω. Δεν απαίτησα ποτέ ρόλους που θα μπορούσα να ερμηνεύσω. Δεν ήμουν διεκδικητική. Ωστόσο ό,τι κατέθεσα στη σκηνή, το χάρηκα από βάθους ψυχής.
«Π»: Ποιά είναι η προετοιμασία σας πριν βγείτε στην σκηνή;
Π.Π.: Συναισθηματική. Αρχίζει από το σπίτι όταν ξεκινώ το μακιγιάζ μπροστά στον καθρέφτη. Κάθε βράδυ είναι μια νέα συνάντηση με τον ρόλο. Κάθε βράδυ μια πράξη αυτογνωσίας. Πηγαίνω στο θέατρο μια ώρα πριν την έναρξη της παράστασης. Στην έρημη ακόμη σκηνή, επαναλαμβάνω το κείμενο, την κίνηση του ρόλου, διορθώνω και συγκεντρώνομαι. Όταν αισθανθώ έτοιμη, αποτελειώνω το μακιγιάζ και περιμένω συζητώντας με τους συναδέλφους. Ο κάθε ηθοποιός προετοιμάζεται διαφορετικά, όπως ταιριάζει στην προσωπικότητα του.
«Π»: Φτάνει η άψογη σκηνική παρουσία; Είναι η εμφάνιση το παν;
Π.Π.: Όχι βέβαια! Η συμπαθητική παρουσία είναι ένα ευνοϊκό στοιχείο στα προσόντα του ηθοποιού αλλά δεν καθορίζει τίποτα. Κάποτε το πίστευαν αυτό και γι’αυτό το δίπτυχο «όμορφη – ηθοποιός» επικράτησε σαν άποψη τα παλαιότερα χρόνια. Το ταλέντο, η εργατικότητα, η αντίληψη, η συνεργασία, η επιλογή που σε εκφράζει, είναι για μένα η ομορφιά στο θέατρο.
«Π»: Ο καλλιτέχνης είναι μόνος του στον κόσμο του;
Π.Π.: Ο ηθοποιός είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση καλλιτέχνη. Καλείται να ενσαρκώσει μορφές άλλων εποχών, αντιλήψεων, χαρακτήρα, ηλικίας, ενώ ο ίδιος δεν γνωρίζει καλά καλά τον εαυτό του. Βυθίζεται σε σκέψεις, ερευνά, συνθέτει, αποδίδει. Ναι, ζει στον κόσμο του. Αλλά από την άλλη μεριά ζει και μέσα στον κόσμο. Αντλεί εμπειρίες, πλουτίζει, με την επαφή των άλλων και υπάρχει παντού γύρω του και μέσα του.
«Π»: Ποιός ρόλος για εσάς είναι ένα ανεκπλήρωτο όνειρο;
Π.Π.: Πολλοί ρόλοι από το κλασικό ρεπερτόριο κυρίως. Εκεί ο ηθοποιός δίνει μάχες με τις μορφές. Κι αν τις χάσει, του αρκεί η ηδονή της αναμέτρησης. Ένας από αυτούς που θα ήθελα κάποτε ήταν η «Ιουλιέττα». Σύνθετος ρόλος που έχει εξέλιξη και ανάπτυξη. Για μια νέα ηθοποιό σχολείο. Τώρα μου αρκεί να βοηθώ τις νέες ηθοποιούς στην κατανόηση και στην πραγμάτωση της ερμηνείας τέτοιων σημαντικών ρόλων διδάσκοντας.
«Π»: Το θεατρικό κοινό είναι ψαγμένο, είναι ενημερωμένο;
Π.Π.: Ένα σεβαστό μέρος του κοινού, κρίνω πως ναι είναι. Κι αυτό είναι παρηγοριά για μας, που του απευθυνόμαστε. Ωστόσο το κοινό που δεν είναι «ψαγμένο», όπως λένε, βλέπει παραστάσεις γιατί είναι ο πιο άμεσος τρόπος επικοινωνίας, και χαίρεται και συμμετέχει μ’ έναν αυθορμητισμό που συγκινεί. Στην παιδεία του κοινού συμβάλλει το καλό θέατρο, το συνεπές το πειραματικό πολλές φορές, που νοιάζεται για αυτό που θα προσφέρει και δεν ομφαλοσκοπεί. Όμως και η πολιτεία έχει λόγο σημαντικό. Στα σχολεία, τα πανεπιστήμια οφείλει να ενθαρρύνει κάθε δράση που προσεγγίζει τα θεατρικά πράγματα. Το θέατρο είναι λόγιο, θέλει μελέτη. Ανοίγει πόρτες στη θέα του νου μας, σε όλους μας κι όχι μόνο σε όσους το υπηρετούν.
«Π»: Υπάρχει ισορροπία στο θεατρικό χάρτη μεταξύ ξένου ρεπερτορίου και ελληνικού;
Π.Π.: Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει ισορροπία. Παλαιότερα η γοητεία που ασκούσε το ξένο ρεπερτόριο, οι παγκοσμίου φήμης συγγραφείς ήταν μεγάλη. Έτσι εγκαταλείφτηκε το νεώτερο ελληνικό έργο, η ρίζα μας, που ξεκινά μετά την ελληνική επανάσταση ως τις μέρες μας με πληθώρα έργων αξιόλογων, θεμάτων και τάσεων και προβληματισμών. Δεν γνωρίζω την πρόσφατη παραγωγή στο ελληνικό έργο όμως παρατηρώ πως ανεβαίνουν στις σκηνές ελληνικά έργα που αντλούν τα θέματά τους από την σύγχρονη Ελλάδα και τα πρόσωπα των ρόλων είναι άνθρωποι από τα ενδότερα της ελληνικής κοινωνίας που το κοινό παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον.
«Π»: Έχουμε έλλειψη παιδείας;
Π.Π.: Τεράστιο θέμα. Η θεατρική παιδεία στη χώρα μας χρειάζεται ανοίγματα. Επαφές ουσίας – όχι για λόγους εμπορικούς – με τις σχολές του εξωτερικού, σεμινάρια να μπορούν όλοι να τα παρακολουθούν. Εμπνευσμένους ανθρώπους στη διδασκαλία με σοβαρή πορεία καλλιτεχνική στον χώρο, σε όλο το φάσμα των μαθημάτων, και αξιολόγηση των νέων που επιθυμούν να μαθητεύσουν στο θέατρο. Όμως το καλό ξεκίνημα γίνεται από τη βασική εκπαίδευση, στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, σε όλες τις βαθμίδες της. Τα παιδιά πρέπει να γνωρίσουν την θεατρική ιστορία του τόπου τους. Είναι σημαντικό μέρος του πολιτισμού μας. Διδάσκω οκτώ χρόνια σε δραματικές σχολές του Υ.Π.ΠΟ. και μου «έτυχαν» μαθητές που τους ήταν άγνωστη η Παξινού! Απογοητευτικό. Αλλά για μας που γνωρίζουμε, οφείλουμε να μάθουμε στα παιδιά το πολιτισμικό μας παρελθόν που μέρος του είναι το θέατρο.
«Π»: Κλαίτε εύκολα;;
Π.Π.: Στην προσωπική μου ζωή όταν υπάρχει λόγος, αν και διαχειρίζομαι την λύπη όσο μπορώ με την σκέψη.
«Π»: Γελάτε;
Π.Π.: Όχι πολύ εύκολα. Και βέβαια όχι με χυδαιότητες. Ο λόγος που γελά κάποιος τον χαρακτηρίζει σαν άνθρωπο, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.
«Π»: Τί σας σοκάρει;
Π.Π.: Πολλά. Η απώλεια του αυτοσεβασμού μας, η αμετροέπεια, η χυδαιοποίηση του έρωτα, η αναρρίχηση των ανάξιων… και άλλα πολλά ακόμη.
«Π»: Είστε αισιόδοξη;
Π.Π.: Είμαι θέσει αισιόδοξη όταν βάζω στόχους. Είναι το κίνητρό μου για να τους πετύχω. Φύσει δεν είμαι.
«Π»: Θα μας πείτε τα μελλοντικά σας σχέδια;
Π.Π.: Η έκδοση της δεύτερης ποιητικής μου συλλογής με γενικό τίτλο «Επιστροφές». Η μελέτη ενός μονόλογου που γράφεται τώρα με σκοπό την παρουσίαση του σύντομα στην σκηνή.

Πήγαινε στην κορυφή